Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Οι τελευταίες ασαφείς εξελίξεις τόσο στην Ευρώπη (μετά τη συνάντηση του Προέδρου Νικολά Σαρκοζί της Γαλλίας και της Καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ της Γερμανίας) όσο και στην Ελλάδα (η οποία τελεί εν αναμονή της εκθέσεως της Τρόικας ώστε να δει αν και πότε θα εκταμιευθεί η 6η δόση του πρώτου δανείου – αν και αυτό εξακολουθεί να αμφισβητείται, αν λάβει κανείς υπόψη του σχετικές αμφίσημες δηλώσεις του επικεφαλής του Eurogroup Ζ. Κ. Γιούνκερ και του Επιτρόπου Όλι Ρεν), επιβεβαιώνουν ότι η χώρα και η κοινωνία της οδεύουν προς τον αργό θάνατο.
Οι, με καθυστέρηση αντιδρώντες και ακολουθούντες τα γεγονότα, τα οποία συνήθως τους ξεπερνούν, ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας, πορευόμενοι με το βλέμμα στην εσωτερική πολιτική τους σκηνή και εν μέσω διαφορετικών και αντιτιθέμενων συμφερόντων των οικονομικών ελίτ των χωρών τους, έδειξαν πως αυτό που πρωτίστως τους ενδιαφέρει είναι να μην καταρρεύσουν οι τράπεζες, αλλά όχι οι κοινωνίες που συμπιέζονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα ζωής.
Επίπεδα που για την Ελλάδα επιδιώκουν (ερήμην της κυβερνήσεως των κ. Παπανδρέου και Βενιζέλου) να φτάσουν σ’ αυτά της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Πορτογαλίας (όπου οι μέσοι μισθοί κυμαίνονται από 200 έως 500 ευρώ το μήνα) παραγνωρίζοντας, φυσικά, ότι το εν γένει επίπεδο της Ελλάδος (κυρίως δε σε επίπεδο τιμών) ήταν σε υψηλότερο σημείο, ακόμη κι αν δεχθούμε (που θα πρέπει να το πράξουμε) ότι ως κοινωνία καταναλώναμε περισσότερα απ’ όσα παράγαμε.
Εν προκειμένω, δεν είναι τυχαίο πως ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Ευ. Βενιζέλος δήλωσε στη Βουλή (μετά την ολοκλήρωση των παζαριών με την Τρόικα και τις απαιτήσεις της, που φτάνουν μέχρι και την άγρια περικοπή των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, «χάριν» της, αλά ΔΝΤ, τονώσεως της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας) ότι μέχρι το τέλος του 2012 (οπότε η ύφεση θα φτάσει, αθροιστικά την τελευταία τριετία, το -15%) «θα γυρίσουμε στα επίπεδα ζωής του 2004» και πρόσθεσε ότι «αν δεν σπάσουμε τώρα τη φούσκα, την ψευδαίσθηση που δημιουργήθηκε εδώ και πολλά χρόνια, δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο μέλλον, γιατί η κατάσταση είναι επικίνδυνη και αβέβαιη».
Την ίδια στιγμή, η καταρρέουσα κυβέρνηση του Γ. Α. Παπανδρέου, δύο χρόνια μετα την εκλογική της νίκη το 2009 (μια νίκη η οποία στηρίχθηκε στην ψεύτικη προσδοκία ότι «λεφτά υπάρχουν», στη δε συνέχεια αποδείχθηκε περίτρανα ότι η λαϊκή εντολή περιφρονήθηκε κι αυτό συνιστά ανοικτή παραβίαση του Συντάγματος και της έννοιας της λαϊκής κυριαρχίας) αναζητεί διεξόδους για να νομιμοποιήσει τη βάρβαρη και αντικοινωνική της πολιτική, ίσως μέσω ενός δημοψηφίσματος (για το οποίο ερίζουν ακόμη και οι Υπουργοί της) ενώ παραμένουν στο τραπέζι τόσο τα σενάρια περί εκλογών και περί συγκροτήσεως κυβερνήσεως συνεργασίας (παρ’ ότι εξακολουθεί να διαφωνεί ο Αντώνης Σαμαράς) όσο και η επίμονη (αν και διαψευδόμενη) φημολογία περί αποχωρήσεως του Γ. Α. Παπανδρέου.
ΠΑΝΩ ΑΠ΄ ΟΛΑ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Εν πάση περιπτώσει, η πολυδιαφημισμένη συνάντηση της Καγκελαρίου Μέρκελ και του Προέδρου Σαρκοζί στο Βερολίνο κατέληξε σε κάποιες αποφάσεις, που δεν είναι επί της ουσίας τους γνωστές, αποφάσεις που δεν έχουν θέσει τέλος στο κλίμα αβεβαιότητας, που υπάρχει για το πρόβλημα του ελληνικού χρέους, αλλά και για τη συνολική κατάσταση στην ευρωζώνη.
Οι δηλώσεις των ηγετών της Γερμανίας και της Γαλλίας εμπεριείχαν γενικόλογες διαβεβαιώσεις (όπως ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωζώνης και ότι ...ΘΑ βρούμε μόνιμη λύση για την χώρα, αλλά υπό την αίρεση των όσων θα διαλαμβάνει η έκθεση της Τρόικας), ωστόσο κατέστη σαφές πως αυτό που κυριαρχεί στο πολιτικό τους σκεπτικό είναι πρωτίστως η διάσωση των γαλλικών και στη συνέχεια των γερμανικών τραπεζών (που έχουν τη μερίδα του λέοντος των ελληνικών ομολόγων) οι οποίες θα «πληγούν» από το προωθούμενο (μπορεί να φτάσει ακόμη και στο 60%) κούρεμα του ελληνικού χρέους, αν και στην απόφαση της 21ης Ιουλίου το κούρεμα προβλεπόταν να φτάσει στο 21%.
Όμως (και αυτό καταδεικνύει πως οι Α. Μέρκελ και Ν. Σαρκοζί που, ως επικεφαλής του γαλλογερμανικού άξονα, διαφεντεύουν τις τύχες της Ευρώπης δεν είναι σε θέση να προλάβουν τα χειρότερα – το αντίθετο, τους ξεπερνούν τα γεγονότα) πριν καν υλοποιήσουν τη δική τους απόφαση της 21ης Ιουλίου, η οποία (υποτίθεται πως) θα έσωζε την Ελλάδα, τώρα την αμφισβητούν.
Και το πράττουν γιατί το μικρό κούρεμα του ελληνικού χρέους, στο επίπεδο του 21%, δεν θα κλόνιζε τις γερμανικές και τις γαλλικές τράπεζες, ενώ τώρα (δηλαδή, με μεγάλη καθυστέρηση) διαπιστώνουν ότι ήταν ανεπαρκές και έτσι συζητούν για το «μεγάλο κούρεμα».
Μια τέτοια εξέλιξη όσο κι αν παρουσιαστεί από την κυβέρνηση ως θετική, εμπεριέχει πολλά αρνητικά σημεία, με κυριότερο τις ανυπολόγιστες επιπτώσεις (και) στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, κυρίως δε στα ασφαλιστικά ταμεία (που κατέχουν μεγάλο τμήμα των ομολόγων του δημοσίου) και συνεπώς στους εργαζομένους και τους συνταξιούχους.
Οι Α. Μέρκελ και Ν. Σαρκοζί φαίνεται να έχουν κάποια σημεία συγκλίσεως στο ζήτημα της ανακεφαλαιοποιήσεως των ευρωπαϊκών τραπεζών, από την οποία εξαρτάται εν πολλοίς η ελληνική υπόθεση. Διότι, όπως τονίζεται στον Τύπο, με οιονεί ειλημμένη την απόφαση για «κούρεμα» του ελληνικού χρέους βαθύτερου από το 21%, η απόφαση Μέρκελ - Σαρκοζί για στήριξη των τραπεζών, έχει ως ουσιαστικό στόχο να εξασφαλίσει τον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα, ενόψει των μεγάλων διαγραφών ελληνικού χρέους που έρχονται.
Σημαντικό, πάντως, θεωρείται το γεγονός ότι στη συνάντηση του Βερολίνου ετέθη κι ένα χρονοδιάγραμμα για την προώθηση λύσεως στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους, τα δε χρονικά σημεία - κλειδιά είναι η Σύνοδος Κορυφής του Eurogroup κι η Σύνοδος του G – 20, που θα διοργανώσει στις 3 και 4 Νοεμβρίου η γαλλική προεδρία στη Νίκαια.
Όλα αυτά τα γκρίζα και ασαφή εκ της συναντήσεως Μέρκελ – Σαρκοζί, δείχνουν τόσο την έλλειψη σχεδιασμού και οράματος για την Ευρώπη, όσο και τις άγριες ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις, σε σημείο που ο κατ’ εξοχήν ευρωσκεπτικιστής, πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον να δηλώσει ότι χρειάζεται «μπαζούκας» για τη λύση της κρίσεως.
«Η ευρωζώνη χρειάζεται να προχωρήσει σε πολιτική ολοκλήρωση... χρειάζεται μια βελτιωμένη διακυβέρνηση» και εν πάση περιπτώσει «πρέπει να αυξηθεί η δύναμη πυρός του EFSF, να προχωρήσει με ταχύ ρυθμό η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και να απαλειφθεί κάθε αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα», τόνισε.
Στο παιχνίδι – που είναι πέραν της πολιτικής και οικονομικής του διαστάσεως και βαθύτατα γεωπολιτικό – ενεπλάκη και ο ισχυρός ανήρ της Ρωσίας, πρωθυπουργός Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος χαρακτήρισε το ζήτημα πολιτικό, τονίζοντας ότι η στήριξη υπερχρεωμένων χωρών, όπως η Ελλάδα, απαιτεί πολιτικό θάρρος.
ΣΕ ΟΡΙΑΚΟ ΣΗΜΕΙΟ
Την ίδια στιγμή, το ΠΑΣΟΚ και η κυβέρνησή του, που, ίσως για πρώτη φορά στην Ιστορία, δεν γιόρτασαν την εκλογή τους νίκη του 2009 (τι να γιορτάσουν άραγε; Την νέα μετανάστευση στην οποία οδηγούν τους Ελληνες, τους μισθούς και τις συντάξεις πείνας ή την αύξηση της εγκληματικότητας και την κλιμάκωση του αυταρχισμού;) έχουν περιέλθει σε οριακό σημείο, το οποίο, άλλωστε, καταγράφεται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Παραλλήλως δε πολλοί παρατηρητές (αλλά και ξένα έντυπα) κάνουν λόγο για επικείμενες εξελίξεις, είτε με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, είτε ερήμην του, ενώ έχει γραφεί ότι ο Γ. Α. Παπανδρέου είναι σε κακή ψυχολογική κατάσταση και ότι (αν και αυτό διαψεύδεται) δεν έχει αποκλείσει ακόμη και την εκδοχή της δικής του εθελουσίας εξόδου...
Στην περίπτωση που οι δανειστές της Ελλάδος αποφασίσουν ένα μεγάλο κούρεμα του ελληνικού χρέους και πιθανώς ελεγχόμενη χρεοκοπία (το διαβόητο «πιστωτικό γεγονός») λέγεται πως ο πρωθυπουργός σκέπτεται να ζητήσει άμεσα συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς, προκειμένου να διερευνήσει, εκ νέου, τις δυνατότητες μιας ευρύτερης συναινέσεως, ενώ ο εκπρόσωπός του διέψευσε ένα άλλο σενάριο περί συγκλήσεως διευρυμένου συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, με τη συμμετοχή και των ζώντων πρώην πρωθυπουργών.
Έχει καταστεί εμφανές ότι ο Γ. Α. Παπανδρέου δεν έχει σχεδόν καμιά κίνηση διαφυγής (άλλωστε, ο Α. Σαμαράς, παρά τα προβλήματα τα οποία έχει στις σχέσεις της ΝΔ με τους εταίρους του στο ΕΛΚ, αλλά και εντός του κόμματός του, εμμένει στην άρνησή του στις όποιες προσκλήσεις για εθνική συνεννόηση ή και συγκυβέρνηση, έστω κι αν ουσιαστικά συμφωνεί με τους στόχους που έχουν θέσει η Τρόικα και η κυβέρνηση για τη μείωση του ελλείμματος) ενώ στους κόλπους κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ και τους «πράσινους» βουλευτές, κερδίζει συνεχώς έδαφος η θέση ότι αν το κόμμα συνεχίσει μόνο του να επωμίζεται το βάρος των μέτρων, θα οδηγηθεί σε «στρατηγική ήττα», ίσως και σε πιθανή διάσπαση, αλλά είναι βέβαιο ότι θα μείνει για πολλά χρόνια εκτός εξουσίας.
Ως μία κίνηση διαφυγής (η οποία έχει απορριφθεί από την αντιπολίτευση, ενώ για την αποτελεσματικότητά της ερίζουν εντός της κυβερνήσεως) προβάλλεται το δημοψήφισμα, με διακύβευμα τη δημοσιονομική κρίση, καθώς οι εμπνευστές της «λύσεως» αυτής (θέλουν να) πιστεύουν ότι μια (ενδεχόμενη) θετική ψήφος στην κυβερνητική πρόταση θα συνιστούσε ψήφο εμπιστοσύνης για το Γ.Α. Παπανδρέου και θα συντελούσε, εν μέρει, στην εκτόνωση της λαϊκής οργής και απελπισίας.
Πανικόβλητοι δε αρκετοί «πράσινοι» βουλευτές, αντιλαμβανόμενοι ότι μετά από μία στρατηγική ήττα του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές δεν θα επανεκλεγούν, εισηγούνται τη συγκρότηση κυβερνήσεως εθνικής ενότητας, κάτι που ζητούν με ψήφισμά τους και οι Ελληνες τέως βουλευτές και ευρωβουλευτές, ενώ (κατά τα λοιπά) απλώς φωνασκούν κατά του κατατεθέντος πολυνομοσχεδίου του Ευ. Βενιζέλου και του προσχεδίου του προϋπολογισμού για το 2012, αλλά δεν έχουν τα «κότσια» να το καταψηφίσουν.
Υπενθυμίζεται, εξ άλλου, ότι εθνική συνεννόηση (κυρίως με τη ΝΔ) έχει ζητήσει και ο εκ των αντιπροέδρων της κυβερνήσεως Θ. Πάγκαλος, ενώ την ίδια στιγμή ο έτερος αντιπρόεδρος Ευ. Βενιζέλος έχει ανοίξει βεντέτα με τον αρχηγό της ΝΔ Α. Σαμαρά, με φόντο την «επόμενη μέρα» και την ενίσχυσή του(ς) στα κομματικά τους ακροατήρια.
Πέρα και έξω από όλα αυτά, που αφορούν στην πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση της κρίσεως που μαστίζει τη χώρα, μια κρίση που θα βαθύνει (όσο οι Ευρωπαίοι δεν δίνουν μόνιμη λύση στο ελληνικό πρόβλημα κι όσο προχωρούν, με τις εντολές της Τρόικας, σε περαιτέρω λεηλασία μισθών, συντάξεων και δημοσίου πλούτου) έχει καταστεί εμφανέστερο από κάθε άλλη φορά ότι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η χώρα οδεύει (όπως έγραψε το «Βήμα» την περασμένη Κυριακή) προς «την Τελική Λύση».
Για ιστορικούς λόγους υπενθυμίζεται ότι η (γερμανιστί Endlösung) «Τελική Λύση» την περίοδο του Ναζισμού οδήγησε στο Ολοκαύτωμα των Εβραίων, η δε σημερινή προωθούμενη «Τελική Λύση» σημαίνει περαιτέρω εξαθλίωση και φτώχεια για την κοινωνία και τους πολίτες, αλλά και περιθωριοποίηση για τη χώρα και την εθνική της κυριαρχία, με όσα όλα αυτά συνεπάγονται και για τα μείζονα εθνικά θέματα.