Αλλά σήκωσε αγόγγυστα τον σταυρό που του εμπιστεύθηκε η Εκκλησία. «Θα μείνω στη Λάρισα ως το τέλος της ζωής μου», δήλωσε στην «Ε» μετά την τελετή της ταραχώδους ενθρόνισής του στις 28 Ιουλίου 1994. Δεν ξέρω πόσοι τον πίστεψαν. Νωπή ήταν ακόμη η μετάθεση, στην προσωποπαγή Μητρόπολη Γουμενίσσης, του Δημητρίου, μετά τις δυναμικές αντιδράσεις πιστών στη Λάρισα. Αν δε επιβίωσε ο αψύς Μπεκιάρης, μετρημένες θα ήταν και οι μέρες του κατά κόσμον Ιακώβου Λάππα, σεμνού και συνεσταλμένου. Κι όμως, η «προφητεία» του Ιγνατίου βγήκε αληθινή. Όχι μόνο εκοιμήθη ως μητροπολίτης Λαρίσης, αλλά με 24 χρόνια ποιμαντορία αναδεικνύεται σε έναν από τους μακροβιότερους επισκόπους της. Αν είναι ο μακροβιότερος μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου, αυτό ελπίζω να το μάθουμε από τη… σκαπάνη των ιστορικών ερευνητών της πόλης, προεξαρχόντων του γιατρού, ιστοριοδίφη Νίκου Παπαθεοδώρου και του εκδότη του Θεσσαλικού Ημερολογίου, Κώστα Σπανού.
Παρά τα όσα υπέστη κατά τη διένεξη με τους φανατικούς πιστούς του μακαριστού Θεολόγου –δεν τον γνώρισα προσωπικά, αλλά ακούω ότι ήταν Άγιος άνθρωπος- ο Ιγνάτιος δεν επέτρεψε να βρει χώρο στην καρδιά του το μίσος για κανέναν. Αντιθέτως, παρά τη διαπόμπευση που υφίστατο, ακόμη και πολλά χρόνια μετά την εκδημία του Θεολόγου σε εθνικές εορτές και πανηγύρεις, δεν κράτησε κακία. Θυμάμαι τη θειά μου την Ανατολή –Θεός ‘σχωρέστην- να φεύγει από τον Άγιο Χαράλαμπο στον Πέρα Μαχαλά για να φωνάξει «ανάξιος» στην εκκλησία που θα λειτουργούσε ο δεσπότης. Τους είχαν μάθει πια και οι αστυνομικοί της Λάρισας. Μια χρονιά, μάλιστα, κατά τη διάρκεια της λιτανείας των λειψάνων του Αγίου Αχιλλίου ένας καλόγερος με ανεμόπτερο μάς έριξε φεϊγβολάν με συνθήματα κατά του δεσπότη. Τα υπέμεινε όλα αυτά με μοναδική καρτερία.
Με την ιώβειο υπομονή του και την ανεξικακία του τελικά κέρδισε την αναγνώριση και τον σεβασμό όλων των Λαρισαίων. Επί των ημερών του επήλθε ειρήνη στην τοπική Εκκλησία. Ίσως κανείς άλλος να μην ένιωσε όσο ο μακαριστός την ευχή και παράκληση «ειρήνη υμίν». Ως καλός ποιμήν αγκάλιασε όλους, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, που βρέθηκαν στο δύσκολο σταυροδρόμι της επιλογής: Να ακολουθήσουν τον παλιό τους δεσπότη με τον οποίο είχαν πνευματικούς δεσμούς και ένιωθαν ότι αδικήθηκε ή τον νέο που η ιεραρχία της Εκκλησίας έστειλε στη Λάρισα. Αλλά κι όσοι τον πρώτο καιρό δεν τον μνημόνευαν, τον έκλαψαν στην πάνδημη κηδεία του.
Μειλίχιος, με ένα ζεστό χαμόγελο ελπίδας για όλους, έδινε δύναμη και αισιοδοξία με το κήρυγμά του. Εκείνο, που κάθε τόσο, διέκοπτε ο γνώριμος ξερόβηχας. Είπανε ότι του έμεινε από τα πρώτα χρόνια που Θεολογικοί αναστάτωναν τις εκκλησίες με τις αποδοκιμασίες τους. Δεν ξέρω αν είναι έτσι, αλλά πια μας είχε γίνει τόσο οικείος, που αν δεν έβηχε θα ανησυχούσαμε.
Η είδηση, ανήμερα της εορτής του Αγίου Αχιλλίου, της μετάβασής του στην Αμερική συγκίνησε όλους τους Λαρισαίους. «Σας γράφω από το κρεβάτι του πόνου», έλεγε στο μήνυμά του, σαν να απολογούνταν, πρώτα στον Άγιο, προστάτη και πολιούχο της Λάρισας, και μετά στην καθεμιά και τον καθένα, τα πιστά τέκνα της Εκκλησίας, για την απουσία του αυτήν τη μεγάλη μέρα. Και μετά, η αναμονή, οι προσευχές, οι ελπίδες, που στο τέλος δεν επιβεβαιώθηκαν. Άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου…
Στο αγαπημένο του «Τάλαντο» διάβασα, καιρό πριν γίνει γνωστή η ασθένειά του, στη στήλη που διατηρούσε και συχνά ενθυμούνταν τα παιδικά του χρόνια στη Σαλαμίνα, ένα κείμενό του για τα ορφανά παιδιά και διέκρινα πόσο τον σημάδεψε η ορφάνια. Θα έλεγα ότι εν πολλοίς διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του ολιγαρκούς, εργατικού, ταπεινού νεαρού και αργότερα κληρικού. Περιγράφει ο δεσπότης πως η μάνα του, μετά την κηδεία του πατέρα του, που τον έχασε όταν ήταν μαθητής, άναψε καζάνι στην αυλή για να βάψουν μαύρα τα ρούχα της οικογένειας σε ένδειξη πένθους. Εικόνες όχι άγνωστες σε όσους καταγόμαστε από χωριά. Αυτό το μαύρο του πένθους, που ταυτόχρονα για τους πιστούς είναι σταυραναστάσιμο, έμελε να ενδυθεί και να τιμήσει μέχρι την τελευταία του πνοή ο δεσπότης μας, που εγεννήθη ως Ιάκωβος και εκοιμήθη ως Ιγνάτιος.
Πέρυσι μου έστειλε το δίτομο έργο «Μαξιμιανόν Ταμείον» 1.772 σελίδων με ρήσεις του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού και ιδιαίτερη αφιέρωση: «Αφιερούται δια να αποτελεί κόσμημα, ως τιμαλφές πίστεως, στη βιβλιοθήκη του φιλτάτου Αδελφού και πολυμαθεστάτου της πόλεώς μας και της περιοχής μας βουλευτού κ. Μαξίμου Χαρακοπούλου. Μετ’ απείρου Αγάπης. Ο Λαρίσης Ιγνάτιος». Εξομολογούμαι δέσποτα που δεν πρόλαβα ακόμη να το διαβάσω...
Του Μάξιμου Χαρακόπουλου
* Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι βουλευτής Λαρίσης