Σειρές με λίγα επεισόδια, τηλεοπτικές μεταφορές πολύ σπουδαίων βιβλίων της Νεοελληνικής Γραμματείας κορυφαίων συγγραφέων μας, τα οποία στην άνυδρη εποχή της αμφισβήτησης των πάντων και της άγονες αντιπαράθεσης σε όλα τα επίπεδα, γίνονται γνωστά, έστω με αυτόν τον τρόπο, στο ευρύ κοινό και κυρίως στις νεότερες γενιές.
Και παλιότερα η δημόσια τηλεόραση, κυρίως, πρόβαλε επιτυχημένες τηλεοπτικές μεταφορές από την πολύ πλούσια λογοτεχνική παραγωγή, όπως: «Οι έμποροι των εθνών» και «Ο Βαρδιανός στα σπόρκα» του Αλ. Παπαδιαμάντη, «Η τιμή και το χρήμα» του Κ. Θεοτόκη, «Η Γαλήνη» του Ηλ. Βενέζη, «Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν» και «Ο Γιούγκερμαν» του Μ. Καραγάτση, «Ο Ζητιάνος» και «Η Λυγερή» του Α. Καρκαβίτσα κ.ά.
Γλωσσικά διαμάντια που χάνονται μέσα στην παντοδυναμία του… έξυπνου κινητού και των πολυδιαφημισμένων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία τελικώς συμβάλλουν στη φτωχοποίηση της γλώσσας και της συρρίκνωσης της μνήμης, της φαντασίας, της γνώσης και του στοχασμού. Κι αφού μιλάμε για τα καλό τη γλώσσα, καλό είναι να θυμηθούμε τα όσα είπε για την ελληνική γλώσσα ο ποιητής Ο. Ελύτης, κατά τη διάρκεια της απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979 στην Ακαδημία της Στοκχόλμης: «Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ’ όλα αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί 2,5 εκατομμύρια χρόνια χωρίς διακοπή και με ελάχιστες διαφορές».
Ο Μανόλης, λοιπόν, ο ντελμπεντέρης, κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου και της σειράς, φτωχός, ανήσυχος και μοναχικός ως χαρακτήρας από μικρός, ένα μόνο όνειρο είχε, τον ξενιτεμό. Να μπαρκάρει για τις μεγάλες και πλούσιες χώρες της Ευρώπης, όπου το χρήμα… έρρεε άφθονο, ακόμη και στους δρόμους… Αυτό άκουγε να λένε στο νησί. Κι όταν η μάνα του δε συμφωνούσε με το φευγιό του παιδιού της (…) μανιασμένη για τον γιο της, έβγαζε απ’ το στόμα της βαριά λόγια, η γειτόνισσά της, αποκρινόταν: Δε φταίει ο γιος σου, φταίει η καταραμένη η πετριά να γίνει, και καλά, ο μεγαλύτερος του νησιού, γράφει στο βιβλίο του ο Εφταλιώτης.
Στις μεγάλες πρωτεύουσες, ο μετανάστης Μανόλης, θα μπερδευτεί με τους άλλους, θα μπει στα κόλπα του εμπορίου, θα γίνει αδίστακτος τοκογλύφος, θα ερωτευθεί «επιδερμικά» με πλούσιες και με κάθε ευκαιρία θα αναφωνεί, θριαμβολογώντας: «Παράς και πάλι παράς!». Θα φανταστεί τον εαυτό του μεγάλο ευεργέτη της πατρίδας του, ακόμη και τον ανδριάντα του εαυτού του να στήνεται περήφανος στην πλατεία του χωριού του.
Με τις σπατάλες, όμως, τη μεγάλη ζωή και τις ζημιές, εκεί στα ξένα, «αγάλι, αγάλι, θα ξυπνήσει η Συνείδηση», θα του κρυφομιλήσει κι όλα του τα σφάλματα θα του τα ξαναθυμήσει, όπως λέει και το τραγούδι. Θα καθαρίσει την πληγή στο κεφάλι του από την πετριά και θα δει να ξανοίγεται μπροστά του το πέλαγος με τις ελπίδες.
Έτσι, ο Μανόλης ο ντελμπεντέρης, που έκανε το μεγάλο μετέωρο βήμα της ζωής του, θα «ρίξει τα μούτρα του» μετανιωμένος και ηττημένος από τον ίδιο του τον εαυτό και θα επιστρέψει στην πατρική του γη για να ξαναγεννηθεί…
(1) Ντελμπεντέρης: Από το τουρκ. derbeder (παραιτημένος, απεριποίητος. στα ελληνικά ο ανοιχτόκαρδος, ο λεβέντης).