Αμερικανοί ερευνητές κατάφεραν για πρώτη φορά να μειώσουν τις φοβίες ανθρώπων, ενώ αυτοί κοιμόντουσαν. Το επίτευγμα ανοίγει τον δρόμο για την «χειραγώγηση» των συναισθηματικά φορτισμένων αναμνήσεων, όπως του φόβου, στη διάρκεια του ύπνου, προσφέροντας έτσι νέες εναλλακτικές δυνατότητες θεραπείας των φοβιών και των μετατραυματικών διαταραχών άγχους.
Η λεγόμενη «θεραπεία έκθεσης» είναι μια κοινή πρακτική για τη θεραπεία των φοβιών και σε αυτήν ο ασθενής σκοπίμως εκτίθεται σταδιακά όλο και περισσότερο σε αυτό ακριβώς που τον φοβίζει (π.χ. αν φοβάται τα φίδια, καλείται να βλέπει εικόνες τους ή πραγματικά φίδια από όλο και μικρότερη απόσταση). Η νέα ανακάλυψη επεκτείνει αυτού του είδους τη συμπεριφορική - γνωσιακή θεραπεία και στη διάρκεια της νύχτας. Στην αρχή, οι επιστήμονες έδειξαν σε 15 εθελοντές εικόνες, τις οποίες συσχέτισαν τόσο με το αίσθημα του φόβου (μέσω ταυτόχρονων ήπιων ηλεκτροσόκ), όσο με δύο συγκεκριμένες οσμές. Στη συνέχεια, την ώρα του ύπνου, εξέθεσαν τους συμμετέχοντες στο πείραμα στις ίδιες μυρωδιές, εξοικειώνοντάς τους έτσι υποσυνείδητα με αυτές. Όταν οι εθελοντές ξύπνησαν, φοβούνταν πια πολύ λιγότερο τις εικόνες που συνδέονταν με αυτές τις οσμές.
Οι ερευνητές του Τμήματος Νευρολογίας της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Northwestern, με επικεφαλής την δρα Κατερίνα Χάουνερ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευροεπιστήμης "Nature Neuroscience", σύμφωνα με το BBC, το "New Scientist" και το "Nature", διευκρίνισαν ότι η μείωση του φόβου που πέτυχαν, ήταν «μικρή αλλά σημαντική». Όπως είπαν, θα συνεχίσουν τις έρευνες, για να δουν επί πόσο χρόνο μπορεί να διαρκέσει η μείωση του φόβου.
Ο ύπνος θεωρείται ζωτική διαδικασία για τη εγκαθίδρυση μιας μνήμης, ιδίως κατά την περίοδο εμφάνισης των βραδέων εγκεφαλικών κυμάτων. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι διάφορες ικανότητες του εγκεφάλου μπορούν να βελτιωθούν κατά τον ύπνο, αλλά είναι ουσιαστικά η πρώτη φορά που φαίνεται πως είναι δυνατό να γίνει κάτι ανάλογο και με συναισθήματα όπως ο φόβος.
Όταν, κατά την ώρα του βαθιού ύπνου, ο εθελοντής εκτίθετο συνεχώς στην οσμή που είχε συσχετίσει με το φόβο όσο ήταν ξύπνιος, η αντίστοιχη μνήμη ενεργοποιείτο ξανά και ξανά στον κοιμισμένο εγκέφαλό του, με αποτέλεσμα σταδιακά να συνηθίζει και να «αποφορτίζει» αυτό το φόβο, κατά τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει στην τυπική «θεραπεία έκθεσης». Μάλιστα, όσο βαθύτερος και μακρύτερος ήταν ο ύπνος, τόσο μεγαλύτερη ήταν η αποτελεσματικότητα της θεραπείας.
Μετά από αυτή την ιδιόμορφη «υπνοθεραπεία», η απόδειξη της μείωσης του φόβου έγινε μέσω της καταγραφής του λιγότερου ιδρώτα στο δέρμα των εθελοντών όταν ξαναέβλεπαν τις φοβιστικές εικόνες, καθώς και μέσω της απεικόνισης του εγκεφάλου τους με μαγνητική λειτουργική τομογραφία (fMRI), που έδειξε τις διαφορές τόσο στην αμυγδαλή, το θεωρούμενο «κέντρο του φόβου» στον εγκέφαλο, όσο και στον ιππόκαμπο, το θεωρούμενο «κέντρο της μνήμης». Σε όλες τις περιπτώσεις, η καταγραφή έδειξε μειωμένες νευρωνικές αντιδράσεις, που πρόδιδαν την μείωση του φόβου.
Για «πραγματικά παράδοξο φαινόμενο» έκανε λόγο ο νευροεπιστήμονας Γιαν Μπορν του γερμανικού πανεπιστημίου του Τίμπιγκεν, ο οποίος επεσήμανε ότι η αυτόματη επανάληψη των αναμνήσεων στη διάρκεια του ύπνου κανονικά θεωρείται πως σχετίζεται με την ενίσχυσή τους και όχι με την εξασθένησή τους. Η Κατερίνα Χάουνερ όμως αντέτεινε ότι η επαναλαμβανόμενη ενεργοποίηση μιας φοβιστικής ανάμνησης στον ύπνο πιθανότατα «δουλεύει» όπως η «θεραπεία έκθεσης», δηλαδή θεραπευτικά, αν και παραδέχτηκε πως οι βαθιά τραυματικές εμπειρίες, ιδίως όσες έχουν συμβεί πριν από πολλά χρόνια, μπορεί να αντιμετωπιστούν πολύ πιο δύσκολα με την «υπνοθεραπεία». Link: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία (με συνδρομή) στη διεύθυνση: http://www.nature.com/neuro/journal/vaop/ncurrent/full/nn.3527.html