Όλες οι νεαρές νύφες, όλα τα αρσενικά ποδοσφαιριστές με τατουάζ. Άλλος φωνάζει από δω, άλλος κραυγάζει από κει, ένας πίνει μέχρι σκασμού, δύο χορεύουν σαν τρελοί, μια μαϊμού δείχνει τον πισινό της στο στύλο, άλλη ποζάρει σε στάση σκολίωσης. Σκοπός όλων να τραβήξουν την προσοχή, το μότο είναι «Με βλέπεις άρα υπάρχω» κι αφού δε χαρίζεται τίποτα όλοι τζογάρουν στο «Κοίτα και μένα μπάρμπα». Ο χώρος είναι χωράφι χέρσο, δύσκολα πια φυτρώνει κάτι της προκοπής. Μουσική σκυλάδικη, φαγητό πάλι για σκυλιά, είσαι εγκλωβισμένος. Τι κάνεις; Ή την κοπανάς ή παρατηρείς από μακριά το πανηγύρι. Βάζεις ακουστικά κι αν δεις κάτι ενδιαφέρον σηκώνεις το βλέμμα. Που και που, αν καμιά σκέψη σου αξίζει να τη μοιραστείς, την ξεφουρνίζεις στην παρέα.
Έτσι έχουν γίνει τα κοινωνικά δίκτυα σήμερα. Πανηγύρια από άβαταρ, συναντήσεις ηθοποιών, συναπάντημα κρυμμένων στα κελύφη τους σαλιγκαριών, αθλοπαιδιές φυλακισμένων στις πανοπλίες τους ιπποτών (τρομάρα μας).
Παλιά, όχι ότι ήταν πάντα καλύτερα αλλά, ήταν πιο ουσιαστικά τα πράγματα. Έβαζες λίγο νερό, μη πω και σάλιο, στα μαλλιά να μην πετάνε, έβγαινες στο καφενείο, μιλούσες μόνο σ’ όσους ήθελες, γύριζες το ξινισμένο βλέμμα, σαν αυτό της λεμονάδας Χίου, όταν έβλεπες κάποιον που αντιπαθούσες. Τώρα στα κοινωνικά δίκτυα βατράχια και ελέφαντες όλοι στον ίδιο βάλτο. Όλοι δείχνουν ευτυχισμένοι κανείς δεν ποδοπατιέται. Κανένας δεν έχει ρυτίδες, κανένας με πονόδοντο. Μάθαμε τι καφέ πίνει η γειτονιά γιατί όλοι μοστράρουν κάθε ξημέρωμα το φλιτζάνι, ξέρουμε πού περπατάνε οι πάντες κάθε Σάββατο και πού κολυμπάνε κάθε Κυριακή (κι ας είναι στο ίδιο μέρος), γινόμαστε άθελά μας ωτακουστές στις προσωπικές συνομιλίες με τους φίλους τους χωρίς να μας καίγεται καρφί, τους βλέπουμε να κλαίνε με φάτσες των Emoji όταν πεθαίνουν οι γονείς τους (ο θρήνος τους δεν είναι ούτε βουβός ούτε κραυγή, είναι θόρυβος).
Ενθουσιασμένοι γονείς λένε «Σ’ αγαπώ» στα παιδιά τους μέσω υμών των αγνώστων διαδικτυακών φίλων και τα συγχαίρουν όταν επιτυγχάνουν σε κάτι λες κι έχουν χάσει το κινητό τους ή δε θα φάνε μαζί το μεσημέρι! Ξετρελαμένοι σύζυγοι, που γιορτάζουν τα δέκα χρόνια γάμου, δεν ψιθυρίζουν τρυφερά «Χρόνια μας πολλά, αγάπη μου», αλλά ξεκουφαίνουν τα δικά μας αυτιά! Το επόμενο βήμα είναι να μας βάλουν ανάμεσά τους στο κρεβάτι, αλλά ας ρωτήσουν πρώτα, αν το θέλουμε!
Ο ναρκισσισμός μας, ο εντυπωσιασμός, η ανάγκη τελοσπάντων να μας θαυμάζουν και να αρέσουμε, που ως ένα σημείο είναι λογικά επιδιωκόμενα αφού ο άνθρωπος είναι συγκριτικό ζώο, μας έχει οδηγήσει στη λούμπα. Προσποιούμαστε κάτι που δεν είμαστε αγνοώντας αυτό που οι έρευνες καταδεικνύουν: Ότι όσο πιο κοντά στην αλήθεια μας, στην αυθεντικότητά μας είναι τα ποσταρίσματά μας τόσο πιο ευτυχείς και ικανοποιημένοι αισθανόμαστε. Τι φοράς, λοιπόν, το κολάν και τα αθλητικά στο προφίλ αφού η μόνη γυμναστική που κάνεις είναι καναπές-ψυγείο-καναπές και ο μόνος διάδρομος που προπονείσαι αυτός για να πας τουαλέτα;. Άσε την ποίηση στο ράφι και μη ποστάρεις ποιηματάκια, αφού μόνο τα στιχάκια του ημερολογίου διαβάζεις. Δεν είναι κακό, ούτε όλοι οι ποιητές είναι ωραίοι, ούτε τα ποιήματά τους. Κακό είναι που προσποιείσαι.
Τρελαινόμαστε να μετράμε λάικ και φίλους στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά πέφτουμε πάνω σε ένα παράδοξο, λέει η επιστήμη: Ενώ συμβαίνει αυτό (το ανελέητο κυνηγητό των λάικ και των φίλων γιατί θεωρούμε ότι είμαστε γοητευτικότεροι αν έχουμε πολλούς φίλους), επιθυμούμε την ίδια στιγμή να γνωρίσουμε όσους έχουν λίγους γιατί πιστεύουμε ότι αυτοί έχουν μεν λιγότερες αλλά ποιοτικότερες φιλίες! Πώς λύνουμε τον γόρδιο δεσμό; Μόνο αν σκεφτούμε τι περιμένουμε από τους φίλους μας σε μια δύσκολη στιγμή, ένα αποκούμπι, για παράδειγμα, σε έναν επώδυνο χωρισμό και αναλογιζόμενοι πόσο βοηθάει σ’ αυτό ο μεγάλος αριθμός φίλων στο Φέισμπουκ και στο Ίνσταγκραμ.
Όταν 4.000 άτομα σε Αμερική και Ολλανδία ρωτήθηκαν με πόσους άλλους θα ήθελαν να φάνε, να πιούνε, να πουν μια κουβέντα, να πάνε σινεμά οι πιο πολλοί είπαν με άλλον ένα κι όχι με ολόκληρο γκρουπ φίλων ή «φίλων». Εξηγήσιμο. Στη δυαδική σχέση υπάρχει η αμοιβαιότητα, ο συγχρονισμός των συναισθημάτων, το μέγιστο κέρδος ταυτόχρονα της αποφυγής της μοναξιάς και της βουής της πολυλογίας.
Τα κοινωνικά δίκτυα της παλιάς εποχής ήταν τα μπουλούκια των γυναικών στα χωράφια και τα τσίπουρα των ανδρών στα καφενεία. Σήμερα τα δίκτυα έγιναν δίχτυα που ψαρεύουν σε θολά νερά και σε όλες τις θάλασσες. Μαντέψτε ποιος είναι τα ψάρια!
Από τον Δημήτρη Παπαχατζόπουλο