Με αφορμή λοιπόν την ανακοίνωση του Αλέξη Τσίπρα για την επικείμενη κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων επανέρχομαι σε σκέψεις και προτάσεις που είχα εκφράσει δημόσια ως πανεπιστημιακός δάσκαλος ήδη από το 2008 και οι οποίες επικεντρώνονται για άλλη μια φορά στην αναγκαιότητα της ενίσχυσης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, στην κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και στην θεσμοθέτηση της ελεύθερης πρόσβασης στα ΑΕΙ και ΤΕΙ ενόψει μάλιστα της βαθιάς οικονομικής κρίσης που πλήττει τη χώρα.
Στην Πατρίδα μας κάθε χρόνο χιλιάδες υποψήφιοι διεκδικούν μία θέση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Από αυτούς ένας συγκεκριμένος αριθμός εισάγεται στα ΑΕΙ και ΤΕΙ.
Πέρυσι από τους 103.366 υποψηφίους μόνο 43.855 πέρασαν στα ΑΕΙ, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Όσοι δεν περάσουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αλλά και αρκετοί που περνούν σε πανεπιστημιακά τμήματα που δεν είναι της αρεσκείας τους, κατευθύνονται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο χώρο των εργαστηρίων ελευθέρων σπουδών που συνεργάζονται με διάφορα ευρωπαϊκά κολέγια.
Περαιτέρω οι μνημονιακές μειώσεις των δημοσίων δαπανών για εκπαίδευση και κατάρτιση, έρευνα και τεχνολογία έχει οδηγήσει ήδη σε μια μαζική αύξηση της εξαγωγής εγκεφάλων προς τις χώρες της ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Επομένως η αφαίμαξη εγκεφάλων από την Ελληνική οικονομία, αυτό το σύγχρονο «brain drain» πριμοδοτείται ενσυνείδητα από την τρόικα και την κυβέρνηση και οδηγεί μετά βεβαιότητας τη χώρα μας στην τρίτη ταχύτητα της ΕΕ.
Επίσης η μέση ελληνική οικογένεια δαπανά κάθε μήνα ένα σημαντικό ποσό για φροντιστήρια κάθε παιδιού και αυτό διαρκεί τουλάχιστον σε όλη τη διάρκεια της τριετούς φοίτησης των μαθητών στο Λύκειο.
Αλλά και όσοι περάσουν σε κάποιο ίδρυμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συνήθως σπουδάζουν μακριά από τη μόνιμη κατοικία τους με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται σε συνθήκες λιτότητας και Μνημονίου καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών ο οικογενειακός προϋπολογισμός περίπου κατά 1.000 ευρώ μηνιαίως για κάθε φοιτητή/τρια. Είναι προφανές ότι με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς η μέση Ελληνική οικογένεια δαπανά ανά μαθητή/τρια για φροντιστήρια περί τα 20.000 ευρώ και περί τα 40.000 ευρώ για φοιτητική μέριμνα ανά φοιτητή/τρια.
Βασικό λοιπόν εργαλείο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και των Περιφερειών της αποτελεί το Πανεπιστήμιο και η τριτοβάθμια εκπαίδευση γενικότερα.
Όμως το Μνημόνιο μειώνει δραστικά τις δαπάνες για την εκπαίδευση με αποτέλεσμα να υπονομεύει την αναπτυξιακή πορεία των ελληνικών Περιφερειών.
Όπως υποστηρίξαμε ήδη από τις αρχές του 2008 και επανερχόμαστε σήμερα με το άρθρο μας αυτό θεωρούμε ότι έχουν ωριμάσει πλέον οι συνθήκες για την κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και την θεσμοθέτηση της ελεύθερης πρόσβασης όλων των αποφοίτων του Λυκείου στην Ανώτατη Εκπαίδευση.
Μια τέτοια ρύθμιση θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα για την πρωτοβάθμια και κυρίως δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθώς oι μαθητές θα μπορέσουν να αποκτήσουν ουσιαστικές γνώσεις και δεν θα επικεντρώνονται στην ανάπτυξη μονόπλευρων δεξιοτήτων για άριστες επιδόσεις στις εξετάσεις.
Τα Γυμνάσια και τα Λύκεια θα πάψουν να είναι εξεταστικά κέντρα.
Η οικονομική αφαίμαξη της ελληνικής οικογένειας θα σταματήσει.
Η μετανάστευση στο εξωτερικό Ελλήνων φοιτητών θα περιοριστεί.
Οι όποιες δαπάνες για τη φοιτητική μέριμνα που βαρύνουν την ελληνική οικογένεια θα καταναλώνονται στο εσωτερικό της χώρας και όχι στις άλλες χώρες της ΕΕ.
Περιφερειακή οργάνωση του συστήματος ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση
Το σύστημα της ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση απαιτείται να οργανωθεί σε επίπεδο Περιφερειών με βάση τους παρακάτω άξονες:
1.Διατήρηση και περαιτέρω ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος.
2.Διπλασιασμό τουλάχιστον της χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τον κρατικό προϋπολογισμό.
3.Ολοκληρωμένος σχεδιασμός προκειμένου κάθε Περιφέρεια να διαθέτει πλήρως αναπτυγμένα δημόσια τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των Πολυτεχνείων και των Ιατρικών Σχολών.
4.Η ίδρυση και λειτουργία Ιατρικής Σχολής θα πρέπει να συνδυάζεται με λειτουργία αντίστοιχου δημόσιου Περιφερειακού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου.
5.Τα ΑΕΙ/ΤΕΙ κάθε Περιφέρειας θα πρέπει να διαθέτουν κάθε χρόνο ίσο τουλάχιστον αριθμό θέσεων εισακτέων με τους απόφοιτους των Λυκείων της συγκεκριμένης Περιφέρειας.
6.Εφαρμογή της αρχής της περιφερειακής προτίμησης σύμφωνα με την οποία οι απόφοιτοι Λυκείων κάθε Περιφέρειας θα έχουν δικαίωμα πρώτης προτίμησης στις Σχολές των ΑΕΙ/ΤΕΙ της Περιφέρειάς τους και υπό την προϋπόθεση ότι φοιτούν σε αντίστοιχο Λύκειο της Περιφέρειας τουλάχιστον επί τριετία προς αποφυγή κατάχρησης της εν λόγω αρχής.
7.Αξιοποίηση της εμπειρίας των άλλων ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων σε μεθόδους αξιολόγησης των πρωτοετών φοιτητών προς αντιμετώπιση της αυξημένης ζήτησης σε Σχολές αιχμής.
8.Δωρεάν ενδοπεριφερειακή μετακίνηση των φοιτητών με τα μέσα μαζικής μεταφοράς προκειμένου να μειωθούν τα κόστη που επωμίζεται η κάθε οικογένεια για δαπάνες φοιτητικής μέριμνας και εγκατάστασης.
9.Είναι προφανές ότι η λειτουργία των Πανεπιστημίων στην Αττική και στη Θεσσαλονίκη θα πρέπει να οργανωθεί σε μια αντίστοιχη μητροπολιτική βάση και να ενισχυθεί με την ίδρυση και νέων Πανεπιστημίων και νέων Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων.
10.Ανακατανομή των υπηρετούντων μελών ΔΕΠ ορθολογικά με βάση την εντοπιότητα με ταυτόχρονη αύξηση των μελών ΔΕΠ και αντίστοιχη εξάλειψη των διδασκόντων ΠΔ.407.
* Από τον Νότη Μαριά