Η κρίση στον τουρισμό μας τα τελευταία χρόνια δημιούργησε την ανάγκη εξεύρεσης νέων τρόπων για την προσέλκυση των τουριστών, με στόχο να τονιστεί η πατροπαράδοτη ελληνική φιλοξενία.
Αυτή την προσπάθεια τη βλέπουμε τώρα, κυρίως στα νησιά, όπου οι ντόπιοι οργανώνουν πανηγυρική υποδοχή στα καραβάνια των ξένων τουριστών που έρχονται με κρουαζιερόπλοια. Μια υποδοχή που περιλαμβάνει μουσική, τοπικούς χορούς και προσφορά πλούσιων εδεσμάτων, αναψυκτικών και γλυκών! Δεν ξέρω αν τυλίγουν τους ξένους επισκέπτες μας με λουλουδένιες γιρλάντες, όπως βλέπουμε στον κινηματογράφο να κάνουν οι ιθαγενείς σε κάποια εξωτικά νησιά του Ειρηνικού...
Υπερβολή; Δύσκολο να το πούμε από τώρα. Δεν ξέρω πώς θα εξελιχθεί αυτή η νέα συνήθεια υποδοχής τουριστών, δίκην ιθαγενών υπανάπτυκτης χώρας. Το γεγονός ότι ως λαός καταφεύγουμε συχνά σε ακραίες λύσεις, δημιουργεί την υπόνοια ότι μάλλον το παρακάνουμε και σ’ αυτή την περίπτωση. Μας διαφεύγει άλλωστε το ότι δεν αρκεί να υπερτονίζουμε τα φιλόξενα αισθήματά μας τη στιγμή που παραμελούμε άλλα βασικά στοιχεία μιας τουριστικής τακτικής. Θέλω να πω δηλαδή ότι πρωτίστως πρέπει να πάψουμε να βλέπουμε τον τουρίστα σαν θύμα προς εκμετάλλευση και ξεζούμισμα, από την στιγμή που θα φτάσει στην Ελλάδα και θα πάρει ταξί για να πάει στον προορισμό του, μέχρι την ώρα που θα καθίσει να βάλει μια μπουκιά στο στόμα του.
Δεν νομίζω ότι θα μπορέσουμε να κατανικήσουμε αυτή τη ρωμέικη κατεργαριά που έχουμε αναπτύξει σαν λαός, όσο φιλόξενο πνεύμα κι αν μας χαρακτηρίζει.
Δεν αρνούμαι βέβαια ότι η φιλοξενία είναι μια αρετή κι ότι την αρετή αυτή την έχουμε, αδιάφορο αν δεν την έχουμε μόνο εμείς, όπως κολακευόμαστε να πιστεύουμε κι αν τη συναντάει κανένας σ’ όλους τους μεσογειακούς λαούς. Αλλά κι αυτή ακόμα την αρετή, ίσως γιατί μας την έχουν αναγνωρίσει οι ξένοι και την έχουν εξυμνήσει, πάμε να την μετατρέψουμε σε ελάττωμα, σε κάτι το φορτικό για τους ξένους που αγγίζει τα όρια της γελοιότητας.
Αυτή την αρετή, την «πατροπαράδοτη και συγκινητική» φιλοξενία, το ακρογωνιαίο λιθάρι που κρατάει το βάθρο, που πάνω του έχουμε υψώσει τον ανδριάντα του εαυτού μας, αρχίσαμε να την κάνουμε σύστημα, οργάνωση, πολιτική τουρισμού, ετικεταρισμένο εθνικό «προϊόν» σαν τη φέτα και τη ρετσίνα.
Αν γενικευτεί αυτή η τάση φοβάμαι ότι θα γελοιοποιηθούμε. Υποψιάζομαι ότι δεν θα έρχεται καραβάνι ξένων τουριστών στον τόπο μας, που να μην γίνεται «αντικείμενο θερμών και αυθόρμητων εκδηλώσεων φιλοξενίας», όπως έγινε πρόσφατα στην Κρήτη. Το λιγότερο που μπορεί να ειπωθεί είναι, ότι έχουν τη θερμότητα και το «αυθόρμητο» των πολιτικών συγκεντρώσεων ή των υποδοχών επίσημων προσώπων. Κι όσοι ξέρουν τι οργάνωση προηγείται για να επιτευχθεί αυτή η «θερμότητα» κι αυτό το «αυθόρμητο» καταλαβαίνουν τι εννοώ.
Είμαι περίεργος να μάθω κάποτε ποιοι χρηματοδοτούν αυτές τις φιέστες. Οι Δήμοι, οι φορείς της πόλης, μεμονωμένοι κάτοικοι ή επαγγελματίες τουριστικών καταστημάτων, που περιμένουν να τα οικονομήσουν τώρα, σε μια περίοδο σκληρής κρίσης;
Τα τηλεοπτικά κανάλια μας έδωσαν σκηνές πανηγυριού στις αφίξεις τουριστών στην Κρήτη και άλλα νησιά. Συγκεντρωμένα πλήθη στην προκυμαία με γλυκά, μεζέδες και αναψυκτικά τοπικής προέλευσης, για να ευχηθούν το «ως ευ παρέστητε». Δεν έλειπαν, η εκφώνηση λόγων στην αγγλική και οι εθνικές ενδυμασίες που φορούσαν κορίτσια τα οποία χόρευαν εθνικούς χορούς και άλλα τέτοια.
Όλα αυτά γίνονται φυσικά με την πρόθεση να φανούμε ευχάριστοι στους ξένους, να τους κατακτήσουμε και να τους κάνουμε «φιλέλληνες» (αυτή η μανία μας!) και γιατί νομίζουμε ότι η φήμη που έχουμε ως φιλόξενος λαός μας επιβάλλει αυτή την υποχρέωση. Κι ίσως έτσι επανακτήσουμε τη χαμένη τιμή του τουρισμού μας.
Νομίζω ότι αν θα συνεχίσουμε έτσι θα μεταβάλλουμε τη φιλοξενία, από ωραία και γοητευτική που είναι, σε κάτι το φορτικό και το δουλόπρεπο. Χρειάζεται λίγο περισσότερο αξιοπρέπεια, τι διάβολο! Είναι γελοίο να υποδεχόμαστε κάθε καραβάνι τουριστών με τα συνηθιζόμενα σε υποδοχές σημαινόντων προσωπικοτήτων. Γραφικότητες και πανηγυρισμοί που κάθε άλλο προσιδιάζουν σ΄έναν υπερήφανο και φιλότιμο λαό. Χάνουμε το μέτρο. Μπαίνουμε χωρίς σοβαρό λόγο στη μοίρα ενός κατώτερου ανθρώπου, που αισθάνεται τιμή και περηφάνεια όταν ένας αφέντης καταδέχεται να επισκεφτεί το φτωχικό του και ο οποίος τσακίζεται να του το δείξει. Υποτιμόμαστε σαν λαός και κάνουμε και τους ξένους να μας υποτιμούν και φυσικά δεν ξεγελιούνται ότι στόχος όλων αυτών των καμωμάτων μας είναι το πορτοφόλι τους.
Τελικά θα καταλήξουμε να μας θεωρούν «γραφικούς» και «χαριτωμένους» κι ό,τι άλλο θέλετε, αλλά ποτέ ίσους τους και όμοιούς τους. Κι όταν θα μιλά για την φιλοξενία μας θα το κάνουν στον τόνο που ένας Ευρωπαίος θα διηγείται πώς τον περιποιήθηκαν οι «ιθαγενείς» μιας χρεοκοπημένης χώρας.
Αν τουλάχιστον οι «θερμές και αυθόρμητες» αυτές εκδηλώσεις συνέβαλαν πραγματικά στην ανάπτυξη του τουρισμού μας, θα υπήρχε κάποια δικαιολογία: η δικαιολογία ότι είμαστε ένας φτωχός λαός κι έχουμε ανάγκη να ζήσουμε. Η ανάπτυξη του τουρισμού όμως χρειάζεται πολλά άλλα, αν όχι εντελώς άλλα. Η εντιμότητα, η καθαριότητα, οι σωστές υπηρεσίες στα ξενοδοχεία, στα εστιατόρια και στις ταβέρνες, η εύρυθμη κυκλοφορία με τα συγκοινωνιακά μέσα, είναι απείρως πιο αναγκαία για τον ξένο, από τα λουλούδια, τα ποτά και τους τοπικούς χορούς που τους επιφυλάσσουμε, για να δείξουμε τη χαρά μας γιατί ήρθαν να τους... γδάρουμε.