Λένε ότι οι αστυνομικές ιστορίες υπήρξαν ανέκαθεν το καταφύγιο των αληθινά ευφυών ανθρώπων, όσο κι αν θεωρείται από τους μανδαρίνους του πνεύματος ότι τα αστυνομικά μυθιστορήματα «είναι πνευματική τροφή εκείνων που δεν έχουν καμιά πνευματικότητα». Ωστόσο σε πείσμα όσων διατείνονται ότι αποτελούν κατώτερο φιλολογικό είδος, στην Ελλάδα το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού για το αστυνομικό μυθιστόρημα παρουσιάζει κατακόρυφη άνοδο. Αυτό αποτυπώνεται από τη μια στην αλματώδη αύξηση στις εκδόσεις τέτοιων μυθιστορημάτων και από την άλλη στην εμφάνιση μιας σειράς νεότερων Ελλήνων συγγραφέων, οι οποίοι ασχολούνται συστηματικά με το είδος.
Αναγνωρίζω ότι τα αστυνομικά μυθιστορήματα δεν είναι όλα ποιότητας. Υπάρχουν εκείνα που αποβλέπουν να δώσουν στους αναγνώστες τους δυνατές συγκινήσεις και να ταράξουν τα νεύρα τους και που για να το επιτύχουν περιγράφουν τρομερές σκηνές, φρικιαστικές δολοφονίες και ένοπλες συγκρούσεις αστυνομικών και κακούργων. Τα μυθιστορήματα αυτά που είναι η εξέλιξη των ροκαμβολικών επιφυλλίδων, των εφημερίδων του 19ου αιώνα, είναι βέβαια ανάξια λόγου.
Παράλληλα όμως υπάρχει και ένα άλλο είδος αστυνομικού μυθιστορήματος με μεγάλους τίτλους ευγένειας και φιλολογικής καταγωγής, αφού έχει μυθικό του πρόγονο τον ίδιο τον Όμηρο (το επεισόδιο του τεχνάσματος που μεταχειρίσθηκε ο Οδυσσέας για να γλιτώσει με τους συντρόφους του από τον τυφλό Κύκλωπα, εγκαινιάζει το είδος αυτό) και ιστορικό του πατέρα τον πιο λυρικό από τους παγκόσμιους ποιητές του 19ου αιώνα τον Έντγκαρ Άλαν Πόε.
Το αστυνομικό αυτό μυθιστόρημα, το μόνο αυθεντικό, το μόνο ενδιαφέρον, ούτε επιζητάει να προκαλέσει το επιδερμικό ρίγος του αναγνώστη, ούτε και είναι καρπός μιας φαντασίας αχαλίνωτης και αυθαίρετης. Είναι ολόκληρο ένα «λογικό συγκρότημα», κάτι που στηρίζεται στη λογική και που περιορίζεται απ’αυτήν. Παρουσιάζεται στον αναγνώστη σαν ένα οξύ πρόβλημα και το ενδιαφέρον έγκειται στην αναγωγική μέθοδο που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να φτάσει στη λύση του.
Η υπόθεση στο μυθιστόρημα αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο και είναι άλλωστε η ίδια πάντα: ένα μυστηριώδες, ένα ανεξήγητο έγκλημα, που ένας διάσημος ντετέκτιβ, προσπαθεί να διαλευκάνει. Άλλωστε σ’ αυτό το σημείο επικεντρώνεται και μια από τις μόνιμες κατηγορίες που δέχεται το αστυνομικό μυθιστόρημα από τους πολεμίους του. Η στερεότυπη κατασκευή του: κάποιος δολοφονείται και συνήθως ένας αστυνομικός ή ιδιωτικός ντετέκτιβ ψάχνουν τον δολοφόνο. Αυτοί που υποβαθμίζουν το αστυνομικό μυθιστόρημα υποστηρίζουν ότι το στερεότυπο αυτό, παρά τις επιμέρους παραλλαγές και παρεκκλίσεις που επιχειρούν κατά καιρούς οι συγγραφείς, δεν μπορεί να καταργηθεί, γιατί χωρίς αυτό απλούστατα δεν υπάρχει αστυνομικό μυθιστόρημα.
Κι όμως υπάρχει κάποιο στοιχείο που ανανεώνει αδιάκοπα αυτό το είδος του μυθιστορήματος: είναι τα μέσα που μεταχειρίζεται ο δολοφόνος για να παραπλανήσει τον ντετέκτιβ και το πώς ο τελευταίος αυτός, μικραίνοντας σιγά – σιγά τον κύκλο των υπονοιών, που περιλαμβάνει αρχικά διαφόρους ανθρώπους, καταλήγει να αποκαλύψει τον δολοφόνο. Πρόκειται δηλαδή για την πάλη δύο εγκεφάλων, που ο ένας έχει όπλο του την πανουργία και ο άλλος τη λογική και ψυχολογική επαγωγή.
Βέβαια δεν έλειψαν οι υπερβολές Σερλοκχολμικού τύπου, που κατασκεύασε η φαντασία του Κόναν Ντόιλ, αλλά αυτές έμειναν εξαιρέσεις. Το αστυνομικό μυθιστόρημα, όπως καλλιεργήθηκε στην Αγγλία και στην Αμερική, κρατήθηκε αυστηρά μέσα στα πλαίσια της λογικής, της ψυχολογίας, της διορατικότητας και της αληθοφάνειας, όπου το τοποθέτησε ο Πόε με τα δυο περίφημα διηγήματά του, το «Κλεμμένο γράμμα» και «Τα εγκλήματα της οδού Μόργκ».
Μέσα στο πλαίσιο αυτό το αστυνομικό αφήγημα μας έδωσε έργα που στέκονται και φιλολογικά, γιατί έχουν όλα εκείνα τα στοιχεία που απαιτεί το λογοτεχνικό είδος: την ατμόσφαιρα, τον καλό διάλογο, τους ζωντανούς τύπους, ακόμα και το ύφος. Σε μια περίοδο που η λογοτεχνία τείνει προς το χαοτικό καταργώντας τα πρόσωπα, την πλοκή και τα πάντα είναι ρευστά, το αστυνομικό αφήγημα διατηρεί ταπεινά τις κλασικές αρετές. Μπορεί να διαβάζεται από πολλούς με κάποια περιφρόνηση, διασώζει όμως την τάξη σε μια εποχή αταξίας. Οπωσδήποτε δεν είναι τυχαίο που μια από τις κατηγορίες βιβλίων που έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση σήμερα είναι τα βιβλία αστυνομικής λογοτεχνίας, που τα τελευταία χρόνια προσελκύουν όλο και περισσότερο την προσοχή του βιβλιόφιλου κοινού. Τα έργα των χαρακτηριστικότερων εκπροσώπων του είδους επανεκδίδονται με ιδιαίτερη επιμέλεια σαν σοβαρά δείγματα λογοτεχνίας, ενώ όλο και περισσότεροι μελετητές ασχολούνται συστηματικά με το αντικείμενο αυτό. Ειδικά στην Ελλάδα παρότι υποστηρίχθηκε πολλές φορές ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα και διήγημα υποτιμήθηκε για πολλά χρόνια σαν παραφιλολογία, είναι αναρίθμητες οι περιπτώσεις εκδοτικών οίκων και ταλαντούχων Ελλήνων συγγραφέων και μεταφραστών που ασχολούνται σοβαρά με το είδος, γεγονός που βοηθάει το αστυνομικό βιβλίο να μετακομίσει από τα κομοδίνα στις βιβλιοθήκες...
Αν και λίγες πολιτισμικές έννοιες έχουν αναγνωριστεί με τόσο καθολικό τρόπο και από την άλλη είναι σπάνιες οι λογοτεχνικές κατηγορίες που προκαλούν τόσο εμπαθείς αντιδράσεις, εν τούτοις δεν θέλω να υπερτιμήσω το αστυνομικό αφήγημα. Ξέρω, όπως και κάθε άλλος, ότι τα όριά του είναι περιορισμένα κι ότι όσο καλό κι αν είναι δεν μπορεί να παραβληθεί μ’ ένα καλό λογοτεχνικό μυθιστόρημα. Σαν υπεράσπισή του θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν... έχει ανάγκη από υπεράσπιση και κει που θέλω να καταλήξω είναι ότι η προτίμηση του βιβλιόφιλου κοινού προς το αστυνομικό λογοτεχνικό μυθιστόρημα όχι μόνον δεν είναι αξιοκατάκριτη, αλλά ότι πολλά μυθιστορήματα του είδους αυτού είναι πιο ενδιαφέροντα από άλλα βιβλία που εμφανίζονται με λογοτεχνικές αξιώσεις. Και από την άποψη αυτή η άνθηση του αστυνομικού βιβλίου τα τελευταία χρόνια θεωρείται δικαιολογημένη και εξηγήσιμη.
ΝΙΚ. ΝΑΚΟΣ