Το γεγονός αυτό, εκτός από αυταπόδεικτο (άλλες προκλήσεις είχε - παραδείγματος χάρη - να αντιμετωπίσει η γενιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και άλλες η γενιά «Υ» με εύρος από το 1981 έως το 1996), είναι ιδιαιτέρως εμφανές στη διάδραση μεταξύ των γενεών.
Παράλληλα, οι έντονες αλλαγές στις εποχές (με την ιστορική του όρου έννοια), η ραγδαία πρόοδος της τεχνολογίας και η απώθηση του παρελθόντος, «σπρώχνουν» αναπόδραστα τη ζωή συνεχώς προς μια επόμενη φάση. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ακόμα κι όταν βλέπουμε φωτογραφίες μας, λίγα έτη πίσω, αν εξαιρέσουμε τη γλυκιά αίσθηση των αναμνήσεων, όλα μοιάζουν τόσο παλιά, αναχρονιστικά και ξεπερασμένα.
Κάπως έτσι λοιπόν, το κοινώς λεγόμενο «χάσμα» των γενεών γιγαντώνεται. Θα ρωτούσε όμως κανείς εύλογα: Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να εκλαμβάνουμε την ύπαρξη χάσματος μεταξύ των γενεών ως κάτι το αρνητικό;
Προφανώς, η πλήρης εξάλειψη του χάσματος των γενεών είναι ουτοπική και αδύνατη. Και αυτό, γιατί οι κοινωνικο-οικονομικές και περιβαλλοντικές συνθήκες δεν μπορούν να μείνουν σταθερές στο πέρασμα του χρόνου. Ακόμη μάλιστα, κι αν υποτεθεί ότι -με κάποιο τρόπο- αυτό θα μπορούσε να συμβεί, η ίδια η στασιμότητα της μεταβολής των συνθηκών, θα δημιουργούσε τελικά και πάλι χάσμα μεταξύ των ατόμων των δυο γενιών.
Επομένως, το «χάσμα» των γενεών είναι (α) αναπόφευκτο και (β) δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με αρνητισμό, καθώς μέσα του κρύβει πάντα και μια εξέλιξη.
Στη σύγχρονη εποχή, η διαχείριση του χάσματος των γενεών είναι πιο δύσκολη, ακριβώς λόγω της μεγιστοποίησης της απόκλισης, απότοκο των έντονων και εκτενών μεταβολών των συνθηκών. Οι γονείς δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν με τα ίδια τους τα παιδιά, οι εργασιακές σχέσεις δοκιμάζονται καθώς οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, δεν μοιράζονται τις ίδιες απόψεις με τους μεγαλύτερους συναδέλφους τους, οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ ατόμων διαφορετικών γενιών φθίνουν.
Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν εύκολα να αφομοιωθούν κοινωνικά, αν δεν συνέτρεχαν παράλληλα δυο πολύ κρίσιμοι παράγοντες:
1. Η έντονη οικονομική εξάρτηση των νέων από τους γονείς τους
2. Ο κοινωνικός απομονωτισμός, ως ενσυνείδητη επιλογή
Σύμφωνα με έρευνα της «διανέοσις», το 48% των νέων δηλώνουν, ως βασική πηγή του εισοδήματός τους, την «οικονομική στήριξη από γονείς ή άλλους συγγενείς». Η εργασία, ως πηγή εισοδήματος, έρχεται δεύτερη, με 45%. Με άλλα λόγια, το «χαρτζιλίκι» είναι το μέσο επιβίωσης σχεδόν για τους μισούς νέους σήμερα, διαπίστωση εξόχως προβληματική από δυο όψεις: αφενός από την πλευρά των νέων, οι οποίοι παραμένουν εξαρτώμενοι τη στιγμή που θα έπρεπε να δημιουργούν και να παράγουν και αφετέρου από την πλευρά των γονιών, οι οποίοι άλλοτε από υπερπροστατευτισμό και άλλοτε από κοινωνικά στερεότυπα αποτελούν πρακτικά τροχοπέδη στον απογαλακτισμό και την ανάπτυξη των νέων.
Ταυτόχρονα, οι νέοι, παρότι έχουν κατά κανόνα καλύτερο επίπεδο εκπαίδευσης από τους γονείς τους, συμμετέχουν λιγότερο σε εθελοντικές ή συλλογικές δράσεις από ό,τι οι γονείς τους, εμπιστεύονται λιγότερο τους θεσμούς και συμμετέχουν λιγότερο σε πολιτιστικά δρώμενα. Το συμμετοχικό αυτό έλλειμμα και η αμφισβήτηση των θεσμών έχει τεράστια επίπτωση στην πρόοδο των νέων. Επίσης, η ύπαρξη γνώσεων και η λήψη τίτλων σπουδών δεν επαρκεί.
Η καλλιέργεια κοινωνικών συμπεριφορών που επιτυγχάνεται μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες και την αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους, διαπλάθει αυτό που αποκαλούμε ευρέως «κοινωνική παιδεία». Σε έναν κόσμο στον οποίο συνυπάρχουμε όλες οι γενιές και η επιβίωση και η διαβίωσή μας εξαρτάται και από άλλους ανθρώπους, η ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων (θα έπρεπε να) αποτελεί πρώτη προτεραιότητα.
Όσα πτυχία και αν έχει ένας νέος, όταν είναι «κοινωνικά αναλφάβητος» ή τόσο οργισμένος με τους θεσμούς που τους απορρίπτει συλλήβδην, μόνος του τοποθετεί τον εαυτό του εκτός κοινωνίας.
Είναι σαφές, ότι η διόρθωση της οικονομικής εξάρτησης και του απομονωτισμού των νέων, δεν άπτεται μόνο στη γενιά των νέων. Και το σημερινό χάσμα γενεών, δεν είναι σαν τα προηγούμενα.
Από την Αικατερίνη Κ. Γανίδη,
δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω, διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, Σπ. ΠΜΣ «Ιατροδικαστική - Ψυχιατροδικαστική» Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ