Καιρικά φαινόμενα, που, μεταξύ άλλων περιοχών της Θεσσαλίας, έπληξαν και τον Νομό Καρδίτσας στις 18 και 19 Σεπτεμβρίου 2020, με αποτέλεσμα τέσσερις πολίτες, μεταξύ των οποίων και η 43χρονη φαρμακοποιός, να χάσουν τη ζωή τους και να ασκηθεί έτσι δίωξη σε βάρος συνολικά 10 αιρετών και υπηρεσιακών παραγόντων, οι οποίοι παραπέμπονται κατά περίπτωση για τα πλημμελήματα της πλημμύρας από αμέλεια διά παραλείψεως, από την οποία προέκυψε κίνδυνος για ξένα πράγματα και για άνθρωπο, και της ανθρωποκτονίας από αμέλεια διά παραλείψεως άπαξ και κατά συρροή.
Μετά από συνεχείς διακοπές με αφορμή διάφορα αιτήματα συνηγόρων υπεράσπισης, τα οποία απέρριψε το Δικαστήριο, η δίκη ξεκίνησε χθες επί της ουσίας με πρώτο μάρτυρα πλημμυροπαθή κάτοικο της Καρδίτσας να καταθέτει σημειώμοντας ότι έχοντας πλημμυρίσει το σπίτι του υπέστη ζημιές αξίας περίπου 100.000 ευρώ, λαμβάνοντας, όπως ανέφερε, συνολική αποζημίωση ύψους μόλις 11.000 ευρώ.
Επέρριψε ευθύνες σε αιρετούς της περιοχής, σημειώνοντας πως ενώ είχαν δηλώσει ότι είναι προετοιμασμένοι για την αντιμετώπιση των καιρικών φαινομένων, «δεν είχαν κάνει τίποτα», περιγράφοντας μετά από ερώτηση του εισαγγελέα της έδρας τις ενέργειες που έπρεπε να είχαν προηγηθεί (καθαρισμός ποταμών, ενίσχυση αναχωμάτων κ.ά.) για να μην πλημμυρίσει ο Δήμος Καρδίτσας. Ακόμη, καταλήγοντας υπογράμμισε με έμφαση την ανάγκη «να αποδωθεί δικαιοσύνη».
Την αγωνία που βίωσε επί 6 ημέρες αναζητώντας την αγνοούμενη κόρη της περιέγραψε η μητέρα της φαρμακοποιού, η οποία άρχισε να την αναζητά από τις πρώτες ώρες.
Όπως είναι γνωστό, η 43χρονη ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητό της στον δρόμο παράλληλα του Κέντρου Υγείας Μουζακίου, ο δρόμος υποχώρησε κάτω από την πίεση των ορμητικών νερών, με αποτέλεσμα το Ι.Χ. να παρασυρθεί και η φαρμακοποιός να χάσει τη ζωή της. Η σορός της εντοπίστηκε μετά από έξι ημέρες στις όχθες του ποταμού Πάμισου, κοντά στη γέφυρα που οδηγεί στον οικισμό Μαγουλίτσα του Δήμου Μουζακίου. Η κ. Πλακιά περιγράφοντας τις συνθήκες που χάθηκε η κόρη της σημείωσε πως «ο δρόμος κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, άνοιξε το οδόστρωμα και το αυτοκίνητο έπεσε στο ποτάμι και μετά παρασύρθηκε από τα ορμητικά νερά».
Απαντώντας στα όσα λέχθηκαν εκείνες τις ημέρες ότι η 43χρονη παράκουσε τις εντολές και κινήθηκε στον δρόμο ενώ είχε απαγορευθεί η κυκλοφορία, η κ. Πλακιά τόνισε πως «δεν υπήρχε φωτισμός, δεν υπήρχε ορατότητα, δεν είχε τη δυνατότητα (η κόρη της) να δει και να ακούσει» εντολές, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν από την ένταση των φαινομένων και τον θόρυβο των φερτών υλικών του χείμαρρου.
Ακόμη, πρόσθεσε ότι «πήγα στο σπίτι και περίμενα μήπως φανεί η κόρη μου. Την ψάχναμε έξι ολόκληρες ημέρες, το μαρτύριό μας συνεχιζόταν. Βρήκανε το αυτοκίνητο, αλλά όχι και την κόρη μου. Ενώ περιμέναμε, ο δήμαρχος έλεγε ότι η κόρη μου είχε την ευθύνη και δε σταμάτησε» κατέληξε η κ. Πλακιά, για να προσθέσει ότι εκείνες τις ώρες «δεν υπήρξε κανένας συντονισμός και καμία οργάνωση». Η δίκη διακόπηκε για να συνεχιστεί στις 4 Ιουλίου.