Μια εκπληκτική αύξηση 579% με όγκο συναλλαγών εκείνη την ημέρα 570 δισ. δραχμές. Η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χ.Α.Α. εκείνη την ημέρα ήταν 212,8 δισ. ευρώ, κάπου 78 τρισ. δραχμές (!), που ήταν το 182% του Α.Ε.Π. Η πτώση ξεκίνησε τη Δευτέρα 20.9 και έγινε αισθητή από τις 23.9.99. Με καθοδικό σπιράλ το Χ.Α.Α. έφτασε στις 1.447 μονάδες τον Μάρτιο του 2003. Η εξίσου φρενήρης κάθοδος με αυτήν της ανόδου ενισχύθηκε με τη συνειδητοποίηση της ύπαρξης «τσίγκινων» μετοχών άχρηστων εταιρειών μέσω των αναδόχων τραπεζών. Μετά πήρε τη σκυτάλη η ψυχολογία των μαζών, δημιουργώντας αέναο φαύλο κύκλο. Οι πωλητές πουλάνε σε κρίση πανικού ή βιασύνης, επειδή νομίζουν πως οι μετοχές θα καταρρεύσουν. Ήταν μια εκπληρούμενη προφητεία. Στην άνοδο και την κάθοδο συνέβαλαν οι ανεπαρκείς έλεγχοι από μια υπολειτουργούσα επιτροπή κεφαλαιαγοράς και ένα ατελές θεσμικό πλαίσιο. Έχοντας γνώση της πραγματικότητας και με το χρηματιστήριο περί τις πέντε χιλιάδες μονάδες, παρενέβη ο Σημίτης και συνέστησε προσοχή στους επενδυτές, επειδή το χρηματιστήριο περιέχει κινδύνους. Την επόμενη ο εισαγγελέας του Α.Π. με Δελτίο Τύπου ανήγγειλε πως παρέμβαση αυτής της μορφής υπονομεύει την οικονομία και αποτελεί ποινικά κολάσιμο αδίκημα. Ό,τι άλλο έχει γραφεί, ήταν ψέματα. Η οικονομική αγραμματοσύνη και η έμφυτη απληστία της μάζας έπαιξαν τον ρόλο τους τόσο στην άνοδο όσο και στην κάθοδο. Ας λέμε, επιτέλους, αλήθειες, παύοντας να τείνουμε δάκτυλο προς το κράτος και τους πολιτικούς. Υπάρχει ποτέ σίγουρος τζόγος; Και ποια δικαιολογία είχαν όσοι δεν αρκέστηκαν σε επιδόσεις 50 και 100% σε ετήσια βάση, αλλά ζητούσαν να τριπλασιάσουν και τετραπλασιάσουν τα όποια χρήματα είχαν επενδύσει στο Χ.Α.Α., παραμένοντας σφηνωμένοι σαν βδέλες σ’ αυτό και μετά τις 6.000 μονάδες. Δεν αντέχει σε λογική προσέγγιση η πίστη πως το οποιοδήποτε χρηματιστήριο στη γη θα μπορούσε να επταπλασιάσει τις αποδόσεις του σε τρία χρόνια. Η άνοδος στην Ελλάδα υπήρξε πρωτοφανής και γι’ αυτό το ένστικτο και μόνο του καθενός έπρεπε να τον οδηγήσει σε εκλογίκευση της οικονομικής του συμπεριφοράς. Δε συνέβη, όμως, και χάθηκαν τεράστια ποσά στον βωμό του τζόγου.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΤΗΣ 17.9
Αναφέρθηκαν μέχρις εδώ τα γεγονότα. Ακολουθεί το αφήγημα του γράφοντος, για το πού και αν υπήρχε σκάνδαλο. Δεν έχει, και πάντως δεν έχω δει, κάτι σχετικό να έχει γραφεί. Θεωρείστε, επομένως, αυτό το ευφάνταστο διήγημα πως δε σχετίζεται με γεγονότα. Θα παρακάμψω το ότι η Επιτροπή Κεφαλαιογοράς, αρμόδια για έλεγχο εισαγομένων εταιρειών στο Χ.Α., βρισκόταν στα σπάργανα και οι έλεγχοί της ήταν ατελείς έως ανύπαρκτοι. Ο ίδιος το δέχομαι. Θα παρακάμψω και το γεγονός πως καμία τράπεζα δεν εγγυήθηκε προς την εισαγόμενη Α.Ε. εκ μέρους της [ως αναδόχου κάλυψης], πως θα καλύψει η ίδια το αιτούμενο κεφάλαιο, αν δεν καλυφθεί από εγγραφές επενδυτών. Τέτοια εγγύηση πέτυχε η Μότορ Όιλ της οικογένειας Βαρδινογιάννη, καθώς εισήλθε στο χρηματιστήριο πολύ μετά το 1999 σε μη ευνοϊκό κλίμα. Οικονομικός κολοσσός για τα ελληνικά δεδομένα αντιμετώπισε πρόβλημα κάλυψης, όταν τα προηγούμενα χρόνια αφερέγγυα σχήματα είχαν ιλιγγιώδεις αποδόσεις.
Λοιπόν. Αν θεία βουλήσει ήμουν Έλληνας τραπεζίτης εκεί στο ‘95-‘97 και το χαρτοφυλάκιό μου είχε 5-10 εταιρείες, που δεν μπορούσαν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, θα ζητούσα αμέσως στο γραφείο μου τους φακέλους και τους διευθυντές που ενέκριναν τις εκταμιεύσεις, μάλλον με το αζημίωτο. Εκεί θα έβλεπα ότι τα ακίνητα της οφειλέτριας και ο μηχανολογικός εξοπλισμός τους ήταν υπερτιμημένα και στον τελευταίο ισολογισμό οι αποθήκες με εμπορεύματα ήταν άδειες, αλλά και οι 100 εργαζόμενοι του φακέλου ήταν καμιά δεκαριά κακοπληρωμένοι. Μόλις διαπίστωνα όλ’ αυτά, θα απέλυα τους εισηγητές των δανείων διευθυντές μου. Αμέσως μετά θα καλούσα τα αφεντικά των οφειλετριών Α.Ε. ένα, ένα. «Άκουσε», θα του έλεγα, «Με τα στοιχεία του φακέλου σου θα κάνουμε έναν ωραίο τόμο με φωτογραφίες, διαγράμματα, εκθέσεις εκτιμητών κ.λπ. και θα κάνουμε για λογαριασμό σου αίτηση εγγραφής στο χρηματιστήριο. Αυτή θα πάει στην Επιτροπή κεφαλαιαγοράς. Έχουμε άκρες εκεί, με το αζημίωτο, και θα πάρεις προτεραιότητα εγγραφής. Θα ζητήσουμε ένα δισ. δραχμές για αύξηση κεφαλαίου που έχεις δήθεν προγραμματίσει. Το χρηματιστήριο τελευταία ανεβαίνει ραγδαία. Βοηθάμε κι εμείς. Θα σε βάλουμε, λοιπόν, εκεί γρήγορα. Το σαπάκι σου, μη με παρεξηγείς, θα βγει σε όλες της εφημερίδες και στην τηλεόραση, για να δει ο κόσμος ότι ο κολοσσός σου κάνει αύξηση κεφαλαίου, που δεν είναι και πάρα πολλά για την εταιρεία-γίγαντα, όπως θα την εμφανίσουμε. Άκουσε τι άλλο θα σου πω. Επειδή όλες οι τράπεζες κάνουν το ίδιο, η καθεμιά ζητάει από τις άλλες να εγγυηθούν την ακρίβεια των στοιχείων. Νονοί εμείς, παρανονοί οι άλλοι τραπεζίτες. Πάμε παρακάτω. Καθώς θα χρειαστείς κεφάλαια κίνησης που δεν έχεις, για να κάνεις την «επένδυση», τα χρήματα της αύξησης που θα αντλήσουμε, θα έρθουν στην τράπεζα που είναι ανάδοχός σου. Εκεί θα γίνει ο λογαριασμός. Κρατάμε όλο το χρέος σου, ληξιπρόθεσμο και μη. Κρατάμε την προμήθεια από 3% συν τα έξοδα που θα γίνουν για την είσοδο στο χρηματιστήριο. Η τράπεζα για να χρηματοδοτήσει την επένδυση (κάτι θα κάνεις να φανεί) και καθώς οι εγγυήσεις σου είναι αέρας, θα βάλει σε δεσμευμένο λογαριασμό σου όσα χρειαστούν για την επένδυση. Έτσι ξεχρεώνεσαι και αναπνέεις. Όχι Ι.Χ., βίλες και κότερα. Κατάλαβες; Κατάλαβες και συμφωνείς. Αλλιώς κλείνω λογαριασμούς και χρεοκοπείς».
Αυτή η κουβέντα νομίζω πως έγινε με καμιά πεντακοσαριά υπερχρεωμένες εταιρείες που ξεχρεώθηκαν. Ας πούμε η ξυλουργική Αγρινίου (17 φορές η ονομ. αξία), οι αθηναϊκές συμμετοχές (22 φορές πάνω) κ.λπ. Όταν έφτασε στον έβδομο ουρανό η άνοδος του Χ.Α.Α. στις 17.9.1999, άρχισε σιγά-σιγά το «ξεφόρτωμα» των μετοχών με ασταμάτητη κάθοδο για τέσσερα χρόνια. Ο όγκος των πωλήσεων παρέσυρε προς τα κάτω εκατοντάδες χιλιάδες παίκτες σε σπιράλ καθόδου. Η ισορροπία αποκαταστάθηκε στις 1.400 μονάδες την άνοιξη του 2003. Οι φούσκες, αφού έπαιξαν τον προγραμματισμένο ρόλο τους, έσκασαν στο μεταξύ, αφήνοντας πίσω εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινα ερείπια.
Στην κρίση, από τον Σεπτέμβριο 1999 μέχρι τον Μάρτιο 2003, κέρδισαν οι συντηρητικοί επενδυτές, επειδή αντιλήφθηκαν τις αντοχές ανόδου των μικρών χρηματιστηρίων. Κέρδισαν τα πολλά οι ανάδοχοι εισαγωγής εταιρειών ελληνικές τράπεζες, που έσβησαν τα χρέη οφειλετριών επιχειρήσεων και έλαβαν μεγάλες προμήθειες για την αναδοχή τους στο χρηματιστήριο. Και... πάλι κέρδισαν οι τράπεζες τις προμήθειες των συναλλαγών ως μοναδικές μέτοχοι των Εταιρειών Λήψης και Διαβίβασης Εντολών (ΕΛΔΕ). Κέρδισαν οι υπερχρεωμένες εταιρείες που είδαν τα τραπεζικά και άλλα χρέη τους να σβήνουν ελέω χρηματιστηρίου. Κέρδισαν πολλά και οι ανεξάρτητες ΕΛΔΕ, τόσο στην άνοδο όσο και την κάθοδο του δείκτη. Αλλά και το Δημόσιο κέρδισε από τον φόρο 2% στις χρηματιστηριακές συναλλαγές.
Το 2004 οι συστημικές τράπεζες βρέθηκαν με τεράστια ποσά στους λογαριασμούς τους στην ΤτΕ και είναι ευρύτερα γνωστό πως μετά το 2004 οι τράπεζες αυτές, που διαχειρίζονταν το βασίλειο των χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, πλημμύρισαν την αγορά και τα νοικοκυριά με δεκάδες εκατομμύρια καρτών και δανείων. Δάνεια καταναλωτικά. Δάνεια στεγαστικά. Δάνεια για διακοπές. Δάνεια για ό,τι φαντάζεται κάποιος. Πού βρέθηκαν αυτά τα δισεκατομμύρια ευρώ, που εκτίναξαν τις εισαγωγές καταναλωτικών αγαθών, δημιουργώντας μεγάλα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας μετά το 2004; Εκείνη τη χρονιά το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας ανήλθε στα 20, 4 δισ. ευρώ. Το 2005 στα 25 δισ. και διαρκώς αυξανόμενο ανήλθε το 2008 στα 44,7 δισεκατομμύρια. Μεταξύ 2004-2008 έφυγαν από τη χώρα μόνον από το εμπορικό έλλειμμα 255 δισ. ευρώ. «Τις πταίει»; Τα άπειρα τώρα δισ. ευρώ που δόθηκαν από το τραπεζικό σύστημα σε εκατομμύρια πολίτες και επιχειρήσεις δε στάθηκε δυνατό να εξοφληθούν. Ήρθε και η οικονομική κρίση. Έτσι, οι τράπεζές μας ανακεφαλοποιήθηκαν μετά το 2010 με 57 δισεκατομμύρια ευρώ από τα μνημονιακά δάνεια. Στο ποσό περιλαμβάνονταν οι απώλειες από το πλειοψηφικό (ονομάζεται εθελοντικό) κούρεμα του δημόσιου χρέους εξαιτίας της έκθεσης των τραπεζών σε ομόλογα του Δημοσίου. Το μεγάλο τους άνοιγμα, όμως, οφειλόταν στις απώλειες από την πλημμυρίδα των χορηγήσεων. Η ανακεφαλαιοποίηση έπεσε στους ώμους των εντίμων Ελλήνων. Έτσι συμβαίνει πάντοτε με τα μεγάλα και τα μικρά ψάρια.