Είναι μία είδηση που ίσως, λόγω της εξειδίκευσης που χρειάζεται για μία εις βάθος κατανόηση του θέματος, δεν έλαβε την πρέπουσα σημασία από την ελληνική κοινωνία, σημασία που είναι απαραίτητη όταν πρόκειται για ένα θέμα που δυνητικά θα επηρεάσει την εθνική κυριαρχία σε μία περιοχή εντός της ελληνικής επικράτειας. Επρόκειτο για ένα πάγιο αίτημα της Τουρκίας και βέβαια ο κ. Ερντογάν υποστήριξε ότι ο κ.Τσίπρας κατά την πρόσφατη συνάντησή τους του υποσχέθηκε την απομάκρυνση των μουφτήδων και την τοποθέτηση καινούργιων με εκλογή από τη μειονότητα. Για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ αυτό σημαίνει ότι οι δύο νευραλγικές αυτές θέσεις παραδίδονται στις ορέξεις του Τουρκικού Προξενείου. Κυρίαρχη είναι η ανάλυση ότι οι δύο μουφτήδες είναι μιας κάποιας ηλικίας και η αποδοχή από τη μειονότητα ενός από αυτούς είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η μειονότητα πρέπει να βοηθηθεί κι άλλο για να μπορέσει να ορθοποδήσει, να της δοθούν και άλλες παροχές για να ανέβει το βιοτικό της επίπεδο, να έχει το δικαίωμα να εκλέξει τους δικούς της θρησκευτικούς ηγέτες. Απόψεις και πρακτικές ιδεαλιστικές και φιλελεύθερες, που δεν είναι αβάσιμες βέβαια.
Η ρεαλιστική προσέγγιση στις διεθνείς σχέσεις είναι πιο σκληρή. Ιστορικά, όποτε δείξαμε καλή προαίρεση προς την τουρκική πλευρά, χάσαμε. Ζωντανό παράδειγμα η ίδια η μουσουλμανική μειονότητα, το μέγεθος της οποίας δεν συγκρίνεται με την ελληνική των δύο χιλιάδων κατοίκων στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο, μετά από αμέτρητες παραβιάσεις της Συνθήκης της Λωζάνης. Οι δεσμοί των μειονοτικών βουλευτών με το Τουρκικό Προξενείο είναι παροιμιώδεις, μια ιδιαίτερη σχέση βέβαια έχει χαλκευτεί με τον Σύριζα, το πρόγραμμα του οποίου για τη μειονότητα απηχεί τις απόψεις της Τουρκίας. Οι δε βουλευτές είναι υπεράνω ιδεολογικής ταυτότητας και πειθήνια όργανα του Τουρκικού Προξενείου, όπως και οι δύο εκλεκτοί του «ψευδομουφτήδες». Ενώ η παρουσία του Προξενείου και η εμπλοκή του στο θέμα των μουφτήδων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί και τα εθνικιστικά παραληρήματα παρουσία ή με συμμετοχή βουλευτών του Σύριζα είναι καθημερινό φαινόμενο στην περιοχή, εν τούτοις ο στρουθοκαμηλισμός που μας διακατέχει σε ζητήματα που απαιτούν μακροχρόνια στρατηγική είναι για μία ακόμα φορά η αχίλλειος πτέρνα της εξωτερικής μας πολιτικής.
Απλά και ξεκάθαρα, αβρότητες με τους Τούρκους δεν οδηγούν πουθενά. Ο κατευνασμός σαν αντιμετώπιση μιας αναθεωρητικής δύναμης έχει αποτύχει οικτρά και το γνωρίζει οποιοσδήποτε πρωτοετής φοιτητής Πολιτικών Επιστημών. Χρειάζεται σταθερή στρατηγική και γενναίες αποφάσεις. Το πώς θα γίνει η αντικατάσταση των δύο μουφτήδων δεν έχει καθοριστεί. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία παρέκκλιση από τον νόμο 1920/1991 με τον οποίο ο μουφτής διορίζεται. Με αυτόν τον τρόπο υπηρετείται και η αρχή της αμοιβαιότητας της διπλωματίας, καθώς οι Χριστιανοί μητροπολίτες στην Τουρκία επίσης διορίζονται και δεν έχει ανοίξει συζήτηση περί του αντιθέτου. Ο κ. Σγουρίδης των ΑΝΕΛ λέει ότι δεν τίθεται θέμα εκλογής από τη μειονότητα, αλλά όταν κάτι τέτοιο το λενε οι ΑΝΕΛ, έχω το δικαίωμα να το αμφισβητώ. Η κυβέρνηση είναι ξεκάθαρα έρμαιο των ιδεοληψιών της, των παζαριών με τον Ερντογάν, το προξενείο, τους μουσουλμάνους βουλευτές της. Είναι επικίνδυνη και χειρίζεται ένα θέμα που δεν είναι ήσσονος σημασίας του Μακεδονικού με ανερυθρίαστη επιπολαιότητα, άγνοια κινδύνου και εγκληματικό διεθνισμό. Όλοι οι άλλοι όμως, πρέπει να το σκεφτούμε σοβαρά πριν υποθηκεύσουμε το μέλλον της Θράκης. Τα αποτελέσματα θα φανούν μετά από χρόνια και δεν θα είμαστε απλώς ‘μπουνταλάδες’, αλλά εθνικοί μειοδότες.
Του Ηρακλή Β. Γερογιώκα
* Ο Ηρακλής Β. Γερογιώκας είναι μέλος του Τομέα Εξωτερικών ΝΔ