Απ’ όλες όμως τις Τέχνες, η λογοτεχνία είναι εκείνη, που θεωρείται η πιο άμεση, η πιο αναγκαία, που μπορεί με το λόγο, να επηρεάσει το κάθε άτομο και να του φανερώσει, να του αναλύσει, όλα τα κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζει και το απασχολούν καθημερινά.
Είναι αλήθεια, πως, ζούμε σε μια τεχνοκρατική και με γοργούς ρυθμούς αναπτυσσόμενη και εξελισσόμενη εποχή, όπου έχει απομακρύνει, έχει αποστασιοποίηση, και εξοστρακίσει την Τέχνη αυτή από τον άνθρωπο, απ’ το λαό. Τα βιβλία, που προσφέρουν αυτή τη διαφώτιση, που προσφέρουν αυτό το πολυδύναμο αγαθό της γνώσης και που μπορούν «ν’ ανοίξουν τα μάτια» και να διευρύνουν τους πνευματικούς ορίζοντες κάθε νοήμονα ανθρώπου, δεν τα διαβάζει η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου, δεν τα πιάνει στα χέρια, ούτε καν να τα ξεφυλλίσει, ο άνθρωπος, και, δεν τα αναζητάει σχεδόν καθόλου. Κι αν κάποια σπίτια έχουν βιβλιοθήκες, και τοποθετημένα σ’ αυτές, ορισμένες σειρές βιβλίων, είναι περισσότερο για μόστρα, για διακόσμηση και λιγότερο για χρήση. Λίγοι είναι εκείνοι που διαβάζουν, πολλοί λιγότεροι αυτοί που αγαπούν τη μελέτη, κι απ’ αυτούς που διαβάζουν ελάχιστοι εκείνοι που μπορούν να ξεχωρίσουν τα καλά βιβλία, να ξεδιαλύνουν «την ήρα από το στάρι» - που λέμε. Τα βιβλία που μπορούν να μορφώσουν, να εκπολιτίσουν και να αναβαθμίσουν τον άνθρωπο, ώστε να γίνει πολύμορφος γνώστης της κοινωνίας μας, παραμένουν αζήτητα στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Έτσι, το εκμεταλλευτικό μας σύστημα που διακυβεύει τον εθνικό μας πλούτο, τα εθνικά μας συμφέροντα, διακυβεύει και τις τύχες μας, διακυβεύει και τις ζωές μας, αφού, για τα περισσότερα κακά και τρισκατάρατα γενόμενα και συμβαίνοντα στο δύσμοιρο αυτό τόπο, το σύστημα τα φταίει, κι ας το αναθεματίζομαι, κι ας το καταργιέμαστε πολλές φορές, το ακολουθούμε και το έχουμε μέσα στο πετσί μας.
Αλλοτριώθηκε και διαβρώθηκε η κοινωνία μας σε υπέρτατο βαθμό από τα τηλεοπτικά κυρίως μέσα, που τη βομπαρδίζουν ανηλεώς επί εικοσιτετραώρου βάσεως. Η μαυλίστρια η τηλεόραση, με τις εξευτελιστικές και αποπροσανατολιστικές της εκπομπές, με τα σαπονοπερομάγαζά της και τις πορνοπαρουσιάσεις της, έγινε οδηγήτρα των πάντων και προς τα πάντα, σε κάθε σπίτι, καλύβι και παλάτι, είναι η πρώτη, η μεγαλύτερη και η δυναμικότερη εξουσία που κατευθύνει τα πάντα και τους πάντες, με τιμονιέρηδες και άρχοντες τους δημοσιογράφους, που είναι κατευθυνόμενοι από το παρασκήνιο, από τους τηλεκαναλάρχες, «εξουσιαστές» και τους πολιτικούς παράγοντες και κυβερνήτες – που τώρα τελευταία με το ζήτημα της αδειοδότησης – φάνηκαν πολλά από τα αντιλαϊκά τους σχέδια.
Όλοι ζούμε σ’ αυτό τον τόπο, και οι «σκεπτόμενοι» και οι μη «σκεπτόμενοι». Όλοι εισπράττουμε και αναλώνουμε μέχρι κάποιο σημείο τα αποχαυνωτικά και τα αλλοτριωτικά προϊόντα που μας πουλάνε, και τα όσα αναφέρουμε, είναι δειγματοληπτικά στοιχεία της καθημερινότητας.
Αντιλαμβάνεται κανείς, μέσα σ’ αυτό το συρφετό, το ρόλο και τη λειτουργία της τέχνης, την κοινωνική λειτουργία που έχει να επιτελέσει η λογοτεχνία στο λαό μας και ιδίως στα λαϊκά κοινωνικά στρώματα που καταπιέζονται και καταναγκάζονται κάτω από το βάρος της ανέχειας, της αβεβαιότητας και της όποιας μορφής εξάρτηση.
Το σύστημά μας είναι ταξικό – ας μη το ξεχνούμε αυτό ποτέ – είναι ολιγαρχικό και καπιταλιστικό και εξυπηρετεί πάντοτε τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, δεν γνοιάζεται για τους πολλούς και προπάντων για τους αδύναμους και τους φτωχούς. Ότι κάνει, το κάνει για τους ισχυρούς και τους δυνατούς που είναι οι λίγοι, αυτούς υπηρετεί, αυτούς εκφράζει, αυτούς ωφελεί. Είναι ένα ζήτημα αυτό που διχάζει, που παραπλανεί πολλές φορές τις λαϊκές μάζες, εξαιτίας της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης που γίνεται και της εγκεφαλικής πλύσης που παθαίνει ο ανυποψίαστος πολίτης, ο ακατάρτιστος και ο ανημέρωτος λαός. Γι’ αυτό, η λογοτεχνία εδώ, παίζει σπουδαίο και ωφέλιμο ρόλο σε όσους την ακολουθούν και ψάχνουν τ’ αχνάρια της.
Αν δεχτούμε, πως, «εν αρχή είν’ ο λόγος» - και εκ των πραγμάτων είναι η αρχή των πάντων ο λόγος, τότε πρέπει να παραδεχτούμε πως, η λογοτεχνία ανοίγει πολλούς μεγάλους δρόμους στη ζωή μας και μας οδηγεί ανάλογα με τη γνώση και τη μόρφωση που αποχτούμε μελετώντας. Έλα όμως, που οι πολλοί είναι απομακρυσμένοι από το βιβλίο, δε διαβάζουν ούτε τον καθημερινό ημερήσιο τύπο, που ενημερώνει και πολύ δε περισσότερο το βιβλίο που μορφώνει. Δεν διαβάζουν, δεν μορφώνονται και γίνονται έρμαια των λαοπλάνων και των εκμεταλλευτών του συστήματος. Η δύναμη όμως, της υπαρξιακής επιβίωσης και της μεγάλης ανάγκης – έστω με βήματα χελώνας – μας οδηγεί να οδοιπορούμε, όπως κι αν έχουν τα πράγματα, πάντα μπροστά.
Θα μου πείτε ίσως, πως, οι λαοί μας απέδειξαν ιστορικά περίτρανα, πως οι υλικές ανάγκες για την επιβίωση έχουν μεγαλύτερη δύναμη και ενώνουν κι ατσαλώνουν τους ανθρώπους, μορφωμένους και αμόρφωτους, σε καιρούς χαλεπούς και πολυτάραχους, σε εποχές που κινδυνεύει η ζωή τους, που κινδυνεύουν τα ιερά και τα όσια του τόπου τους, και δε μετριούνται τότε σε πρώτο πλάνο οι τέχνες και τα γράμματα. Είναι αλήθεια. Όμως, και τότε η λογοτεχνία προσφέρει πολλά καλά και ωφέλιμα πράματα. Αυτό μας διδάσκει και πάλι η μακραίωνη ιστορία του τόπου μας, αλλά, και του κάθε λαού.
Να πούμε ακόμη. Όπως η Βυζαντινή λογοτεχνία συνεχίζει τη ζωή της και την πολυσήμαντη προσφορά της και μετά την πτώση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας ως την Επανάσταση του ΄21, τον μεγάλο αυτόν σταθμό στην πορεία του Νέου Ελληνισμού, έτσι και η Νεοελληνική Λογοτεχνία αρχίζει πολύ πριν από την Άλωση, από τον 10ο αιώνα, οπότε η νεοελληνική δημοτική γλώσσα βρίσκεται στο στάδιο της διαμόρφωσής της. Κατά την περίοδο αυτήν έχουμε τα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στη ζωή και τα κατορθώματα των ακριτών. Πολλά από τα τραγούδια αυτά που ανήκουν στο λεγόμενο «ακριτικό κύκλο» σώθηκαν με την προφορική παράδοση ως τις μέρες μας.
Σκοπός μας δεν είναι όμως σ’ αυτό το σημείωμα να αναφερθούμε στην ιστορία της λογοτεχνίας, αλλά, να περιγράψουμε με λίγα λόγια, πολύ απλά, την ανεκτίμητη αξία της που έχει στη ζωή μας και στα εφόδια της γνώσης μας.
Έτσι, ας αναλογιστούμε, μαζί με όλους τους άλλους συλλογισμούς μας πως, η γνώση είναι φως, είναι δύναμη μεγάλη για τον άνθρωπο και η λογοτεχνία είναι ίσως το σπουδαιότερο στοιχείο της γνώσης, το καλύτερο εργαλείο για κάθε δουλειά που κάνουμε ή που θα κάνουμε στο μέλλον.
* Από τον Δημήτρη Τσικούρα
Ο Δημήτρης Τσικούρας είναι Λογοτέχνης, ποιητής και ιστορικός μελετητής