Από τον Γεώργιο Ν. Ξενόφο
Από τις 24 του Δεκέμβρη μέχρι τις 6 του Γενάρη είναι δώδεκα μέρες, γνωστές σαν Δωδεκαήμερο ή Δωδεκάμερο. Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα γιορτάζουμε τρεις μεγάλες γιορτές: Τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνια ή Φώτα.
Εάν το Πάσχα είναι η λαμπρότερη γιορτή του Χριστιανισμού, τα Χριστούγεννα είναι η πιο γλυκιά και συγκινητική. Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι η ημέρα της Γέννησης ήταν ένα εξαιρετικά χαρμόσυνο γεγονός, αφού γεννήθηκε ως άνθρωπος ο Σωτήρας του κόσμου. Η χαρά αυτή, στα ιερά κείμενα, εκδηλώνεται με ύμνους. Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός δίνει στα γενέθλια του Χριστού την έννοια των Θεοφανίων και τονίζει ότι δεν πρέπει να συγχέονται τα γενέθλια του Κυρίου με τα γενέθλια οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, αφού ο Θεός έρχεται στη Γη «διά της γεννήσεώς Του». Ο εορτασμός των Χριστουγέννων αποτελεί κατ’ εξοχήν την ανάμνηση του γεγονότος της ενσάρκωσης του Χριστού. Ιστορική αναδρομή. Οι Ιουδαίοι εκείνη την εποχή απέρριπταν εορτές που σχετίζονταν με γενέθλια, καθώς τις θεωρούσαν παγανιστικές συνήθειες. Αυτή τη στάση αργότερα ακολούθησαν και οι Χριστιανοί, κατά τους δύο πρώτους αιώνες της χριστιανικής Εκκλησίας. Επίσης, σύμφωνα με αφηγήσεις στην Καινή Διαθήκη, τόσο ο Ιησούς όσο και οι μαθητές Του, δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων. Ο ίδιος ζητούσε ρητά από τους ανθρώπους να τηρούν την ανάμνηση του θυσιαστικού θανάτου.
Η πρώτη Εκκλησία, μέχρι την εξομάλυνση των σχέσεών της με το ρωμαϊκό κράτος, δεν γνώριζε άλλες εορτές εκτός από τα Πάθη της Μ. Εβδομάδας, την Ανάσταση και την Πεντηκοστή, που αποτελούσαν μια ενότητα. Η μνήμη διάφορων μαρτύρων εορταζόταν την ημέρα του θανάτου τους. Είναι σαφές ότι η Εκκλησία των δύο πρώτων αιώνων δεν τηρούσε επίσημα κάποιον εορτασμό της γέννησης του Χριστού. Η καθιέρωση της εορτής των Χριστουγέννων ακολούθησε μια πολύπλοκη διαδρομή. Ακόμη και μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, το ρωμαϊκό κράτος δεν αναγνώριζε την εορτή. Στην Κωνσταντινούπολη φαίνεται ότι τα Χριστούγεννα εορτάστηκαν για πρώτη φορά το 379 ή 380. Ούτε στην Π. Διαθήκη ούτε στην Καινή αναφέρεται ποιο μήνα ή ημέρα γεννήθηκε ο Χριστός. Έτσι, τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η Γέννησή Του δεν αποτελούσε ιδιαίτερη γιορτή. Οι χριστιανοί γιόρταζαν μαζί Γέννηση και Βάπτιση στις 6 του Γενάρη.
Πότε καθιερώθηκε η γιορτή της Γέννησης; Το 354 μ.Χ., ύστερα από πολλές συζητήσεις και αντιρρήσεις, ορίστηκε στη Ρώμη ως μέρα γιορτής της Γέννησης η 25η Δεκεμβρίου. Η ημέρα αυτή ήταν καθιερωμένη από τους Ρωμαίους ως ημέρα γέννησης του περσικού θεού Μίθρα, του «αήττητου θεού Ήλιου». Είναι γνωστό πως οι Ρωμαίοι, επιστρέφοντας από τους πολέμους της Ανατολής, έφεραν μαζί τους τη λατρεία πολλών θεών της. Από τους πιο δημοφιλείς ήταν ο Μίθρας, γιατί ήταν ο θεός του φωτός, ήταν ο Ήλιος, που μάχεται και διώχνει το σκοτάδι. Το Γενέθλιόν του (ημέρα δηλαδή που γεννήθηκε) είχε συνδυασθεί με τη χειμερινή τροπή του ηλίου, που γύρω στις 25 Δεκεμβρίου αρχίζει να κερδίζει έδαφος και να στέκεται περισσότερο στο ουράνιο στερέωμα. Η μέρα αυτή για τους Ρωμαίους ήταν ημέρα ευφροσύνης. Έφευγαν τα σκοτάδια, ερχόταν το φως! Τη γιόρταζαν, λοιπόν, με μεγάλη λαμπρότητα και πολλά ξεφαντώματα. Ήταν τόσο αγαπητή γιορτή και τόσο διαδεδομένη, ώστε καμία συμβουλή, καμία προτροπή και καμία απειλή των πατέρων της Εκκλησίας δεν στάθηκε ικανή να την εξαφανίσει ή τουλάχιστον να ελαττώσει τη συμμετοχή των πρώτων χριστιανών. Σαν τέτοιο, οι πατέρες της Εκκλησίας βρήκαν ένα δοκιμασμένο μέσο, την υποκατάσταση. Όρισαν, δηλαδή, την 25η Δεκεμβρίου σαν ημέρα Γέννησης του Χριστού, του νέου Ήλιου, που έδιωξε τα σκοτάδια της ειδωλολατρίας απ’ τις ψυχές των ανθρώπων και τις πλημμύρισε με χριστιανικό φως. Έτσι, ο ένας Ήλιος υποκατέστησε τον άλλο και να που στις 25 Δεκεμβρίου γιορτάζουμε πια τη Γέννηση του Χριστού, τα Χριστούγεννα.
Συνεορτασμός Γέννησης και Θεοφανίων. Το ότι η Βάπτιση του Ιησού απορρόφησε τη Γέννηση δεν αποτελεί έκπληξη. Ήδη, από τους αποστολικούς χρόνους το Βάπτισμα αποτελούσε την προϋπόθεση για την είσοδο στη χριστιανική κοινότητα. Το Βάπτισμα είναι η αναγέννηση του πιστού, που οδηγεί στη μετάβασή του από τον κόσμο του σκότους στο φως.
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, έγινε γνωστό από παπυρολογικό εύρημα της Αιγύπτου, λειτουργικό κείμενο αναγόμενο στις αρχές του 4ου αιώνα. Ο ύμνος έχει το παρακάτω περιεχόμενο: «Ο γεννηθείς εν Βηθλεέμ και ανατραφείς εν Ναζαρέτ και οικήσας εν τη Γαλιλαία. Είδαμε σημείο εξ ουρανού αστέρος φανέντος. Ποιμένες αγραυλούντες εθαύμασαν ουν, γονυπεσούντες έλεγον: Δόξα τω Πατρί, δόξα τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια». Ο ύμνος αυτός προοριζόταν για την εορτή των Θεοφανίων, αλλά περιείχε όλα τα χαρακτηριστικά των Χριστουγέννων και κυρίως τον αστέρα της Βηθλεέμ.
Στην Ανατολή, ο εορτασμός των Χριστουγέννων γινόταν κατά την ημέρα των Επιφανίων (η ημέρα που ο Θεός εμφανίζεται στους ανθρώπους). Πριν την ημέρα αυτή γινόταν αγρυπνία, κατά τη διάρκεια της οποίας υμνείτο η Γέννηση, με την εμφάνιση του αστέρα και την προσκύνηση των τριών Μάγων, αλλά και η Βάπτιση στον Ιορδάνη. Η Γέννηση, 13 ημέρες μετά το ηλιοστάσιο, δηλαδή μεταξύ 5 και 6 Ιανουαρίου, εμφανίζεται και σε άλλα έργα της ίδιας εποχής. Επί Πάπα Ιουλίου Α’ (336 - 332), τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνια και θεσπίστηκε ως επέτειος η 25η Δεκεμβρίου. Γύρω στο 376 ο εορτασμός της Γέννησης, στις 25 Δεκεμβρίου, πέρασε και στην Ανατολή. Με την πάροδο του χρόνου επικράτησε σε όλο το χριστιανικό κόσμο, εκτός της Αρμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που συνεχίζει το συνεορτασμό με τα Θεοφάνια.
Κλείνοντας, το κοντάκιο για τα Χριστούγεννα του υμνογράφου Ρωμανού του Μελωδού: «Η Παρθένος σήμερον, τον Υπερούσιον τίκτει, και η γη το σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει. Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι. Μάγοι δε, μετά αστέρος οδοιπορούσι. Δι' ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός».
Καλά Χριστούγεννα...