Έναν τεράστιο όγκο δουλειάς που συνεπάγεται βασικές υπηρεσίες υγείας σε περίπου 900 ασφαλισμένους σε καθημερινή βάση, κάτω όμως από πολύ δύσκολες συνθήκες, φέρνουν σε πέρας υπερβάλλοντας εαυτόν οι 13 μόλις εργαζόμενοι στο Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας Λάρισας.
Το σημαντικό στοιχείο που πρέπει να αναδειχθεί, όπως τονίζει στη συνομιλία που είχαμε ο διευθυντής του ΠΕΔΥ κ. Βαγγέλης Γραντζής, είναι ότι φτάνουν ορισμένες στοχευμένες πρωτοβουλίες των υπευθύνων ώστε να επιλυθούν σημαντικά προβλήματα και να μπορέσει το σύστημα να λειτουργήσει περισσότερο ορθολογικά.
Σύμφωνα με τον κ. Γραντζή, το ΠΕΔΥ της Λάρισας εξυπηρετεί μόνο του όσους ασφαλισμένους εξυπηρετούν όλα τα υπόλοιπα Δίκτυα της 5ης ΥΠΕ μαζί, ενδεικτικό τόσο της σημαντικότητας του έργου που παράγει όσο και της εμπιστοσύνης των ασφαλισμένων που απολαμβάνει, παρά τα όποια προβλήματα αντιμετωπίζει!
Πρόκειται για προβλήματα που έχουν φέρει στα πρόθυρα της διάλυσης κάποια άλλα ΠΕΔΥ της περιφέρειας και θα είναι καταστροφικό να οδηγήσουν εκεί και το ΠΕΔΥ της Λάρισας.
ΕΛΛΕΙΨΗ ΓΙΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ
Κεντρικό πρόβλημα παραμένει ασφαλώς η έλλειψη γιατρών, μάλιστα καίριων ειδικοτήτων, καθώς υπάρχει μόλις μία καρδιολόγος, μία γυναικολόγος που είναι έγκυος αυτό το διάστημα, μόλις ένας ορθοπαιδικός και απουσιάζουν εντελώς οφθαλμίατρος, οδοντίατρος και ουρολόγος.
Έχουν κλείσει 3 οδοντιατρικές έδρες το τελευταίο διάστημα και τα μηχανήματα μένουν σε αχρησία, όπως και τα 3 οφθαλμολογικά ιατρεία με υπερσύγχρονο εξοπλισμό που αραχνιάζει ανεκμετάλλευτος.
Τεράστιο είναι παράλληλα το θέμα της κατάστασης του υλικοτεχνικού εξοπλισμού που προέρχεται από την εποχή του ΙΚΑ ακόμη, με αποτέλεσμα να είναι καθημερινά τα προβλήματα. Αισθητή είναι η έλλειψη του υπέρηχου που είναι χαλασμένος εδώ και 12 χρόνια, δεν υπάρχουν χρήματα για την αγορά των κεφαλών που πρέπει να αντικατασταθούν και το αποτέλεσμα είναι περίπου 15 άτομα καθημερινά να αναγκάζονται σε εξετάσεις μαστού και θυρεοειδούς, κόστους 20 – 30 ευρώ η μία, στον ιδιωτικό τομέα.
Δραματική τείνει να γίνει εν τω μεταξύ η έλλειψη αντιδραστηρίων, ένα φαινόμενο που πάντως παρατηρείται σε ολόκληρη τη χώρα και οδηγεί στο να γίνονται στο ΠΕΔΥ μόνο οι βιοχημικές και όχι οι αιματολογικές εξετάσεις για τις οποίες οι ασφαλισμένοι αναγκάζονταν μέχρι την Παρασκευή να απευθύνονται σε ιδιώτες.
«Πλέον μας καλύπτει ως προς τις συγκεκριμένες εξετάσεις το Γενικό Νοσοκομείο», διευκρινίζει ο κ. Γραντζής, ο οποίος μεταφέρει παράλληλα και τη δέσμευση του διοικητή της 5ης ΥΠΕ Νέστορα Αντωνίου ότι σε ένα μήνα το θέμα θα έχει αντιμετωπιστεί.
ΧΩΡΙΣ ΧΑΡΤΙ ΚΑΙ ΜΕΛΑΝΙ
Η απουσία χρηματοδότησης εν τω μεταξύ δημιουργεί προσχώματα ακόμα και στην απλή διεκπεραίωση των καθημερινών, γραφειοκρατικών διαδικασιών της υπηρεσίας, αφού για παράδειγμα υπάρχει έλλειψη γραφικής ύλης ή του απαραίτητου μελανιού για τους εκτυπωτές!
Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι υπάρχουν προβλήματα στη θέρμανση και την ψύξη του πενταώροφου κτιρίου επί της Ρούσβελτ, με ότι κάτι τέτοιο συνεπάγεται για την υγεία εργαζομένων και ασφαλισμένων – χειμώνας έρχεται άλλωστε – ενώ πολλές φορές έχει αναφερθεί το πρόβλημα των ανελκυστήρων του κτιρίου, τους οποίους συντηρεί αφιλοκερδώς κάθε φορά που παθαίνουν βλάβη ιδιώτης τεχνικός.
Παράλληλα, μένει αδιευκρίνιστο το μέλλον τόσο του φυσιοθεραπευτηρίου του ΠΕΔΥ επί της Κύπρου 105, στο οποίο τα μηχανήματα εξακολουθούν να μένουν παραπεταμένα όσο και του Σταθμού Μάνας και Παιδιού στην οδό Παναγούλη 66, για τα κτίρια των οποίων το Δίκτυο πληρώνει ενοίκιο 1.000 ευρώ το μήνα, το καθένα.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ
Τελειώνοντας τη συζήτησή μας ο κ. Γραντζής τονίζει ότι δεν έχει κανένα παράπονο από τη διοίκηση της 5ης ΥΠΕ Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, καθώς τόσο ο διοικητής Νέστορας Αντωνίου όσο και ο αναπληρωτής διοικητής Μιχάλης Βενιζέλος κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να βελτιώσουν την κατάσταση.
«Το ερώτημα απευθύνεται στην ηγεσία του υπουργείου Υγείας και είναι τι θέλουν να κάνουν με την Πρωτοβάθμια Υγεία στη χώρα μας», επισημαίνει.
Οι εξαγγελίες της προηγούμενης κυβέρνησης για τους γιατρούς της γειτονιάς με τη δημιουργία ενός ιατρείου ανά 5.000 κατοίκους και τη δημιουργία Κέντρων Υγείας Αστικού Τύπου μπορεί να ακούγονται ενθαρρυντικές, αλλά αναρωτιέται κανείς, στη σημερινή συγκυρία, με ποιο τρόπο μπορεί το συγκεκριμένο σύστημα να εξοπλιστεί, να αποπληρώνει τις εφημερίες των γιατρών και τελικά να εφαρμοστεί;
Το βέβαιο είναι ότι τόσο ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός όσο και ο αναπληρωτής του Παύλος Πολάκης, γνωρίζουν τα ζητήματα, υπήρξαν για πολλά χρόνια γιατροί του ΕΣΥ και καλούνται να δράσουν το ταχύτερο δυνατό.
Μενέλαος Κατσαμπέλας