Το άρθρο 110 του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδος προβλέπει ότι δεν επιτρέπεται νέα συνταγματική αναθεώρηση πριν περάσει πενταετία από την ολοκλήρωση της προηγούμενης, η οποία περατώθηκε τον Ιούνιο του 2008.
Η ανάγκη αναθεωρήσεως διαπιστώνεται με απόφαση της Βουλής, απόφαση η οποία λαμβάνεται, κατόπιν προτάσεως τουλάχιστον 50 βουλευτών, με πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθμού των βουλευτών, σε δύο ψηφοφορίες, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον έναν μήνα.
Επίσης, προβλέπεται ότι η επόμενη Βουλή, κατά την πρώτη Σύνοδό της, αποφασίζει, με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών της, σχετικά με τις διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες θα (πρέπει να) αναθεωρηθούν.
Στον Τύπο εγράφη – με την επίκληση εκτιμήσεων συνταγματολόγων – ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να δεσμευθεί ότι θα αλλάξει το Σύνταγμα, σε μια, προσυμφωνημένη με την Ε.Ε., κατεύθυνση, καθώς δεν της ανήκει η συντακτική εξουσία, η οποία ανήκει στη Βουλή.
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΕΡΚΕΛ
Αυτά λέει το ισχύον Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας και τα επαναλαμβάνουμε – και δη σε μια χρονική συγκυρία, ιδιαιτέρως δυσχερή για την ελλαδική κοινωνία, αφού πέραν της οικονομικής κρίσεως, κλιμακώνονται οι απεργιακές κινητοποιήσεις, το δε κίνημα «δεν πληρώνω – δεν πληρώνω», που στηρίζεται από την Αριστερά, φουντώνει και τρομάζει την κυβέρνηση, η οποία επιδιώκει να το ποινικοποιήσει – καθώς έχει ξεκινήσει διαβούλευση στην Ε.Ε., με την πιεστική υπόδειξη κυρίως του Βερολίνου, ώστε να υπάρξουν ισχυρές νομικές δεσμεύσεις, που περιλαμβάνουν ακόμη και την αναθεώρηση του Συντάγματος, ως προς το πλαφόν του χρέους και του ελλείμματος των χωρών – μελών της Ενώσεως.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, με προεξάρχοντες την Καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ και τον Πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί έχουν ξεκινήσει, εν μέσω – είναι αλήθεια- σοβαρών διαφωνιών μεταξύ των κρατών – μελών της Ε.Ε., μια συζήτηση, η οποία αναμένεται να «κλείσει» εντός του επομένου μηνός, για την αντιμετώπιση της κρίσεως χρέους και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών στην Ευρωζώνη.
Η Καγκελάριος Μέρκελ στην τελευταία Σύνοδο της Ε.Ε. περιέγραψε την πρότασή της για την ευρωπαϊκή οικονομική ολοκλήρωση, έχουσα ως βάση το γερμανικό πρότυπο της δημοσιονομικά πειθαρχημένης ανταγωνιστικής οικονομίας, το οποίο - κατά την άποψή της - απεδείχθη πιο ανθεκτικό απ΄ όλα τα άλλα.
Δηλαδή, τόνισε πως εφεξής οι χώρες της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να σέβονται με θρησκευτική ευλάβεια τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας και θα πρέπει να την κατοχυρώσουν με νομικώς δεσμευτικούς τρόπους, περιλαμβανομένης ενδεχομένως και της συνταγματικής κατοχυρώσεως.
Αν επισυμβεί αυτό που ζητεί η Καγκελάριος της Γερμανίας, αυτό σημαίνει πως επιδιώκεται η συνταγματική θεμελίωση του νεοφιλελεύθερου οικονομικού προτύπου, η θεσμική κατοχύρωση και νομιμοποίηση των βίαιων αλλαγών, της θεσμικής διαλύσεως κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και, επί της ουσίας, θα σηματοδοτούν το «πέρασμα» σε μια «νέα εποχή», όπως αυτή που βιώνουμε (και θα τη βιώνουμε για πολλά – πολλά χρόνια) στην Ελλάδα, με το Μνημονίου και την κυριαρχία των μηχανισμών της αγοράς.
Οι περισσότεροι αναλυτές ισχυρίζονται πως τέτοιου είδους αλλαγές (που θα καταλύουν το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας και θα αποθεώνουν την απόλυτη ισχύ του οικονομικού παράγοντος έναντι του πολιτικού και του κοινωνικού) θα σημάνουν αποδέσμευση των κρατών, για παράδειγμα, από τη δέσμευση για δωρεάν Παιδεία και από τη δέσμευση για δημόσια Υγεία.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΕΚΡΗΞΕΩΝ
Όλα δε αυτά διαδραματίζονται υπό το βάρος της κρίσεως που σοβεί στον αραβικό κόσμο, κυρίως δε στην ηγέτιδα χώρα του, την Αίγυπτο, είναι δε ενδεικτικό το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός Γιώργος Α. Παπανδρέου στην παρέμβασή του στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. επεσήμανε τους φόβους του για τις επιπτώσεις στην Ευρώπη από την αραβική εξέγερση, κατ’ αρχήν στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο, αλλά και στο πεδίο της μεταναστεύσεως.
Έκανε μάλιστα λόγο για νέο κύμα προσφυγιάς, που μπορεί να απειλήσει την Ελλάδα και ολόκληρη την Ευρώπη, για τα συμφέροντα του Ελληνισμού στη διακεκαυμένη ζώνη της Αιγύπτου, για το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και βεβαίως για τους κινδύνους που εγκυμονεί η εξέγερση των νέων σε ολόκληρη τη Βόρειο Αφρική.
Εν προκειμένω αξίζει να υπομνηστεί μία δήλωση (στους New York Times) ενός εκ των γκουρού της αμερικανικής διπλωματίας, του Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, στην οποία τονίζει πως «για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου, σχεδόν όλη η ανθρωπότητα είναι πολιτικά ενεργή, συνειδητοποιημένη και αλληλεπιδρά σε παγκόσμιο επίπεδο».
Μιλά ακόμη για τη νεολαία στον Τρίτο Κόσμο, η οποία «είναι ιδιαίτερα ανήσυχη και μνησίκακη», υπογραμμίζει ότι «η πιθανή επαναστατική αιχμή του δόρατος είναι πιθανό να αναδυθεί ανάμεσα στις τάξεις των εκατομμυρίων φοιτητών» και καταλήγει: «Οι μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις, νέες και παλιές, επίσης αντιμετωπίζουν μια νέα πραγματικότητα: Ενώ η φονική ικανότητα της στρατιωτικής τους ισχύος είναι μεγαλύτερη από ποτέ, η ικανότητά τους να επιβάλλουν τον έλεγχο πάνω στις πολιτικά αφυπνισμένες μάζες του κόσμου είναι σε ιστορικό χαμηλό. Για το να θέσουμε ωμά: Σε παλιότερες εποχές, ήταν ευκολότερο να ελέγχεις ένα εκατομμύριο ανθρώπους παρά να τους σκοτώσεις; τώρα είναι απείρως ευκολότερο να σκοτώσεις ένα εκατομμύριο ανθρώπους παρά να τους ελέγξεις».
ΑΠΟΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΠΟΔΗΓΕΤΗΣΗ
Ως εκ τούτου, το μείζον, για τις κυρίαρχες τάξεις και το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, είναι να αποτραπούν τέτοιου είδους εκρηκτικά φαινόμενα, ή εν πάση περιπτώσει τουλάχιστον να ελεγχθούν και να ποδηγετηθούν, αλλά να αποτραπεί και η ανάδειξη μιας εναλλακτικής πολιτικοκοινωνικής προτάσεως εξουσίας, η οποία, εν δυνάμει, θα μπορέσει να δρομολογήσει μία ρήξη με τους πολιτικοοικονομικούς όρους του Μνημονίου.
Προς τούτο, απαιτείται ως πρώτο βήμα η συναίνεση ή έστω μια μίνιμουμ συμφωνία μεταξύ πολιτικών κομμάτων και κοινωνικών φορέων, αλλά αυτό δεν μοιάζει (προσώρας) πιθανό: Η δεξιά αντιπολίτευση, αν και με αντιμνημονιακή ρητορική, στηρίζει επί της ουσίας βασικές επιλογές της κυβερνήσεως Παπανδρέου, αλλά θέλει να αξιοποιήσει κομματικά την κατάσταση αναταραχής στη χώρα, η δε αριστερή αντιπολίτευση, κινουμένη μεταξύ θεσμικότητας και ακτιβισμού, ευελπιστεί κι αυτή να καρπωθεί τα οφέλη από τον κοινωνικό αναβρασμό.
Από πλευράς του, ο πρωθυπουργός, μετά τη γερμανική πίεση για τη θέσπιση νομικής ρήτρας για το έλλειμμα και το χρέος, προσπαθεί να κατευνάσει την κοινωνία, διαβεβαιώνοντας πως δεν επίκεινται νέα μέτρα, να δημιουργήσει έστω τις ελάχιστες συνθήκες συναινέσεως με τις πολιτικές δυνάμεις, κυρίως με τη ΝΔ, ενώ δεν δείχνει να μην αποκλείει τη συνταγματική αναθεώρηση.
Ωστόσο, ο Υπουργός της Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης, χαρακτηρίζει «ανώριμη και υπερβολική» τη γερμανική υπόδειξη για αναθεώρηση, ο δε αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως Θόδωρος Πάγκαλος τόνισε ότι το Σύνταγμα «µπορεί να αναθεωρηθεί».
Όμως, ο Θ. Πάγκαλος πρόσθεσε ότι «αυτό είναι άλλο πράγμα, από αυτό που επιζητεί η κα Μέρκελ. Δεν µε έλκυε η σκέψη να αποτελεί προϋπόθεση για την ένταξη στο γερμανικό σχέδιο διάσωσης».
Η Ντόρα Μπακογιάννη δεν απορρίπτει την εκδοχή της συνταγματικής αναθεωρήσεως ώστε να περιλαμβάνεται ο δημοσιονομικός κανόνας, ο δε Αντώνης Σαμαράς, με βάση σχετικά ρεπορτάζ στον Τύπο, απορρίπτει το ενδεχόμενο συνεννοήσεως με τον πρωθυπουργό για την αναθεώρηση στο Σύνταγμα.
Φέρεται δε να έχει αποφασίσει ακόμη και στην περίπτωση που η κυβέρνηση θέσει θέμα ευρύτερης συναινέσεως να απαντήσει αρνητικά, με το σκεπτικό ότι με η συγκεκριμένη αναθεώρηση (με την γερμανική πίεση) θα σημάνει εκχώρηση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
* Αίσθηση έχει προκαλέσει η μη διαψευσθείσα από τον αρμόδιο αναπληρωτή Υπουργό Εθνικής Αμύνης Πάνο Μπεγλίτη, άσκηση στο Κιλκίς για την καταστολή πλήθους και εξεγέρσεων, άσκηση που – στην ουσία της – θυμίζει άλλες (προδικτατορικές) εποχές, όπως το διαβόητο σαμποτάζ στον Έβρο, το 1965...
ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΕΚΛΟΓΕΣ;
Η ρευστότητα που υπάρχει τόσο στην κοινωνία, όσο και στο πολιτικό σκηνικό, αλλά και ορισμένες κινήσεις της κυβερνήσεως έχουν τροφοδοτήσει μια επίμονη φιλολογία περί επισπεύσεως των εκλογών με στόχο να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα (αν ξεκαθαρίσουν) όπως εκτιμούν ορισμένοι παράγοντες στην κυβέρνηση, με το πρόσθετο σκεπτικό ότι πρέπει να παρουσιαστεί η ωμή πραγματικότητα και τα κόμματα να πάψουν να λαϊκίζουν και να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Επισήμως η εκδοχή των πρόωρων εκλογών έχει διαψευσθεί, αλλά η αντιπολίτευση – ιδιαίτερα η δεξιά – δεν τις αποκλείει, καθώς στις 3 Απριλίου εκπνέει η συνταγματική δυνατότητα να διεξαχθούν εκλογές με λίστα (άρα οι αρχηγοί να μπορούν να ελέγχουν απολύτως τις κοινοβουλευτικές τους ομάδες) ενώ επίκεινται (κυρίως δια της ΕΕ) αποφάσεις που θα καθορίσουν το μέλλον της χώρας για πολλά – πολλά χρόνια.
Θα πρέπει δε να τονιστεί – ως αποπνέουσα εκλογικό άρωμα – η προσπάθεια του Γ.Α. Παπανδρέου να ζητήσει τη συναίνεση της αντιπολιτεύσεως, στο αυστηρό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο της περιόδου 2012-2015, που επί της ουσίας συνιστά ένα «νέο Μνημόνιο». Όμως, η θητεία της σημερινής κυβερνήσεως λήγει το 2013 και το «νέο Μνημόνιο» ουσιαστικά θα δεσμεύει και την επόμενη, εξ αυτού δε οι Ευάγγελος Βενιζέλος, Άννα Διαμαντοπούλου και Χάρης Καστανίδης έθεσαν με έμμεσο πλην σαφή τρόπο ζήτημα κομματικής ή κοινοβουλευτικής «νομιμοποίησης» των μέτρων που συνεπάγεται το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο.
Ωστόσο, το μείζον ερώτημα – πέρα του ότι μοιάζει δύσκολο να δεχθούν πρόωρες εκλογές οι δανειστές της χώρας, καθώς αυτό σημαίνει αστάθεια πολιτική και κοινωνική – που αναδεικνύεται είναι το τι θα συμβεί αν δεν υπάρξει καθαρή αυτοδυναμία, όπερ και πιθανότερο και με δεδομένο ότι πέραν των μικρών κομμάτων (Κουβέλης – Μπακογιάννη) ουδείς δηλώνει πρόθυμος για συνεργατικά κυβερνητικά σχήματα.