Ύστερα πλαγιάζαμε να ονειρευτούμε…
Σκορπίσαμε, χαθήκαμε μέσα στις ζούγκλες μας·
Τα θέλαμε όλα, τα είχαμε όλα, τα κάναμε όλα.
Τώρα σκύβουμε κάτω τα κεφάλι
και θέλουμε ναρθεί η Μάνα μας
να στρώσει πάλι το τραπέζι
μ` ένα ζεστό πιάτο για τον καθένα μας…
Τώρα που έλιωσαν τα χιόνια, καθάρισε κι ανάσανε η γη, ξεπαγώνει λίγο-λίγο η καρδιά μας και στη μνήμη ανακαλούνται οι λαμπρότερες στιγμές των γιορταστικών ημερών που πέρασαν.
Το Χριστουγεννιάτικο όπως και το Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, η συγκέντρωση των μελών της οικογένειας γύρω απ` αυτό, τα χαρούμενα πρόσωπα, είναι μια εικόνα που έρχεται από μακριά, είναι ένα από τα πλέον αισιόδοξα κομμάτια της ελληνικής παράδοσης.
Παράδοση(2) είναι ο κυριολεκτικός και ετυμολογικός όρος που σημαίνει «πολιτιστική κληρονομιά, κληρονομική μεταβίβαση πολιτιστικών στοιχείων του παρελθόντος», ενώ εμείς θα συμπληρώναμε πως αποτελεί το σύνολο των συστατικών εκείνων που μεταφέρονται (παραδίδονται) από γενιά σε γενιά, ακόμα και με το στόμα, και καθορίζουν την ταυτότητα ενός εμπνευσμένου, ζωντανού, δημιουργικού, εξελισσόμενου και πλούσιου σε Ιστορία και συναισθήματα λαού.
Τα συστατικά αυτά της ελληνικής παράδοσης, που έρχονται από το μακρινό, αλλά και από το κοντινό παρελθόν και μπολιάζουν κάθε φορά το σήμερα, μπορεί να είναι οι πατροπαράδοτες συνήθειες, αρχές και αξίες (ήθη και έθιμα), τα λαϊκά δρώμενα, οι θρύλοι-παροιμίες-παραμύθια, η θρησκεία, η λαϊκή δημιουργία και φαντασία στην τέχνη-χορό-μουσική, η γλώσσα, το άγραφο δίκαιο, η οικογένεια, η θάλασσα του Αιγαίου με τα νησιά του.
Ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης αναφερόμενος στη διαρκή εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, γράφει: (…) Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας», κι ο άλλος νομπελίστας ποιητής μας, ο Οδυσσέας Ελύτης, ανήσυχος, λέει: «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου… / Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα-πρώταΔόξα Σοι! / Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα λόγια του Ύμνου…»
Ο Γ. Σεφέρης μιλώντας για την παράδοση, αφού αποδέχεται πρώτα την άποψη του φίλου του ελληνιστή Rex Warner(3), πως, ένα μέρος του παρελθόντος πεθαίνει κάθε στιγμή που η θνησιμότητα μας μολύνει, αν προσκολληθούμε σ` αυτό με υπερβολική αγάπη, λέει: (…) Σε κάθε ανθρώπινο πρόβλημα δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις το ζωντανό και το θνησιμαίο. Οι δρόμοι της ζωής και του θανάτου είναι μπερδεμένοι και σκοτεινοί, γι αυτό χρειαζόμαστε ολόκληρη την προσήλωσή μας. Εδώ κείται και το πρόβλημα της παράδοσης». (Δοκιμές, 1)
Ο ίδιος, παρακάτω, αναφερόμενος στην προσωπική του εμπειρία, γράφει: (…) Το πράγμα που με βοήθησε περισσότερο, ήταν η πίστη και η προσήλωσή μου σ` έναν κόσμο ζωντανών και περασμένων ανθρώπων· στα έργα τους, στις φωνές τους, στον ρυθμό τους, στη δροσιά τους. Αυτός ο κόσμος μου έδωσε το συναίσθημα πως δεν είμαι μια αδέσποτη μονάδα, ένα άχερο στ` αλώνι. Όλα τούτα θα μπορούσα να τα ονομάσω παράδοση, που την ακούμε κάποτε ψυχρά και μας φαίνεται υπόδικη, ένοχη, παράλογη. Μ` έκανε να νιώσω, όταν ξαναείδα το χώμα που με γέννησε πως ο άνθρωπος έχει ρίζες κι όταν τις κόψουν πονάει βιολογικά, όπως όταν τον ακρωτηριάζουν» Δοκιμές, 2.
Ο Ο. Ελύτης πατώντας πάνω στην ελληνική παράδοση αλλά και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό, γράφει: (…) Αφ` ότου ο υπερρεαλισμός (σουρεαλισμός) σαν καταιγίδα ανέτρεψε τον ορθολογισμό που βάραινε πάνω στη Δύση, ξεκαθαρίστηκε μπροστά μας το έδαφος προσφέροντάς μας τη δυνατότητα να συνδεθούμε φυσιολογικά με τον τόπο μας και ν` αντικρύσουμε την ελληνική πραγματικότητα δίχως προκαταλήψεις. Η επαφή με την παράδοση μας βοήθησε να κάνουμε ένα είδος επανάστασης με την αντίληψη που σχηματίσαμε για την ελληνική αλήθεια». (Ανοιχτά χαρτιά).
Κάνοντας λόγο για την ποίηση στην παράδοση, ο Ελύτης λέει: (…) Η παράδοση από τη στιγμή που εσωτερικεύεται, γίνεται πηγή δημιουργίας και οδηγεί σε μια νέα ποιητική μορφή». Με το έργο του «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», που έγραψε το 1945, ο Ελύτης αγγίζει την δημοτική μας ποίηση, ενώ για τη θάλασσα λέει πως είναι η «κληρονόμος της ελληνικής παράδοσης».
Στο «Άξιον Εστί», ο Οδυσσέας Ελύτης με 3-4 στίχους, έμμεσα τα λέει όλα: «Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί / όπου και αν θολώνει ο νους σας / μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
Μόνο με τη συνύπαρξη του παλιού (παράδοση) με το καινούργιο (μοντέρνο) και όχι με το αψυχολόγητο και διχαστικό, «Να ξεμπερδεύουμε με το παλιό», του σημερινού πρωθυπουργού, οι νέες γενιές θα προχωρήσουν υιοθετώντας τα διδάγματα του παρελθόντος για να μην επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη, ακόμα και τραγικά, στο μέλλον.
(1) Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή του Τάσου Πουλτσάκη «Ο Χειμωνανθός»
(2) Γ. Μπαμπινιώτη. Ετυμολογικό λεξικό. Ιστορία των λέξεων
(3) Ν.Γ. Σβορώνος. Ανάλεκτα νεοελλ. ιστορίας Θεμέλιο
Του Τάσου Πουλτσάκη, νευρολόγου –ψυχίατρου