Πρόκειται για ένα εξαιρετικά συχνό νόσημα, καθώς αφορά μέχρι και το 3% του γενικού πληθυσμού. Παγκοσμίως περισσότεροι από 120 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από ψωρίαση, ενώ μόνο στην Ελλάδα οι ασθενείς ξεπερνούν τους 250.000. H ψωρίαση μπορεί να πρωτοεμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αν και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων εκδηλώνεται στις ηλικίες 20 έως 35 ετών, ενώ μία ακόμα κορύφωση παρατηρείται γύρω από την ηλικία των 50-60 ετών.
Η ψωρίαση δεν είναι μεταδοτική και δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ψώρα, η οποία οφείλεται σε παράσιτο. Παρόλο που η ακριβής αιτία της παραμένει άγνωστη, η ψωρίαση οφείλεται σε μια ανοσολογική διαταραχή που οδηγεί στον υπέρμετρο πολλαπλασιασμό της επιδερμίδας και την εμφάνιση των χαρακτηριστικών αλλοιώσεων. Η κληρονομικότητα φαίνεται να παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της νόσου. Για την παθογένεια της νόσου έχουν επίσης ενοχοποιηθεί μερικά φάρμακα, η διατροφή και ιδιαίτερα το δυτικό πρότυπο διατροφής, το κάπνισμα, η λήψη αλκοόλ, ο τρόπος ζωής (καθιστική) και η παχυσαρκία.
Η ψωρίαση εμφανίζεται με ποικίλες μορφές και διαφορετικά επίπεδα σοβαρότητας. Υπάρχουν 5 βασικές μορφές Ψωρίασης: Ψωρίαση κατά πλάκας, Σταγονοειδής, Ανάστροφη, Ερυθροδερμική και Φλυκταινώδης. Η πιο συχνή μορφή της νόσου είναι η ψωρίαση κατά πλάκας και αφορά περίπου στο 80% των ασθενών. Αυτή η μορφή ψωρίασης μπορεί να εντοπίζεται οπουδήποτε στο σώμα, αλλά συνήθως εμφανίζεται αμφοτερόπλευρα στα γόνατα, τους αγκώνες και το τριχωτό της κεφαλής. Μπορεί, επίσης, να προσβάλλονται οι παλάμες και τα πέλματα, τα νύχια, η περιοχή των γεννητικών οργάνων και, σπανιότερα, το πρόσωπο. Το εξάνθημα χαρακτηρίζεται από ροδόχροες ή ερυθρές επηρμένες πλάκες που φέρουν στην επιφάνειά τους λευκωπά, σκληρά λέπια. Τα συχνότερα συμπτώματα που συνοδεύουν την ψωρίαση είναι ο κνησμός, η ερυθρότητα και η απολέπιση. Μερικές φορές το εξάνθημα μπορεί να συνοδεύεται από πόνο, ιδιαίτερα εάν οι βλάβες εντοπίζονται στις παλάμες και τα πέλματα και συνυπάρχουν ρωγμές.
Συννοσηρότητες
Οι χαρακτηριστικές αυτές δερματικές αλλοιώσεις, ιδιαίτερα όταν εντοπίζονται σε ορατές για τους άλλους δερματικές επιφάνειες, όπως τα χέρια ή το πρόσωπο, επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής των ασθενών σε καθημερινή βάση. Αυτό τους δημιουργεί κοινωνικό αποκλεισμό και στιγματισμό. Οι ασθενείς με ψωρίαση δυσκολεύονται στις κοινωνικές, προσωπικές, εργασιακές και σεξουαλικές τους σχέσεις. Πολλοί μάλιστα από τους ασθενείς με ψωρίαση πάσχουν από ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ. Σήμερα είναι γνωστό ότι η Ψωρίαση δεν αφορά μόνο το δέρμα και το αισθητικό κομμάτι αυτού. Όπως προκύπτει από τη διεθνή βιβλιογραφία, περίπου ένα 60% των ασθενών με ψωρίαση έχουν τουλάχιστον ένα συνοδό νόσημα. Στα πιο συχνά συγκαταλέγεται η ΨΩΡΙΑΣΙΚΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ, που εμφανίζεται στο 1/3 των ασθενών με ψωρίαση ως διόγκωση, δυσκαμψία, ευαισθησία, παραμόρφωση μέχρι και καταστροφή των αρθρώσεων. Άλλα σημαντικά ΣΥΝΟ∆Α ΝΟΣΗΜΑΤΑ για τους ασθενείς με ψωρίαση είναι η νόσος του CROHN, το μεταβολικό σύνδρομο, ο διαβήτης και η καρδιαγγειακή νόσος.
Θεραπεία της ψωρίασης
Η ψωρίαση είναι μία χρόνια πάθηση, με υφέσεις και εξάρσεις. Η θεραπεία απαιτεί μακροχρόνια παρακολούθηση και καλή συνεργασία μεταξύ ιατρού και ασθενούς. Μέχρι σήμερα η νόσος δεν θεωρείται ιάσιμη, αλλά με τις ως τώρα διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές οι ασθενείς μπορούν να επιτύχουν μεγάλες περιόδους ύφεσης
Οι υπάρχουσες θεραπευτικές προσεγγίσεις ταξινομούνται σε τρεις βασικές κατηγορίες:
• την εφαρμογή φαρμάκων στο δέρμα (τοπική θεραπεία),
• τη χρήση της υπεριώδους ακτινοβολίας (φωτοθεραπεία) και
• τη χορήγηση συστηματικών θεραπειών, είτε από το στόμα (κυκλοσπορίνη, μεθοτρεξάτη, ρετινοειδή, απρεμιλάστη) είτε σε ενέσιμη μορφή (βιολογικές θεραπείες: ανταλιμουμάμπη, ετανερσέπτη, ινφλιξιμάμπη, ουστεκινουμάμπη, σεκουκινουμάμπη, μπρονταλουμάμπη), τα οποία στοχεύουν ευρύτερες ή στοχευμένες φλεγμονώδεις λειτουργίες.
Οι τοπικές θεραπείες συνήθως χρησιμοποιούνται στην ήπια ψωρίαση ενώ οι συστηματικές θεραπείες σε μέτρια και σοβαρή ψωρίαση.
Ο ρόλος του δερματολόγου είναι κομβικός για την έγκαιρη διάγνωση της ψωρίασης και την αναγνώριση των πιθανών συννοσηροτήτων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ο ψωριασικός ασθενής να αντιμετωπίζεται ολιστικά από τον θεράποντα ιατρό του και να αναγνωρίζονται και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως οι διάφοροι παράγοντες κινδύνου. Η θεραπεία πρέπει να εξατομικεύεται για κάθε ασθενή και να συνυπολογίζεται η βαρύτητα, η έκταση, η εντόπιση, η μορφή της νόσου, η ηλικία και η επίδραση στην ποιότητα ζωής.
Σήμερα, υπάρχει ουσιαστική ανάγκη για νέες θεραπευτικές προτάσεις για τη μέτρια-σοβαρή ψωρίαση, καθώς περίπου το 40- 50% των ασθενών δεν είναι ικανοποιημένοι με τις υπάρχουσες θεραπείες. Λόγω των συννοσηροτήτων και της συστηματικής φλεγμονής στους ψωριασικούς ασθενείς, υπάρχει ανάγκη για νέες θεραπείες, με χρήση από νωρίς, που επιτυγχάνουν και διατηρούν μακροπρόθεσμα «καθαρό δέρμα» σε περισσότερους ασθενείς και παράλληλα αναστέλλουν την εξέλιξη των συνοδών νοσημάτων όπως η ψωριασική αρθρίτιδα.
Πλέον έχουμε στη διάθεσή μας νεότερες στοχευμένες θεραπείες που προσφέρουν ελπίδα και αισιοδοξία στους ασθενείς μας. Σήμερα πλέον οι ασθενείς που ζουν με χρόνια νοσήματα, όπως η ψωρίαση και η ψωριασική αρθρίτιδα στην Ελλάδα, έχουν πρόσβαση σε καινοτόμες και ιδιαίτερα αποτελεσματικές θεραπείες. Και η εμπειρία μας, η οποία διαρκώς αυξάνεται, επιτρέπει να είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών μας.
Ευτέρπη Ζαφειρίου
Επίκουρη Καθηγήτρια Δερματολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Ιατρείο ψωρίασης - Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας