Ο θρίαμβος του Μακρόν αποκαθιστά το καλό όνομα του φιλελευθερισμού. Για μήνες, οι πολιτικοί του κατεστημένου κινούνταν στα κλεφτά στους διαδρόμους εξουσίας της Ευρώπης, ακούγοντας μια όλο και πιο δυνατή λαϊκιστική βοή. Νεοφασίστες, ρατσιστές, υπερεθνικιστές και ακροαριστεροί ουτοπιστές πολιορκούσαν τους αυτοχρισθέντες κληρονόμους του Διαφωτισμού.
Αλλά αυτές οι δυνάμει επαναστατικές ομάδες δεν περιορίζονταν στο πολιτικό περιθώριο. Στη Γαλλία, όπως και την περασμένη χρονιά στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία, η οργή των οικονομικά απόκληρων και κοινωνικά αποκλεισμένων δεν μπορούσε πλέον να συγκρατηθεί. Το στάτους κβο τούς είχε εγκαταλείψει. Στα οχυρά της εργατικής τάξης, οι παλιές βεβαιότητες είχαν διαλυθεί. Οι άνθρωποι αυτοί ξεχείλιζαν από οργή. Ήθελαν αλλαγή.
Το πρόβλημα δεν ήταν απλώς ότι το κέντρο δεν μπορούσε να αντέξει. Στην πραγματικότητα, το κέντρο σχεδόν εξαφανίστηκε όταν ο Τραμπ εισέβαλε στον Λευκό Οίκο και οι περισσότεροι βρετανοί ψηφοφόροι αποκαθήλωσαν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συζήτηση που ακολούθησε επικεντρώθηκε στο πώς το φαινόμενο του λαϊκιστικού ντόμινο θα σάρωνε την Ολλανδία, τη Γαλλία, ακόμη και τη Γερμανία.
Αναλυτές προέβλεψαν το τέλος της μεταπολεμικής σοσιαλδημοκρατικής τάξης και την επιστροφή στην εποχή του αυταρχισμού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι υποστηρικτές του Τραμπ μιλούσαν για ένα «ιστορικό» σημείο καμπής.
Αλλά αυτό δεν συνέβη. Όπως φαίνεται, ο Μακρόν ανέκοψε το ρεύμα. Υποστήριξε τις προοδευτικές αξίες, μιλώντας ταυτόχρονα τη γλώσσα της πατρίδας.
Ο οικονομικά φιλελεύθερος Μακρόν υποστήριξε τις ανοιχτές αγορές και τα ανοιχτά σύνορα. Τάχθηκε υπέρ της ανεκτικότητας και απέρριψε τους διχασμούς. Υποσχέθηκε την υπέρβαση της διάκρισης ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά. Και έσπασε τα στεγανά. Στις 7 Μαϊου άρχισε η φιλελεύθερη αντεπανάσταση της Ευρώπης. Η επιτυχία του Μακρόν συνιστά μια ηχηρή απόρριψη της ξενοφοβίας και του ρατσισμού που ενσαρκώνει το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν.
Η εκλογή του Εμανουέλ Μακρόν στην προεδρία της Γαλλίας προσφέρει ένα ενθαρρυντικό πρότυπο στον ηγέτη των γερμανών σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς, που βρίσκεται στη σκιά της Αγγελα Μέρκελ, και στους Φιλελεύθερους Δημοκράτες της Βρετανίας. Και στέλνει στους σκληροπυρηνικούς εικονοκλάστες της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» το μήνυμα ότι το κλίμα στην Ευρώπη αλλάζει.
Οι φρέσκες ιδέες και ο ισχυρός φιλοευρωπαϊσμός του Μακρόν αποτελούν μεγάλη τόνωση για την Ευρώπη. Η κατάσταση έμοιαζε ήδη καλύτερη σε σχέση με το ζοφερό 2016. Η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύσσεται ταχύτερα από εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών ή της Βρετανίας, η Ελλάδα απέφυγε τη χρεοκοπία και το Brexit δεν έχει προκαλέσει προς το παρόν τις επιπτώσεις που πολλοί φοβόντουσαν.
Οι εξτρεμιστές της Αριστεράς και της Δεξιάς αποκρούστηκαν και σε άλλες χώρες, όπως η Ολλανδία. Ο θρίαμβος του Μακρόν μπορεί τώρα να βοηθήσει και τον Ματέο Ρέντσι, έναν άλλο μεταρρυθμιστή που ανέλαβε και πάλι τα ηνία του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας.
Αν ο Μακρόν μπορέσει να μετατρέψει τις ιδέες του σε πράξεις, θα βρει μιμητές και στην Ισπανία, την Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που τα δυσφημισμένα πολιτικά τους συστήματα μοιάζει να έχουν μείνει από μπαταρία.
Μεγάλο ενδιαφέρον θα έχει πώς θα αντιμετωπίσει ο Μακρόν τον Τραμπ. Ακόμη κι ο τελευταίος, όμως, δεν είναι ο εφιάλτης που είχε κρατήσει ξύπνιους τη νύχτα πολλούς Ευρωπαίους. Γαβγίζει πολύ, δαγκώνει λιγότερο.
Η Ατλαντική Συμμαχία ανασυγκροτήθηκε, δεν διαλύθηκε. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν συγχωρήθηκε ξαφνικά για τις πράξεις του στην Ουκρανία και τη Συρία – ούτε απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες για «χακάρισμα» εκλογικών αναμετρήσεων.
Η επιτυχία του Μακρόν μπορεί να ενθαρρύνει τους Αμερικανούς που αισθάνονται απελπισία και φόβο. Ο Τραμπ ήθελε να κερδίσει η Λεπέν, την είχε αποκαλέσει τον «ισχυρότερο» υποψήφιο. Αλλά οι ευχές του δεν έγιναν πραγματικότητα.
Όπως και ο Πούτιν, η Λεπέν είναι μια ομοϊδεάτισσα του Τραμπ – μια ομοϊδεάτισσα, όμως, χωρίς δύναμη που έχασε την ευκαιρία της. Αν έχει στοιχειώδες μυαλό, ο Τραμπ θα καταλάβει ότι ο άνεμος αλλάζει στην Ευρώπη.
Αν σκεφτεί κανείς την εναλλακτική λύση, η νίκη του Μακρόν δεν αποτελεί έκπληξη. Οι Γάλλοι θεωρούσαν πάντα τον εαυτό τους μια διαφορετική φυλή. Το «Vive la difference» είναι εθνικό τους σύνθημα. Ενώ όμως η ανοιχτή κοινωνία της Γαλλίας ανέχεται παραδοσιακά τα πολιτικά άκρα, η πλειοψηφία των γάλλων ψηφοφόρων, όση οργή κι αν αισθανόταν, δεν επρόκειτο ποτέ να ακολουθήσει τον δρόμο που άνοιξαν οι αυτοκαταστροφικοί οπαδοί του Brexit και οι προλεταριακές ταξιαρχίες του Τραμπ.
Απορρίπτοντας τα παλιά κόμματα και υποστηρίζοντας έναν παρείσακτο που δεν έχει δοκιμαστεί, η Γαλλία επιχειρεί αυτό που ο Ντισραέλι είχε αποκαλέσει άλμα στο σκοτάδι. Σαν ένας ξαναγεννημένος Τόνι Μπλερ, ο Μακρόν υπόσχεται έναν τρίτο δρόμο. Για το καλό της Γαλλίας και της Ευρώπης, πρέπει να τα καταφέρει.
(Πηγή: The Guardian)
Του Simon Tisdall (*)
(*) Ο Σάιμον Τάινταλ είναι αρθρογράφος της Guardian