Συγκεκριμένα, γράφει ότι «ο δρόμος, η πάλη, το άλμα και το παγκράτιον παίζονται μέχρι της σήμερον εις την Θεσσαλίαν και εις όλην την Ελλάδα».
Ο Ρήγας τονίζει έμμεσα την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων, ενισχύοντας την αυτοσυνειδησία των σκλαβωμένων, οι οποίοι ως απόγονοι των αρχαίων διατηρούν τα ολυμπιακά αγωνίσματα. Σημειώνει, ακόμη, ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες «επανηγυρίζοντο από τους προπάτορές μας», συνδέοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τους σύγχρονούς του Έλληνες με τους αρχαίους. Προσφέρει επιπλέον και ένα αίσθημα αισιοδοξίας ότι όχι μόνο να διατηρούν τα ολυμπιακά αγωνίσματα στα χρόνια της σκλαβιάς, αλλά και μετά την επανάστασή του να τους προσδώσουν την αίγλη που πρέπει να έχουν, ώστε να «πανηγυρίζονται» από τους απογόνους των «προπατόρων» τους.
Μάλιστα, στον τίτλο της περίφημης «Χάρτας» του έχει τρεις παραστάσεις από τα ολυμπιακά αγωνίσματα, της πάλης, ιπποδρομίας και αρματοδρομίας, τις οποίες έβαλε και στην αρχή των κεφαλαίων των «Ολυμπίων», όπως έχει επισημάνει ο Λ. Βρανούσης.
Ρήγας Βελεστινλής και Ολυμπιακοί Αγώνες
Με την ευκαιρία ότι βρίσκονται σε εξέλιξη οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Παρίσι, καλό θα είναι να μνημονευθούν σχετικά κείμενα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αρχαίας Ελλάδος, που περιλαμβάνονται στα έργα του επαναστάτη και εθνεγέρτη Ρήγα Βελεστινλή, με τα οποία ήθελε να ενισχύσει την ιστορική μνήμη των σκλαβωμένων και να τους δείξει την αρχαία κληρονομιά, των προπατόρων τη δόξα, ποιων προγόνων είναι απόγονοι.
Σήμερα θα γίνει αναφορά στο βιβλίο, που μετέφρασε και εξέδωσε ο Ρήγας στη Βιέννη το 1797 με τίτλο «Νέος Ανάχαρσις» και στο οποίο παρατίθενται περί τις εξήντα σελίδες σχετικά με τη διοργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων. Γίνεται περιγραφή της Ολυμπίας, επισημαίνοντας ότι πολλά αγάλματα των ολυμπιονικών είχαν στηθεί στους δρόμους και τις πλατείες, καθώς και περιγραφή του ναού του Διός, «το αριστούργημα του Φειδία και της γλυπτικής», όπως σημειώνεται.
Γίνεται αναφορά στο ολυμπιακό στάδιο, το οποίο διαιρείται στο κυρίως στάδιο και το ιπποδρόμιο και στα αγωνίσματα, εκ των οποίων τα ελαφρά, όπως τα «τρεξίματα», διενεργούνται τις πρωινές ώρας, ενώ μετά το μεσημέρι τα «βαρέα ή σφοδρά, ως η πάλη, η πυγμή και τα λοιπά».
Τονίζεται ότι όλοι οι αθλητές έδιναν όρκο στους «πόδες του αγάλματος του Διός» ότι δε θα μεταχειριστούν καμία απάτη και με τιμιότητα θα αγωνιστούν, ενώ στη συνέχεια αναγγέλλονταν τα ονόματα των αθλητών, καθώς και το όνομα της ιδιαίτερης πατρίδας τους.
Περιγράφονται οι αγώνες δρόμου, του άλματος, του δίσκου, του ακοντίου, οι ιπποδρομίες και αρματοδρομίες, καθώς και τα ολυμπιακά αγωνίσματα «οπού απαιτούσι περισσοτέραν ισχύν, ως η πάλη, η πυγμή, το παγκράτιον και το πένταθλον». Η τελευταία ημέρα των Ολυμπιακών Αγώνων «εδιωρίσθη διά να στεφανωθώσιν οι νικηταί».
Συγκινητική είναι η αναφορά στον Ολυμπιονίκη Διαγόρα τον Ρόδιο, του οποίου οι δύο γιοι αναδείχθηκαν ολυμπιονίκες και οι οποίοι έθεσαν τα στέφανά τους στο κεφάλι του πατέρα τους και «τον περιέφερον εν θριάμβω εις το μέσον των θεατών, οίτινες τον εσυγχαίροντο ρίπτοντες άνθη επάνω του και μερικοί αυτών των έλεγον, «Πέθανε, Διαγόρα, διατί δεν έχει πλέον τίποτες να επιθυμήσης». Ο γέρων μη δυνάμενος να εξαρκέση εις την ευτυχίαν του, εξεψύχησεν ενώπιον της συνελεύσεως».