Η διακοπή του καπνίσματος περιορίζει σε σημαντικό βαθμό τον κίνδυνο για την καρδιά, ακόμα και στην περίπτωση που οι πρώην καπνιστές αποκτούν περισσότερα κιλά επειδή έκοψαν το τσιγάρο, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Τζέιμς Μέιγκς της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου (JAMA), σύμφωνα με το BBC και το πρακτορείο Ρόιτερ, επισήμαναν ότι ορισμένοι καπνιστές διστάζουν να το κόψουν, μήπως παχύνουν, όμως η νέα έρευνα δείχνει πως, σε κάθε περίπτωση, θα ωφεληθούν σημαντικά από άποψη μείωσης του καρδιαγγειακού κινδύνου (έμφραγμα, εγκεφαλικό κ.α.).
Τα οφέλη για την υγεία χάρη στη διακοπή του καπνίσματος είναι πιο ορατά σε όσους δεν έχουν διαβήτη, αλλά ακόμα και οι διαβητικοί που το κόβουν, θα ωφεληθούν πολύ (όσοι έχουν διαβήτη, πρέπει να προσέχουν ιδιαίτερα το βάρος τους). Η νικοτίνη μειώνει την όρεξη και συνήθως επιταχύνει ελαφρά την καύση θερμίδων στους καπνιστές, ενώ αντίστροφα, όταν το κόβουν, είναι πιθανό να επιβραδυνθεί κάπως ο μεταβολισμός τους κι έτσι να προσθέσουν μερικά κιλά.
Η παχυσαρκία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τις καρδιοπάθειες (μαζί με τη χοληστερόλη, την αρτηριακή πίεση, τον διαβήτη, το κάπνισμα κ.α.), γι’ αυτό προηγούμενες έρευνες είχαν θέσει το ερώτημα κατά πόσον το κόψιμο του τσιγάρου, που μπορεί να αυξήσει το πάχος, ακυρώνει εν μέρει τα καρδιαγγειακά οφέλη από αυτή την απόφαση. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι σταματούν να καπνίζουν, παχαίνουν κατά μέσο 2,7 έως 5,9 κιλά μέσα στο πρώτο εξάμηνο μετά τη διακοπή του καπνίσματος (το μεγαλύτερο μέρος από αυτά τα κιλά -ή και όλα- συχνά χάνονται με το πέρασμα του χρόνου).
Η νέα μελέτη αφορούσε πάνω από 3.200 άτομα, πολλοί από τους οποίους ήσαν πρώην καπνιστές. Όσοι το είχαν κόψει εδώ και καιρό (πάνω από τέσσερα χρόνια), είχαν 54% μικρότερο κίνδυνο για καρδιολογική πάθηση σε σχέση με τους καπνιστές. Όσοι είχαν σταματήσει το κάπνισμα πρόσφατα (λιγότερο από τέσσερα χρόνια), είχαν σχεδόν ίδιο καρδιαγγειακό όφελος (μείωση κινδύνου 53% σε σχέση με τους καπνιστές), παρόλο που σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία των πρώην καπνιστών ανήκαν κυρίως όσοι είχαν βάλει τα παραπάνω κιλά.
Αναλυτικότερα, μεταξύ αυτών που δεν είχαν διαβήτη, όσοι το είχαν κόψει σχετικά πιο πρόσφατα, είχαν κατά μέσο όρο 37% λιγότερες πιθανότητες εμφράγματος, ενώ όσοι το είχαν κόψει περισσότερο καιρό, είχαν 68% μικρότερο κίνδυνο εμφράγματος (έναντι 81% όσων δεν είχαν ποτέ καπνίσει). Μεταξύ των διαβητικών, η αντίστοιχη μείωση κινδύνου για έμφραγμα ήταν 60%, έναντι 85% των μη καπνιστών.
«Είμαστε πλέον σε θέση να πούμε χωρίς καμία αμφιβολία ότι το κόψιμο του καπνίσματος έχει πολύ θετική επίδραση στον καρδιαγγειακό κίνδυνο και για τους ασθενείς που έχουν διαβήτη και για όσους δεν έχουν, ακόμα και αν εμφανίσουν μέτρια αύξηση του βάρους τους», δήλωσε ο Τζέιμς Μέιγκς.
«Οι άνθρωποι που κόβουν το κάπνισμα, μπορεί να αυξήσουν κάπως το βάρος τους, όμως αυτό δεν μετριάζει τα οφέλη για την καρδιά τους. Η μελέτη μας επιτρέπει σε ένα γιατρό να πει στους ασθενείς του: Αν σταματήσεις να καπνίζεις, μέσα σε λίγα χρόνια θα έχεις τις ίδιες πιθανότητες να πεθάνεις από έμφραγμα, με αυτές που θα είχες αν δεν είχες καπνίσει ποτέ», πρόσθεσε.
Όπως τόνισε ο Τζέιμς Μέιγκς, το κάπνισμα είναι ο πιο σοβαρός παράγοντας κινδύνου για έμφραγμα ή εγκεφαλικό. «Μια μικρή αύξηση του βάρους, που αυξάνει την πίεση του αίματος, το σάκχαρο στο αίμα ή τη χοληστερόλη, δεν είναι αρκετά επιβλαβής για να αντισταθμίσει τα οφέλη από το σταμάτημα του καπνίσματος», τόνισε.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ