* Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου
Υπήρξε ο δυνατότερος άνθρωπος της εποχής του. Τη μυϊκή δύναμη και τα απίστευτα κατορθώματά του εγκωμίασε ο παγκόσμιος Τύπος και τον ανέδειξε σε μία μυθιστορηματική μορφή η οποία πέρασε από την ιστορία στα όρια του μύθου. Ο Παναγιώτης Αντωνίου ή περισσότερο γνωστός ως Παναγής ο Κουταλιανός γεννήθηκε στην Κούτελη του Μαρμαρά (σημ. Εκινλίκ) στις 7 Μαΐου 1847 και απεβίωσε στην Κωνσταντινούπολη στις 4 Αυγούστου 1916 [1]. Ακολούθησε το επάγγελμα του ναυτικού κατά τη διάρκεια του οποίου «ανακάλυψε» τη φοβερή και ίσως ανεξήγητη για πολλούς μυϊκή του δύναμη. Αφού πολέμησε για ένα μικρό διάστημα ως εθελοντής στο πλευρό των Γάλλων, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου ασχολήθηκε επαγγελματικά με την πυγμαχία. Παράλληλα άρχισε να δίνει παραστάσεις παλεύοντας με άγρια θηρία, κρατώντας στα χέρια του κανόνια, τεράστιους βράχους και άλλα περίεργα. Από το 1872 μέχρι και το 1880 περιόδευσε σχεδόν όλες τις χώρες της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής κερδίζοντας τον παγκόσμιο θαυμασμό για τα κατορθώματά του. Ειδικά στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης και στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής γνώρισε την αποθέωση όσοι ελάχιστοι αθλητές της εποχής του. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Περού όπου νυμφεύθηκε μία περουβιανή καλλονή η οποία του χάρισε τέσσερα παιδιά.
Το 1884 επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα. Τις πρώτες παραστάσεις σε ελληνικό έδαφος τις έδωσε στον Βόλο τον Μάιο του 1884. Ήταν η περίοδος κατά την οποία ο βασιλέας Γεώργιος θα επισκέπτονταν την απελευθερωμένη Θεσσαλία και η συρροή των ντόπιων και ξένων δημοσιογράφων στο θεσσαλικό λιμάνι ήταν μεγάλη. Στον Βόλο έδωσε επτά παραστάσεις, εκ των οποίων οι εισπράξεις της τελευταίας δόθηκαν για τις ανάγκες του δημοτικού νοσοκομείου της πόλης [2]. Στις 19 Μαΐου 1884 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου έδωσε την πρώτη του παράσταση στο θέατρο «Ολύμπια» [3]. Από τότε και μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα έδωσε εκατοντάδες παραστάσεις στα θέατρα και τα βαριετέ της πρωτεύουσας και της επαρχίας. Τον Φεβρουάριο του 1900 αποφάσισε να πραγματοποιήσει με τον γιο του, περιοδεία στη Θεσσαλία. Έφθασε στο λιμάνι του Βόλου ατμοπλοϊκώς, 16 χρόνια μετά από τις πρώτες του θριαμβευτικές παραστάσεις [4]. Από εκεί σιδηροδρομικώς μετέβη στη Λάρισα όπου η φήμη του είχε φθάσει πολύ πριν από αυτόν.
Στη Λάρισα το γεγονός απασχόλησε τις στήλες του τοπικού Τύπου. Παράλληλα όλοι οι δρόμοι της πόλης γέμισαν με αφίσες οι οποίες παρίσταναν τον αθλητή ζωσμένο με τρία κανόνια τα οποία εκπυρσοκροτούσαν ταυτόχρονα.
«Αφιχθείς εις την πόλιν μας ο διάσημος αθλητής Παναγής Κουταλιανός, ο φέρων το όνομα του Νέου Ηρακλέους διά την ρώμην του, προτίθεται να δώση παραστάσεις εις το ενταύθα θέατρον «Απόλλων», δίδων την πρώτην του σήμερον μ.μ. Πιστεύομεν, ότι το κοινόν της πόλεώς μας αθρόον θέλει συρρεύσει και υποστηρίξει τον τόσης φήμης τυγχάνοντα εις όλον τον κόσμον συμπατριώτην μας» [5].
«Αφίκετο εις την πόλιν μας ο παγκοσμίου φήμης απολαύσας, ο Ηρακλής της νεωτέρας Ελλάδος, Παναγής Κουταλιανός, μετά του υιού του, όστις άρχεται από αύριον των παραστάσεων του εν τω θεάτρω Απόλλωνος (Γιαννοπούλου) περί ώραν 2 και ½ μ.μ. Κατάλληλος ευκαιρία με μικράν πληρωμήν δύναται έκαστος να θαυμάση τον γίγαντα τούτον. Τιμαί εισόδου α΄ θέσις δρχ. 1,5 και β΄ θέσις δρχ. 1. Ο φόρος εις βάρος των θεατών. Διά τους κάτω των 10 ετών το ήμισυ της τιμής» [6].
Η προαναγγελθείσα όμως πρεμιέρα αναβλήθηκε για τις 10 Φεβρουαρίου 1900 λόγω των άσχημων καιρικών φαινομένων [7]. «Άπειρον πλήθος λαού συνέρρευσε εν τω θεάτρω ίνα ίδωσι και θαυμάσωσι παριστάνοντα τον Κουταλιανόν διά την έκτακτον ρώμην και τέχνην αυτού» [8]. Στις 20 Φεβρουαρίου έδωσε την τελευταία του παράσταση τα έσοδα της οποίας δόθηκαν «υπέρ της αποπερατώσεως του νεοδμήτου ναού του Αγ. Κωνσταντίνου» [9]. Από τη Λάρισα κατευθύνθηκε στα Τρίκαλα και στην Καρδίτσα, ενώ λίγες εβδομάδες αργότερα θα έδινε την τελευταία προσωπική παράσταση στο θέατρο «Αθήναιο» της πρωτεύουσας [10]. Μετά τον θάνατό του (1916), την οικογενειακή παράδοση στον χώρο του θεάματος θα συνέχιζαν δύο από τα παιδιά του, ο Έλληνας και ο Γεώργιος.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ανώνυμος, «Παναγής Κουταλιανός», Μπουκέτο (Αθήνα), τ. 6 (1929), αρ. 290 (σ. 1185), αρ. 291 (σ. 1220-1221) και αρ. 292 (σ. 1240-1241). Η βιογραφία του εκδόθηκε στην ελληνική στα τέλη του 19ου αιώνα: Λανιέλ Εδμόνδος, Ο Κουταλιανός: επιδόσεις απίστευτοι, κατορθώµατα πρωτοφανή, πάλη µε θηρία και ανθρωποφάγους, µε εικόνες επί τη βάση του κειµένου. Αθήναι: «Διόνυσος» (χ.χ.). Αντίγραφο της σπάνιας έκδοσης ευρίσκεται στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης [αρ. 927.968 12 ΚΟΥ].
[2] «Διατρίβει από τινών ημερών εν τη ημετέρα πόλει ο γνωστός περιβόητος επί ρωμαλαιότητι και σωματική ανδρεία Έλλην το γένος Παναγής. Ούτος εν τω όπισθεν του στρατώνος κήπου διάφορα υπεράνθρωπα έργα εκτελεί». Βλ. Εθνικόν Μεγαλείον (Βόλος), φ. 23 (9 Μαΐου 1884). Πρβλ. το άρθρο «Ο Νέος Ηρακλής: Παναγής ο Κουταλιανός. Ανταπόκριση από τον Βόλο, 6 Μαΐου 1884», Ακρόπολις (Αθήνα), φ. 768 (12 Μαΐου 1884).
[3] Ακρόπολις (Αθήνα), φ. 775 (20 Μαΐου 1884).
[4] «Ο περιφανής Παναγής Κουταλιανός έρχεται ενταύθα κατ’ αρχάς εκ Βόλου μετά του υιού του». Βλ. Μικρά (Λάρισα), φ. 3 (23 Ιανουαρίου 1900).
[5] Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 511 (6 Φεβρουαρίου 1900).
[6] Όλυμπος (Λάρισα), φ. 94 (5 Φεβρουαρίου 1900).
[7] «Η διά την σήμερον προαγγελθείσα παράστασις του Παναγή Κουταλιανού, ως εκ του καιρού αναβάλλεται διά το προσεχές Σάββατον». Βλ. Μικρά (Λάρισα), φ. 5 (6 Φεβρουαρίου 1900). Πρβλ. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 512 (13 Φεβρουαρίου 1900).
[8] Όλυμπος (Λάρισα), φ. 95 (12 Φεβρουαρίου 1900).
[9] Όλυμπος (Λάρισα), φ. 95 (12 Φεβρουαρίου 1900).
[10] Εμπρός (Αθήνα), φ. 1241 (16 Απριλίου 1900).