Αν και αδόκιμος, οφείλω να ομολογήσω ο όρος μέσος Έλληνας, είμαι υποχρεωμένος για λειτουργικούς λόγους ανάπτυξης να τον χρησιμοποιήσω. Αυτό, γιατί, σαφώς δεν μπορούμε να συναντήσουμε τον μέσο άνθρωπο, όπως δεν είναι δυνατόν να μιλήσουμε για μια "οικογένεια μέση" με 2,5 παιδιά, γιατί αυτό είναι απόρροια στατιστικής στην οποία διακρίνουμε μία αφαίρεση. Κριτήριο της αφαίρεσης δεν είναι η ύπαρξη καθεαυτή αλλά η αντιστοιχία.
Ας είναι όμως, έστω και έτσι θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε το πρόσωπο του Έλληνα. Ανυπερθέτως θα αντιπαρέλθουμε την ετυμολογία της λέξης που σημαίνει το υποκείμενο προς όψιν, και θα σταθούμε στην συνείδηση του προσώπου του, και τότε θα διαπιστώσουμε ότι δεν έχει ορισμένη ταυτότητα, και δεν εννοώ την αστυνομική. Έτσι είναι, υπάρχει, αλλά δεν ξέρει ποιος ακριβώς είναι και κυρίως δεν θέλει να το μάθει! Με έναν τρόπο μπορούμε να πούμε ότι φοβάται πάνω απ' όλα την αλήθεια! Θεωρώ ότι ο ελληνικός λαός δεν φέρεται έτσι από ιδιοτροπία, και δεν πρόκειται να χαθώ στα βάθη της ιστορίας προκειμένου να βρω τις ρίζες της στάσης του αυτής. Αναφέρω απλώς ότι ένας λαός που βασανίστηκε τόσο πολύ, σε βαθμό μάλιστα συστηματικής δίωξης στους νεότερους χρόνους, είναι φυσικό να μην θέλει την αλήθεια, και να χρησιμοποιήσει ένα προσωπείο πλέον άμυνας ή παραμυθίας!
Για να προσεγγίσει την αλήθεια ένα φυσικό πρόσωπο ή ένας λαός, πρέπει με ένα διαλεκτικό τρόπο να θέσει τον εαυτό του απέναντί του σε θέσει αντικειμένου, προκειμένου να τον ακτινογραφήσει νοητικά και διαλεκτικά. Όμως αυτή η δυνατότητα είναι προνόμιο και πολυτέλεια των ισχυρών, εν αντιθέσει με τους μικρούς και φτωχούς που ζουν με το όπιο του μύθου!
Όταν βέβαια λέμε ισχυρούς λαούς δεν εννοούμε βέβαια μένουν το αριθμητικό τους μέγεθος, αλλά την πλήρη συνείδηση της πορείας τους στον παγκόσμιο στερέωμα, μέσα στο πλαίσιο που τα διακρίνει η ύπαρξη σταθερών νόμων και η αταλάντευτη λειτουργία ανθρώπων πολιτών και όχι ανθρώπων που τους χαρακτηρίζει μόνο η βιολογική συνείδηση. Με άλλα λόγια το πρόσωπό τους να το χαρακτηρίζει: α) ταυτότητα, παράδοση, αξίες και προπάντων προσανατολισμός! Σαν λαός έχουμε φτάσει από οικονομικής, αλλά κυρίως θα έλεγα πολιτικής και πολιτιστικής άποψης, σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Είναι γνωστό ότι, όπως στρώνει κανείς έτσι και κοιμάται, σύμφωνα με την σοφή παροιμία. Έλα, όμως, που εμείς αντί να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα, προτρέχουμε με ευήκοον ους στον κάθε τυχάρπαστο σαλτιμπάγκο πολιτικό, και με ανεύθυνο τρόπο δημιουργούμε τον ψεύτικο μύθο ότι όλοι οι άλλοι φταίνε, ότι αυτοί είναι οι κόλασή μας.
Νομίζω ότι είναι παραδεκτό ότι οι ηγέτες που αναδεικνύονται κάθε φορά είναι ο καθρέφτης αυτών που τους ψηφίζουν, δηλαδή είναι προϊόν της όποιας ανευθυνότητας που τους διακρίνει. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τέτοιας στάσης που θα μείνει ανεξίτηλη στην ιστορία των χρόνων που έπονται είναι το δημοψήφισμα του Ιουλίου του '15. Για αυτή λοιπόν την αμετροέπεια, ως λαός και ηγεσία, δεν αναλάβαμε την ευθύνη μας, τουναντίον καταφερθήκαμε εναντίον άλλων λαών με έναν απίθανα εύκολο τρόπο, λες και είναι υποχρέωση άλλων η σύνεση και η προσήνεια στους τρόπους που πρέπει να μας χαρακτηρίζει.
Με έναν φανταστικό τρόπο ανακαλύπτουμε φανερούς και κρυφούς εχθρούς πάντα, που δεν έχουνε άλλο σκοπό ύπαρξης, παρά να κάνουν κακό στην μικρή χώρα μας. Ψεκαζόμαστε λοιπόν με το όπιο του μύθου που καλλιεργήσαμε αβασάνιστα.
Με την είσοδο στη ζώνη του ευρώ, ιδίως μετείχαμε του καταναλωτισμού, χωρίς τη δημιουργία επενδυτικού και παραγωγικού υπόβαθρου, και το κυριότερο χωρίς την προνοητική στάση των Προτεσταντών ιδίως λαών, που, ευαγγέλιό τους είναι υποχρεώσεις του πολίτη πρώτα και μετά οι απολαβές της Πολιτείας! Και όπως έγραφε πριν 100 χρόνια και πλέον ο Εμμανουήλ Ροΐδης "Τα μεν πάτρια ήθη απηρνήθημεν του δεν διανοητικού βίου των εθνών της Δύσεως, δεν μετέχομεν εισέτι" και ο υπέροχος Σεφέρης: "Ενώ υπάρχουν τόσοι αξιόλογοι άνθρωποι ανάμεσα στο λαό, μόλις άγγιζαν και περνούσαν τη γραμμή που τους χώριζε από τις λεγόμενες μορφωμένες τάξεις, αλλοιωνόντουσαν, προστύχευαν".
Αυτό λοιπόν, το όπιο του λαού και ο αφιονισμός του μύθου που μας διακρίνει, ιδίως δε αυτή η φθορά των χαρακτήρων των ηγετών μας, στο σύντομο πέρασμά τους από το χωριό ή έστω από την πόλη στο Πανεπιστήμιο, στο δικηγορικό, ή άλλο γραφείο, ή στη Βουλή.
Του Παύλου Γιατσάκη