Όχι, δεν εννοούμε το τέλος δηλ. το φόρο, που επιβλήθηκε πρόσφατα, στην ακίνητη περιουσία. Εννοούμε το τέλος της ύπαρξης της ακίνητης περιουσίας. Σαράντα δύο φόροι επιβαρύνουν ένα διαμέρισμα ή ένα κατάστημα. Βλέπετε, πως τα οικονομικά κωθώνια της κυβέρνησης δεν μπορούν να ψάξουν άλλες πηγές εσόδων και ξεσπάνε εκεί στο ακίνητο, το αμετακίνητο και το ρημάζουν. Επειδή όμως εγώ δεν έχω τη χάρη να σας αναπτύξω το θέμα, θα επικαλεσθώ ό,τι μου είπε ένα διαμέρισμα. Μα μιλάνε τα ντουβάρια; Και βέβαια μιλάνε, αν μπορείς να τ΄ ακούσεις. Μου είπε λοιπόν τα εξής:
«Όταν τέλειωσε η πολυκατοικία και απολάμβανα την ηρεμία και τη μυρουδιά των φρέσκων χρωμάτων, ήλθε ο εργολάβος με κάποιο ανθρωπάκι κυρτό και ισχνό. Φαινόταν για υπαλληλάκος. Συζήτησαν μεταξύ τους, συμφώνησαν και μ΄ αγόρασε. Εγινα κι εγώ μέλος των «Ακινήτων». Από το αφεντικό μου άκουσα πολλές ιστορίες. Όταν έκαναν το πρώτο τους κορίτσι, είπαν ν΄ αγοράσουν ένα διαμέρισμα. Άλλη προίκα δεν είχαν. Να το δώσουν να μη μένει το παιδί στο νοίκι. Τότε άρχισαν οι οικονομίες, οι περικοπές, αγωνία να μαζέψουν το ποσό της αγοράς. Ελεγε η δόλια η γυναίκα: «Να πάμε Τάκη κι εμείς ένα ταξίδι στο εξωτερικό. Ολοι πάνε». «Τι; εξωτερικό; Και το διαμέρισμα; Να κάνω Τάκη ένα φόρεμα, να πάμε στο χορό των συναδέλφων σου;». Και φόρεμα και χορό; Είσαι στα καλά σου;» Με τούτα και με κείνα, μαζεύτηκε το ποσό, έγιναν τα συμβόλαια κι εγώ ιδιοκτησία, του υπαλληλάκου.
Μια ζωή θηλιά στο λαιμό. Αμάν είπε το αφεντικούλι μου. Μ΄ έφυγε ένα ψυχοπλάκωμα. Πάμε ρε γυναίκα να πιούμε ένα κρασί. Τώρα πια θα τα βολεύουμε. Αλλά ω της δυστυχίας. Τότε άρχισαν τα δεινά. Μ΄ ενοίκιασαν και δήλωσαν σωστά το ενοίκιο στην εφορία. Όχι σαν τους διπλανούς, που ακούω πως το κρύβουν. Ετσι όμως ο ετήσιος φόρος αυξήθηκε κι ένα μέρος του ενοικίου ήδη έκανε φτερά. Κι ακόμα σε λίγο βγήκαν οι κακοτεχνίες του εργολάβου κι όλο άκουγα τους νοικάρηδες μου να τηλεφωνούν στο αφεντικούλι μου, να πληρώσει τη βρύση που χάλασε, την αποχέτευση, ένα βαψιματάκι κ.ά. Αλλοτε πάλι μ΄ εγκατέλειπαν οι ένοικοί μου, σε κακά χάλια. Ένα αχούρι. Αντε να το ανακαινίσει ο καλός μου. Πέρυσι μάλιστα ήταν αξιολύπητος. Μάτωνε η καρδιά μου να τον βλέπω. Ο απατεώνας που τον στέγαζα, έφυγε. Αφησε έξι ενοίκια απλήρωτα, τα κοινόχρηστα. ΔΕΗ, ΟΤΕ, νερό. Του έκανε έξωση ο αφεντικούλης μου, αλλά πλήρωσε δικηγόρο, δικαστικό κλητήρα για την έξωση εκκρεμείς λογ/σμούς. Πόσες φορές δεν τον άκουσα να με βρίζει. Πανάθεμα την ώρα που τ΄ αγόρασα. Ασπρη μέρα δεν είδα. Και να σα πω βρε παιδιά. Με βασανίζουν κι εμένα τύψεις. Όχι πως φταίω εγώ, αλλά του προκαλώ τόσες σκοτούρες. Τον βλέπω και πονά η ψυχή μου. Ας όψονται οι «ηγεμονίσκοι».
Σαν να μην έφταναν όμως αυτά, τα ελλιπέστατα ανθρωπάκια επέβαλαν, έναν καινούριο φόρο. Τον ΦΑΠ (Φόρο Ακίνητης Περιουσίας). Τα ενοικιαστήρια στη Λάρισα πλήθαιναν, τα ενοίκια μειώθηκαν και οι ενοικιαστές πήραν τ΄ απάνω τους και ζόριζαν τ΄ αφεντικούλι μου. Κι εκείνος βρέθηκε σε βαθιά απόγνωση. Εχοντάς με στην πλάτη του, μόλις κάλυπτε με τα ενοίκια τις δαπάνες μου.
Σε λίγο σκάει κι άλλος φόρος Φ.Μ.Α.Π. (Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας) και στο τέλος, ήλθε η χαριστική βολή από τη Θεσ/κη, διά στόματος Βενιζέλου. Ενώ μας πήγαινε ενθαρρυντικά (θεομπαίχτες παιδί μου) τάχα την Ανοιξη θα βγούμε στο ξέφωτο, θα βγούμε από το τούνελ (που μας έβαλε ο λαϊκιστής Ανδρέας) πως θα έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα… εκεί πάνω στη χαρά μας, μας ξεφούρνισε το νέο φόρο. Τέλος ακίνητης περιουσίας. Ετσι τον βάφτισε. Κι άκουσα πως οι εφοπλιστές νόμιμα και οι φοροφυγάδες άφοβοι δεν θα πληρώσουν. Τους χρειάζεται λέει η πολιτική μας σαβούρα γιατί τη χρηματοδοτούν στις εκλογές και σ΄ άλλες λαμογιές. Ούτε η Εκκλησία θα πληρώσει με την τόση αμύθητη ακίνητη περιουσία, γιατί λέει, τη φοβούνται. Γιατί να πληρώσει το αφεντικούλι μου, το μικρό τριαράκι;…». Αυτά μου αφηγήθηκε το διαμερισμάτι του υπαλληλάκου. Όχι κύριοι. Νισάφι. Ένα διαμερισματάκι, που αγοράστηκε, να ξαλαφρώσει τα έξοδα του νοικοκυριού, έγινε βρόγχος για τον ιδιοκτήτη. Τι σκοπό έχετε ω άθλιοι και ανίκανοι; Ελάτε να σας παραδώσουμε τα κλειδιά. Πάρτε τα και κάντε τα ό,τι θέλετε. Επειδή δεν έχετε το θάρρος, για χάρη της ψηφοθηρίας να φορολογήσετε τους εύπορους, τους κλέφτες και τους φοροδιαφυγάδες, ξεσπάνε στην εύκολη είσπραξη. Την οικοδομή. Ως πότε πια. Ελεος.