Από τον Ζήση Δ. Παπαδημητρίου
Μετά από δυο παγκόσμιους πολέμους τον περασμένο αιώνα που κόστισαν συνολικά τη ζωή σε εβδομήντα έξι εκατομμύρια ανθρώπους, το γερμανικό σύνδρομο της κρατικοποιημένης συνείδησης επανέρχεται στο προσκήνιο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας. Τα γερμανικό κατεστημένο, έχοντας καθυποτάξει σχεδόν στο σύνολό τους τα ΜΜΕ, χειραγωγεί με τον πιο χυδαίο τρόπο το γερμανικό λαό ο οποίος και «ανακαλύπτει» φανταστικούς εχθρούς, στην προκειμένη περίπτωση τους «τεμπέληδες», «διαφθαρμένους» και «καλοπερασάκηδες» Έλληνες που ζουν σε βάρος των άλλων λαών της Ε.Ε., διασκεδάζοντας έτσι τα προβλήματά του αλλά και τα συμπλέγματα ανωτερότητας που, ως φαίνεται, δεν έχουν ξεπεραστεί ακόμη.
Ως γνωστόν, ότι ισχύει για τα άτομα, ισχύει και για τους λαούς. Ένα άτομο που έχει συνείδηση των ικανοτήτων του, της ταυτότητάς και της κοινωνικής του προσφοράς, δεν χρειάζεται άλλους δήθεν κατώτερους ανθρώπους για να αναδείξει τη δική του ανωτερότητα. Λαοί που θεωρούν τους εαυτούς τους φυλετικά, ιστορικά, κοινωνικά και θρησκευτικά «ανώτερους» φέρνονται και σέρνονται από συμπλέγματα κατωτερότητας, τα οποία δεν μπορούν για ιστορικούς κυρίως λόγους να διαχειριστούν. Αυτό ισχύει δυστυχώς και για ένα μέρος ημών των Ελλήνων, όπως καταδεικνύουν οι ρατσιστικές επιθέσεις σε βάρος των μεταναστών και η ανάδειξη της «Χρυσής Αυγής» σε τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη.
Κρατικοποιημένη συνείδηση σημαίνει πρωτίστως άκριτη ταύτιση με την εκάστοτε κρατική εξουσία. Σε αντίθεση με εμάς τους Έλληνες που έχομε, από τη δολοφονία του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια (1831) και εντεύθεν, μια ιδιαίτερα προβληματική σχέση με το νεοελληνικό κράτος, καθότι το κράτος αντιμετωπίζει τον πολίτη ως δυνάμει απατεώνα και ο πολίτης το κράτος ως δυνάστη, οι Γερμανοί πολίτες ανέπτυξαν, όχι βέβαια στο σύνολό τους, μια τελείως διαφορετική σχέση με την εκάστοτε κρατική εξουσία που είχε ως αποτέλεσμα την κρατικοποίηση των συνειδήσεων. Η σχέση αυτή πρωτοεμφανίστηκε με την ίδρυση του γερμανικού Ράϊχ επί Μπίσμαρκ, ο οποίος απαγόρευσε, ως γνωστόν, το 1878, το Σοσιαλδημοκρατικο Κόμμα καθώς και τα Συνδικάτα, εφαρμόζοντας την ίδια στιγμή για πρώτη φορά στο σύγχρονο κόσμο κοινωνική πολιτική (επίδομα ανεργίας, ιατρικοφαρμακευτική περίθαλψη κλπ.), γεγονός που είχε καταλυτική επίδραση στη συνείδηση του γερμανικού λαού σε ό,τι αφορά τη σχέση κράτους-πολίτη, καθώς το κράτος καταγράφηκε στη συνείδησή του ως ουδέτερος θεσμός και προστάτης του.
Η ταύτιση του εκάστοτε πολιτικού ηγέτη με το κράτος-προστάτη οδήγησε στην κρατικοποίηση των συνειδήσεων, ιδιαίτερα των ανθρώπων της εργασίας που εξαρτώνται από τον κοινωνικό ρόλο τους κράτους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο γερμανικός λαός και μάλιστα σε σημαντικό βαθμό συμπαρατάχθηκε άκριτα με το Εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς του Αδόλφου Χίτλερ. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι εκατοντάδες χιλιάδες δημοκρατικοί Γερμανοί πολίτες (κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες, προτεστάντες, καθολικοί κλπ.) αντιστάθηκαν στο καθεστώς με τίμημα τη ζωή τους.
Είναι καιρός να υπενθυμίσουμε στη γερμανική κυβέρνηση ότι η πολιτική της λιτότητας και του αποπληθωρισμού που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις Μπρύνιγκ στις αρχές της δεκαετίας του ΄30 ως απάντηση στη σοβούσα τότε κρίση, οδήγησαν μεταξύ άλλων το 40% περίπου του γερμανικού λαού στην ανεργία και την οικονομική εξαθλίωση!
Προκαλεί άλγος η επίσημη πολιτική της Γερμανίας, γιατί, καθώς φαίνεται, δεν ενδιαφέρεται για μια ισχυρή δημοκρατική Ευρώπη των λαών και των πολιτών μαζί με τη Γερμανία αλλά για μια γερμανική Ευρώπη, με όλα τα συμπαρομαρτούντα που μια τέτοια εξέλιξη συνεπάγεται. Με λίγες εξαιρέσεις που τιμούν την ειδησεογραφική δεοντολογία, τα γερμανικά ΜΜΕ εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία, προσβάλλοντας τη νοημοσύνη των ίδιων των Γερμανών πολιτών που δυστυχώς δέχονται αδιαμαρτύρητα τα σκουπίδια της αυτοαποκαλούμενης αντικειμενικής πληροφόρησης. Αυτόκλητοι δημοσιογράφοι συναγωνίζονται αλλήλους στο χειραγωγικό τους έργο, υποβιβάζοντας τους Γερμανούς πολίτες σε τηλεκατευθυνόμενη αγέλη.
Υπάρχει ωστόσο και ο δημοκρατικός κόσμος της Γερμανίας (επιστήμονες, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, επαγγελματίες και άνθρωποι του μόχθου) που αντιστέκεται στη λαίλαπα της παραπληροφόρησης , όπως δείχνουν, οι έστω και σποραδικές κριτικές φωνές στα ΜΜΕ καθώς και οι εκκλήσεις συμπαράστασης στον ελληνικό λαό από επιφανείς προσωπικότητες του δημόσιου βίου, γεγονός που επιβεβαιώνει πως δεν υπάρχουν καλοί και κακοί λαοί αλλά λιγότερο ή περισσότερο χειραγωγούμενοι.
Θλιβερή περίπτωση γερμανού πολιτικού ο σοσιαλδημοκράτης κ. Σούλτς, ο οποίος υποταγμένος πλήρως στην εξυπηρέτηση του νεοφιλελεύθερου δόγματος που διέπει τις πολιτικές επιλογές της Ε.Ε., δήλωσε τελευταία πως ο κ. Τσίπρας είναι «καλός άνθρωπος, μόνον που ξεχνάει το ρόλο του ως πρωθυπουργού». Πρόκειται για έμμεση απειλή που σημαίνει ή αποδέχεστε την κατά κράτος αποτυχημένη πολιτική λιτότητας κλπ. της Ε.Ε., ή διαφορετικά η χώρα σας θα αντιμετωπίσει απροσπέλαστο τείχος κατά τις επικείμενες διαπραγματεύσεις. Οι υπεύθυνοι για την αποτυχία του προγράμματος λιτότητας και την ανθρωπιστική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα μας, καθώς οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν είχαν το σθένος αλλά ούτε και τη θέληση να διαπραγματευτούν ουσιαστικά με τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε., εμφανίζονται τελευταία στο ρόλο του τιμητή.
Επιστρέφομε τις ύβρεις σε βάρος του λαού μας στα φερέφωνα του γερμανικού κατεστημένου, υπενθυμίζοντας πως εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες. Ισπανοί, Ιταλοί, Πορτογάλοι, Γιουγκοσλάβοι κλπ. εργαζόμενοι συνέβαλαν από το 1960 και εντεύθεν με τη δουλειά τους στο μεταπολεμικό γερμανικό «οικονομικό θαύμα». Ακόμη, Έλληνες επιστήμονες, καθηγητές πανεπιστημίου, γιατροί, καλλιτέχνες κλπ. εργάζονται σήμερα στη Γερμανία, τιμώντας με τη στάση τους τη χώρα μας. Είτε το θέλουν, είτε όχι οι αρνητές της ιστορίας, ο ελληνικός λαός, με όλες τις αδυναμίες του, προσέφερε τα μέγιστα στην ανθρωπότητα. Τα φληναφήματα του Φαλμεράϊερ και οι φυλετικές κορώνες του Ρόζενμπεργκ, του θεωρητικού του Εθνικοσοσιαλισμού, ότι οι Νεοέλληνες δεν έχουν «φυλετική» αλλά ούτε και πνευματική σχέση με τους αρχαίους προγόνους τους, όχι μόνον δεν ευσταθούν, όπως αποδεικνύουν η διατήρηση και εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, τα ήθη και έθιμα καθώς και η ιστορική συνείδηση του λαού μας, αλλά αποτελούν συμπιλήματα απόψεων που προσβάλουν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο.
Ανάμεσα στα άλλα φαιδρά που κυκλοφορούν σε βάρος του ελληνικού λαού στη Γερμανία, ας προστεθεί και η άποψη δημοσιογράφου, ο οποίος, σε άρθρο του σε, υποτίθεται, έγκυρη γερμανική εφημερίδα, καταφέρθηκε εναντίον της χώρας μας, λέγοντας πως η παρουσία των σύγχρονων Ελλήνων στο ευρωπαϊκό πνευματικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι είναι ανύπαρκτη, επισημαίνοντας την απουσία Βραβείων Νομπέλ, σκηνοθετών κλπ.. Πρόκειται μάλλον για παντελή άγνοια, καθώς η Ελλάδα των 10,7 και όχι των 83 εκατομμυρίων ανθρώπων της Γερμανίας, εκπροσωπείται επάξια στο χώρο των γραμμάτων από τους νομπελίστες Γ. Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη, τον Κώστα Βάρναλη και το Γιάννη Ρίτσο (και οι δυο τους τιμήθηκαν με το βραβείο Λένιν της Σοβιετικής ‘Ενωσης), τον ογκόλιθο της παγκόσμιας λογοτεχνίας Νίκο Καζαντζάκη, τα μυθιστορήματα του οποίου κυκλοφόρησαν σε εκατομμύρια αντίτυπα στη Γερμανία, διάσημους σκηνοθέτες που έβαλαν το στίγμα τους στον παγκόσμιο κινηματογράφο (Ηλίας Καζάν, Τζων Κασαβέτης, Κώστας Γαβράς, Μιχάλης Κακογιάννης, Νίκος Κούνδουρος, Αγγελόπουλος κ.ά.), τη μεγαλύτερη σοπράνο όλων των εποχών Μαρία Κάλλας, για να μην αναφερθούμε στο χώρο της επιστήμης, όπου πληθώρα Ελλήνων, διαπρέπουν, τόσο στην Αμερική και την Ευρώπη όσο και σε άλλες χώρες του πλανήτη,, συνεχίζοντας τη διαχρονική πνευματική πορεία του λαού μας.
Θα ήθελα να υπενθυμίσω πως δεν είναι μόνον ο κ. Ντάϊζελμπλουμ που δηλώνει κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος, ενώ οργιάζουν οι φήμες στο Διαδίκτυο, ότι δεν είναι. Το φαινόμενο, φαίνεται, πως εμφιλοχωρεί στον ευρωπαϊκό χώρο. Ανάμεσα στους πολιτικούς της Γερμανίας και μάλιστα κατόχους υπουργικών θώκων υπήρξαν περιπτώσεις ατόμων με ψεύτικους ακαδημαϊκούς τίτλους, όπως αποκάλυψαν οι πρυτανείες γερμανικών πανεπιστημίων.
Τέλος, προκαλεί θλίψη ο ξεπεσμός των εκπροσώπων τύπου της Νέας Δημοκρατίας. Ο κ. Τσίπρας, στη συνάντησή του με τον Ιταλό συνάδελφό του κ. Ρέντσι, μίλησε για διαφθορά και πελατειακές σχέσεις στον κρατικό μηχανισμό και όχι για διαφθαρμένο ελληνικό λαό, όπως θέλησε να το παρουσιάσει ο εκπρόσωπος τύπου της Ν.Δ. κ. Καραγκούνης, άνθρωπος, ως φαίνεται, περιορισμένης ικανότητας σε ό,τι αφορά την πρόσληψη και αναμετάδοση δηλώσεων των πολιτικών αντιπάλων.