Η θερμοπληξία είναι μια βαριά παθολογική κατάσταση, η οποία προκαλείται από την υπέρμετρη συσσώρευση θερμότητας στον ανθρώπινο οργανισμό. Κλινικά, χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλη αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, η οποία συνήθως υπερβαίνει τους 40 βαθμούς Κελσίου και συνοδεύεται από θερμό και ξηρό δέρμα, καθώς και από διαταραχές του κεντρικού νευρικού συστήματος. Οι θάνατοι από θερμοπληξία εξακολουθούν δυστυχώς να είναι συχνοί στην εποχή μας, σε περιόδους καύσωνα, τους καλοκαιρινούς μήνες, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών και της υγρασίας της ατμόσφαιρας.
Ιστορικές περιγραφές θερμοπληξίας έχουν καταγραφεί πριν από 2.000 χρόνια. Έτσι, είναι γνωστό ότι το 24 π.Χ. καταστράφηκε ολοκληρωτικά ο Ρωμαϊκός στρατός στην Αραβία από « θερμή νόσο»... Η έντονη φυσική άσκηση, όπως π.χ. η συμμετοχή σε έντονες προπονήσεις ποδοσφαιριστών ή αθλητών άλλων αθλημάτων, καθώς και η συμμετοχή σε μαραθώνιους δρόμους, μπορεί επίσης να προκαλέσει διάφορες εκδηλώσεις θερμοπληξίας ακόμη και σε εύκρατα κλίματα.
Κλινική εικόνα: Η θερμοπληξία διακρίνεται σε δύο κατηγορίες: στην κλασική θερμοπληξία, που εμφανίζεται στα μικρά παιδιά και στους ηλικιωμένους και μπορεί να προσλάβει επιδημικές διαστάσεις και στη θερμοπληξία μετά από έντονη άσκηση, που παρατηρείται σε νέους και αφορά σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Στα συνήθη συμπτώματα της θερμοπληξίας περιλαμβάνονται: η ναυτία, οι εμετοί, η εξάντληση, η κεφαλαλγία, οι μυϊκές «κράμπες», η συγχυτική κατάσταση και η ζάλη. Τα τρία κυρίαρχα κλινικά «σημεία» της κλασικής θερμοπληξίας είναι: η υπερθερμία (θερμοκρασία στο ορθό μεγαλύτερη των 40 βαθμών ), η ανιδρωσία και η βλάβη του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ).
Επιπλοκές: Σε κάθε περίπτωση θερμοπληξίας, όλα σχεδόν τα οργανικά συστήματα υφίστανται λειτουργικές ή δομικές διαταραχές, οι οποίες προκαλούν έντονη κυτταρική βλάβη. 1) Καρδιαγγειακό σύστημα: Παρατηρούνται συμπτώματα δύσπνοιας ή στηθάγχης, σε ασθενείς που έχουν εκτεθεί σε θερμό και υγρό περιβάλλον και οι οποίοι έχουν ιστορικό αντιρροπούμενης συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας ή στεφανιαίας νόσου. Οι κίνδυνοι εμφράγματος του μυοκαρδίου στη διάρκεια της θερμοπληξίας είναι μεγαλύτεροι στους ασθενείς, που πάσχουν από στεφανιαία νόσο. 2) Μυικό και ουροποιητικό σύστημα: Η οξεία ραβδομυόλυση με τις εκδηλώσεις της είναι μια σοβαρή επιπλοκή της θερμοπληξίας, κυρίως μετά από έντονη άσκηση, καθώς και των υπερθερμικών καταστάσεων, που συνοδεύονται από τρομώδες παραλήρημα. Η κλασική θερμοπληξία συχνά συνοδεύεται από αύξηση της CPK, που μερικές φορές οδηγεί στην εμφάνιση οξείας νεφρικής ανεπάρκειας και υπερκαλιαιμίας. 3) Κεντρικό νευρικό σύστημα: Τα θύματα διακομίζονται στο Νοσοκομείο είτε σε κωματώδη κατάσταση είτε με σοβαρές διαταραχές προσανατολισμού. Οι κόρες συνήθως δεν αντιδρούν στο φως ή βρίσκονται σε μυδρίαση, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει μη αναστρέψιμη εγκεφαλική βλάβη. Η αυχενική δυσκαμψία, που συνήθως υπάρχει, μπορεί να προκαλέσει σύγχυση (Δ.Δ. από την υπεραχνοειδή αιμορραγία ή τη μηνιγγίτιδα). 4) Αιμοποιητικό σύστημα: Η διάχυτη ενδαγγειακή πήξη (ΔΕΠ), η οποία χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση θρομβοπενίας, την αυξημένη συγκέντρωση προϊόντων αποδομής του ινώδους (FDP) και την υποϊνωδογοναιμία, αποτελεί την κυριότερη αιτία θανάτου, λόγω απότομης αιμορραγίας στη φάση ανάρρωσης του θερμόπληκτου ατόμου. 5) Πεπτικό σύστημα: Διάρροια και εμετοί εμφανίζονται συχνά στη διάρκεια ή πριν από την εκδήλωση της θερμοπληξίας. Αιμορραγία του ανώτερου πεπτικού πρέπει να αναμένεται, παρόμοια με αυτήν του συνδρόμου Mallory-Weiss ή της διαβρωτικής αιμορραγικής γαστρίτιδας. 6) Αναπνευστικό σύστημα: Η υπερθερμία διεγείρει το κέντρο της αναπνοής με επακόλουθο τον υπεραερισμό, λόγω ταχύπνοιας. Εκδηλώσεις εκ των πνευμόνων δυνατόν να προκύψουν (αιμόπτυση, πνευμονική εμβολή, καρδιογενές πνευμονικό οίδημα ) και είναι συχνότερες στους ηλικιωμένους. 7) Δέρμα και ιδρωτοποιοί αδένες: Συχνή είναι η εμφάνιση πετεχειών και εκχυμώσεων. Μερικοί επιζώντες παρουσιάζουν υπολειμματική λειτουργία των ιδρωτοποιών αδένων, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο νέας θερμοπληξίας. 8) Ηλεκτρολύτες και οξεοβασική ισορροπία: Οι διαταραχές ηλεκτρολυτών, μπορεί να είναι απότομες και απειλητικές για τη ζωή. Υπερκαλιαιμία εμφανίζεται συνήθως σε συνδυασμό με ραβδομυόλυση, οξεία νεφρική ανεπάρκεια και μεταβολική οξέωση. Στους ασθενείς με κλασική θερμοπληξία συχνά παρατηρείται: α) υποκαλιαιμία, ιδιαίτερα σ’ αυτούς, που λαμβάνουν θειαζιδικά διουρητικά., β) υπερνατριαιμία και γ) υπασβεστιαιμία χωρίς όμως συχνές εκδηλώσεις τετανίας.
Θεραπευτική αντιμετώπιση: Η επιβίωση των θυμάτων εξαρτάται από την ταχεία διάγνωση της θερμοπληξίας και την οργάνωση ενός συστήματος άμεσης ιατρικής φροντίδας, το οποίο αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των περίπλοκων προβλημάτων, που εμφανίζονται στην οξεία φάση ή στη φάση ανάρρωσης. Η θεραπευτική αντιμετώπιση περιλαμβάνει:
α) Γενικά μέτρα: Κατά τη μεταφορά των ασθενών στο Νοσοκομείο πρέπει να εφαρμόζονται τα ακόλουθα: 1) προστασία της αεροφόρου οδού. Διασωλήνωση από κατάλληλο προσωπικό, αν κριθεί αναγκαίο. 2) τοποθέτηση φλεβικών «γραμμών» για ενυδάτωση ή χρήση ανάνηψης, 3) παρακολούθηση της ορθικής θερμοκρασίας, 4) αφαίρεση του ρουχισμού και βρέξιμο του ασθενούς με κρύο νερό. Ο κλιματισμός του ασθενοφόρου πρέπει να είναι σε πλήρη λειτουργία.
β) Ειδικά μέτρα: 1) Προσπάθεια μείωσης της θερμοκρασίας του σώματος έως τους 38,5ο C με την εφαρμογή παγόλουτρων, τα οποία αποτελούν την ταχύτερη μέθοδο απώλειας θερμότητας. 2) Εκτίμηση του ασθενούς για υποκείμενη νόσο ή προηγηθείσα θεραπεία, η οποία επιτάχυνε την εκδήλωση της θερμοπληξίας. 3) Σε περίπτωση εκδήλωσης σπασμών, η ενδοφλέβια χορήγηση ελασσόνων ηρεμιστικών (διαζεπάμη ή μινταζολάμη) και αντιεπιληπτικών είναι αποτελεσματική. 4) Παρακολούθηση της θερμοκρασίας του ορθού τουλάχιστον για 24 ώρες από την έναρξη της ελάττωσης της θερμοκρασίας, αφού μπορεί να εμφανιστεί επικίνδυνη υποθερμία, αν η προσπάθεια ψύξης είναι ιδιαίτερα επιθετική. 5) Ενδοφλέβια χορήγηση υγρών χαμηλής θερμοκρασίας (20 – 25 βαθμούς Κελσίου). 6) Διενέργεια, απαραιτήτως, πλήρους εργαστηριακού ελέγχου ( κυρίως των ηλεκτρολυτών, των παραμέτρων της ηπατικής και νεφρικής λειτουργίας, των αερίων αίματος και των εξετάσεων του πηκτικού μηχανισμού. 7) Συνεχής ηλεκτροκαρδιογραφικός έλεγχος (δυνατόν να προκύψουν διαταραχές επαναπόλωσης, έκτακτες κοιλιακές συστολές και κολπικές ταχυαρρυθμίες).
Πρόληψη: Στα γενικά μέτρα πρόληψης περιλαμβάνονται: 1) Η χρήση ελαφρών, ευρύχωρων και ανοιχτόχρωμων ρούχων, καθώς και η χρήση καπέλου. 2) Η κατανάλωση ελαφρών και καλά αλατισμένων τροφών, καθώς και αρκετών φρούτων. 3) Η λήψη άφθονων δροσερών υγρών, καθώς και η δημιουργία ρευμάτων αέρα με φυσικά (άνοιγμα παραθύρων) ή τεχνητά μέσα (ανεμιστήρας, κλιματιστικά). 4) Η αποφυγή σωματικής καταπόνησης, κάτω από υψηλές θερμοκρασίες, καθώς και η αποφυγή της άσκοπης και υπερβολικής έκθεσης στον ήλιο τις μεσημβρινές ώρες. 5) Η αποφυγή κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών τις θερμές ώρες της ημέρας και 6) Η καθιέρωση συχνών μπάνιων («ντουζ») με δροσερό νερό.
Σε περιόδους καύσωνα συνιστάται επίσης τροποποίηση της ενδεχόμενης αγωγής με φάρμακα, που προδιαθέτουν στην εμφάνιση της θερμοπληξίας. Έτσι, πρέπει να μειώνεται η δόση των αντιψυχωσικών σκευασμάτων, αφού αυτά, ως επί το πλείστον, διαταράσσουν την υποθαλαμική θερμορρύθμιση, ενώ ταυτόχρονα προκαλούν μείωση της εφίδρωσης και εμφάνιση αγγειοδιαστολής, η οποία αυξάνει την πρόσληψη θερμότητας από το περιβάλλον. Επίσης, πρέπει να γίνεται και μείωση των αντιπαρκινσονικών φαρμάκων, καθώς και των νευροληπτικών (αμφεταμίνες), και των τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών. Το ίδιο ισχύει και για τα αντιυπερτασικά, κυρίως για τους β- αναστολείς και τα διουρητικά.
* Ο Δρ Αργύρης Β. Ντόβας είναι τ. Διευθυντής Β΄ Παθολογικής Κλινικής Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, και Παθολογικής Κλινικής ΕΣΥ Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας