Καλώς τον… Παγκαλάκο!
Όχι γιατί, άμα τα λέει αυτά ο Πάγκαλος (που και τι δεν έχει πει το στόμα του), τον λέμε και κομμάτι «γραφικό» πλέον. Από τον... Παγκαλάκο όμως; Αλλιώς! Και, όπως έχουμε πει και για τον Πάγκαλο, πριν πάρει τη σκυτάλη ο Λοβέρδος, δεν σημαίνει ότι αυτά που λέει κατά καιρούς δεν εμπεριέχουν και ορισμένες «πικρές αλήθειες». Απλά είναι ο τρόπος που τα λέει, η υπερβολή που δίνει στα πράγματα, αλλά και η μονόπλευρη διάσταση από την οποία τα αντιμετωπίζει.
Και, κάτι τέτοιο θα έλεγε κανείς - με τις διαφορές βεβαίως που έχουν ως χαρακτήρες και πολιτικές προσωπικότητες - συμβαίνει και στην περίπτωση του υπουργού Υγείας Ανδρέα Λοβέρδου, ο οποίος τώρα πήρε «φόρα» και δεν ξέρουμε πού θα το πάει ακριβώς. Γιατί και προ ημερών είχε μιλήσει «σκληρά» για τον τομέα της αρμοδιότητάς του και «ξιφούλκησε» εντός υπουργικού συμβουλίου με την Ξενογιαννακοπούλου, καθιστώντας της σαφές ότι στην υγεία... αυτός κάνει κουμάντο.
Είπε λοιπόν ότι ένα εκατομμύριο δημοσίων υπαλλήλων ταλαιπωρεί 10 εκατομμύρια Έλληνες και ότι η χώρα έφτασε εδώ που έφτασε εξαιτίας του Δημοσίου, και φυσικά η τοποθέτησή του ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Διότι και αν υπάρχουν και κάποιοι εκ των πολιτικών που ενδόμυχα συμφωνούν με την άποψή του, δεν τολμούν να εκφράσουν τη συμφωνία τους σκεπτόμενοι το πολιτικό κόστος. Καθότι ένα εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι δεν είναι μόνο ένα εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι, είναι, επίσης, και ένα εκατομμύριο ψηφοφόροι! Έσπευσαν λοιπόν να αντιδράσουν αναλόγως αν και σε τέτοιου είδους δηλώσεις οι «ολικοί» αφορισμοί είναι εξίσου ατυχείς όσο και η «ολική» αντιμετώπιση του φαινομένου «ελληνικό δημόσιο» από μία μόνο οπτική γωνία.
Γιατί, ότι το ελληνικό δημόσιο είναι υπερδιογκωμένο σε σημείο σκασμού και μια χώρα τόσο μικρή όσο η Ελλάδα διαθέτει περισσότερους δημοσίους υπαλλήλους από ό,τι η Αγγλία επί παραδείγματι, είναι μια πραγματικότητα. Ότι η υπερδιόγκωση του Δημοσίου είναι μία εκ των βασικών αιτίων που τα πράγματα έφτασαν εδώ που έφτασαν, είναι επίσης μια πραγματικότητα. Ότι αν η κυβέρνηση (αυτή ή η όποια) δεν... σπάσει αυγά και δεν συγκρουστεί με τη Λερναία Ύδρα του Δημοσίου (όπως διαφορετικά το διατύπωσε ο Α. Λοβέρδος) τότε δεν πρόκειται να έρθουν σε λογαριασμό τα πράγματα, και αυτό αλήθεια είναι.
Ότι το γεγονός ότι στο Δημόσιο η μονιμότητα έχει εκθρέψει γενιές «κηφήνων» οι οποίοι... ξύνονται και μέχρι προ διετίας πληρωνόταν αδρά γι’ αυτό, και αυτό, επίσης, είναι αλήθεια. Και όλα αυτά στο σύνολό τους δεν είναι δα και καινούρια ως διαπιστώσεις. Όλοι τα γνώριζαν και τα γνωρίζουν αυτά χρόνια τώρα, αλλά... έκαναν το κορόιδο γιατί δεν τους βόλευε πολιτικά να τα αγγίξουν. Τώρα που μας ήρθε το αβγό... ξέρετε «πού», τώρα ξεκίνησε η γενοκτονία του Δημοσίου.
Αλήθειες λοιπόν όλα αυτά, αλλά... Αλλά, ποιος φταίει για την κατάσταση αυτή; Οι δημόσιοι υπάλληλοι; Όχι βέβαια! Εδώ ο κάθε Έλληνας που... σεβόταν τον εαυτό του μεγάλωνε με όνειρο δικό του (και της μαμάς του ενδεχομένως) να μπει στο Δημόσιο για να έχει μια σταθερή και σίγουρη δουλειά, έναν καλό μισθό και να μην μπορεί και κανείς να τον απολύσει. Κατανοητή, σεβαστή και εφικτή η επιθυμία να κάνουν ό,τι μπορούσαν και ό,τι μπορούν (γιατί ακόμη και τώρα γίνεται) για να πιάσουν μια θέση στο Δημόσιο. Και προς τούτο περνούσαν μια βόλτα από τα γραφεία των τοπικών βουλευτών για να τους... βολέψουν αναλόγως. Οι οποίοι, προθύμως συνεργάζονταν, γιατί μεταπολιτευτικά το Δημόσιο αποτελεί το μεγάλο ρουσφετολογικό χωνευτήρι των κομμάτων εξουσίας κατά κύριο λόγο και τον «θεμέλιο λίθο» των πελατειακών σχέσεων πολιτικών και πολιτών.
Αν το λοιπόν το Δημόσιο ήρθε και διογκώθηκε και έγινε αυτό το αδηφάγο, δυσκίνητο και αντιπαραγωγικό τέρας που είναι σήμερα, δεν φταίνε οι πολίτες (καθένας εκ των οποίων ήθελε, θεμιτά να λύσει το πρόβλημα της επαγγελματικής του αποκατάστασης), αλά οι πολιτικοί. Και αυτό θα πρέπει να είναι σαφές και ξεκάθαρο για τον Α. Λοβέρδο και τον κάθε πολιτικό που στρέφεται κατά του Δημοσίου, χωρίς να μπαίνει στον κόπο να κάνει την αυτοκριτική του ως μέλος της μεταπολιτευτικής πολιτικής ζωής του τόπου.