Με αφορμή το θέμα των αργιών του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας, η πρόεδρος της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ του ΠΓΝ Λάρισας Σοφία Σωτηράκου σε δήλωσή της «οι αυτοδίκαιες αργίες των γιατρών ως μικρογραφία της συστημικής φαυλοκρατίας σημειώνει τα εξής: «Η έννοια των αυτοδίκαιων αργιών διατυπώθηκε για πρώτη φορά από το μνημονιακό νόμο 4093, πριν από οκτώ μήνες.
Ετυμολογικά και ουσιαστικά ο νόμος εννοεί την αυτόματη και δίκαιη τοποθέτηση σε αργία υπαλλήλων, εναντίον των οποίων απαγγέλθηκαν κατηγορίες για παράνομες δραστηριότητες, εντός ή εκτός υπηρεσίας, αντικειμενικές ή και κατασκευασμένες. Υπ’ αυτή την έννοια καταλύεται το διατυπωμένο ήδη στο ρωμαϊκό δίκαιο, πριν από χιλιάδες χρόνια, τεκμήριο της αθωότητας και εισάγεται το τεκμήριο της ενοχής, μέχρι αποδείξεως του εναντίον. Αυτό μάλιστα ¨το εναντίον¨ στις συνθήκες που βιώνουμε σήμερα, συχνά χειραγωγούμενο, μπορεί να διαρκεί πολλά χρόνια, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των γιατρών του Π.Γ.Ν. Λάρισας, όπου το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, καθυστερεί να συνεδριάσει εδώ και δυόμιση χρόνια και πολύ περισσότερο η απονομή δικαιοσύνης από τα δικαστήρια σε άλλες περιπτώσεις. Βεβαίως αυτόματη δεν είναι η αργία, δεδομένου ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση καθυστέρησε οκτώ μήνες από την ψήφιση του νόμου ενώ σε άλλες εφαρμόστηκε άμεσα και σε άλλες δεν φαίνεται να εφαρμόζεται, εξαρτώμενη από τις πολιτικές και επικοινωνιακές ανάγκες των κρατούντων. Οπωσδήποτε δεν αποδίδεται δικαιοσύνη, για το σύνολο των εμπλεκομένων, αφού καταργείται το τεκμήριο της αθωότητας, αλλά και λόγω της επιλεκτικής εφαρμογής του νόμου. Επιπρόσθετα, ένα μόνο τμήμα των κατηγορουμένων τέθηκε σε αργία, ενώ και για τη συγκεκριμένη περίπτωση αλλά και για πολλές άλλες, ιδιαίτερα για αυτές που αφορούν τον κομματικά διορισμένο διοικητικό μηχανισμό, κανένας αυτοματισμός και κανένα δίκαιο έναντι του ψηφισθέντος νόμου δεν ισχύει. Η δυνατότητα που προσφέρει στο διοικητικό μηχανισμό, η συνολική νομοθεσία, να απαγγέλλει ή και να κατασκευάζει κατηγορίες, θέτει τους εργαζόμενους σε υποψηφιότητα για αργία, τους τρομοκρατεί, τους χειραγωγεί και ποινικοποιεί την πολιτική και συνδικαλιστική δράση.
Όσον αφορά την ταμπακέρα και το ερώτημα για το εάν υπάρχει πάρτι με τη διαχείριση των υλικών, η απάντηση είναι θετική. Υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει τρελό πάρτι και στο υγειονομικό υλικό και στο φάρμακο και στην κατευθυνόμενη ζήτηση εξετάσεων και παρεμβάσεων και μάλιστα αξίας πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, ιδίως την τελευταία δεκαετία.
Στην ποινική δικονομία δεν απαγγέλλεται ενοχή, εάν δεν αναδειχθεί το κίνητρο και δεν αναγνωρισθεί το όπλο του εγκλήματος και ο εκτελεστής.
Στην περίπτωση του πάρτι υγείας, το κίνητρο δεν είναι άλλο από την αθέμιτη κερδοσκοπία των εμπλεκομένων εταιρειών, όπως σε πολλές περιπτώσεις έχει αποκαλυφθεί (σκάνδαλο DePuy κ.λ.π.), εταιρείες που παραμένουν ανενόχλητες στη χώρα μας, υπερτιμολογούν, διαφθείρουν, οργανώνουν καρτέλ, την ώρα που τιμωρούνται για τις δραστηριότητές τους στην Ελλάδα, στις χώρες προέλευσής τους. Οι λίστες των εμπλεκομένων ακολουθούν την πεπατημένη της λίστας Lagarde και των υπόλοιπων λιστών των ληστών της χώρας.
Το όπλο του εγκλήματος δεν είναι άλλο από ένα σύμπλεγμα σκανδαλωδών νόμων και διατάξεων, μέσω των οποίων εκατοντάδες είδη υγειονομικών υλικών, αντιδραστηρίων, εργαλείων και εξοπλισμού, χαρακτηρίσθηκαν μοναδικά στο είδος τους, ώστε να αγοράζονται με απευθείας ανάθεση, εξωσυμβατικά ή και σε κατευθυνόμενους διαγωνισμούς από οργανωμένα καρτέλ, σε πολλαπλάσιες τιμές από την πραγματική τους αξία. Σ’ αυτή τη διαδικασία εμπλέκεται το σύνολο σχεδόν, του πολιτικού προσωπικού της υγείας, ιδίως την τελευταία δεκαετία.
Ο ρόλος του εκτελεστικού οργάνου και του τελικού υπογράφοντος, αναλήφθηκε από τους εκατοντάδες κομματικά διορισμένους διοικητικούς, σε αγαστή κατά κανόνα συνεργασία με το μεγαλοϊατρικό κατεστημένο του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Μάλιστα στον ιδιωτικό τομέα οφείλεται ο μεγαλύτερος όγκος του πάρτι υγείας, που όμως παραμένει στο απυρόβλητο, ως το καλό παιδί του συστήματος. Ασφαλώς συμμετοχή στην όλη διαδικασία, είχαν και έχουν πολλοί γιατροί και άλλοι υγειονομικοί, οι οποίοι στην μεγάλη τους πλειοψηφία και ανεξάρτητα από τη γνώση και τη γνώμη που έχουν για τις ακολουθούμενες επιλογές, υποχρεώθηκαν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες των ασθενών τους, να χρησιμοποιήσουν και υπερτιμολογημένα υλικά. Οι περιπτώσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, το τελευταίο διάστημα, εμπίπτουν κατά κύριο λόγο, σ’ αυτή την τελευταία κατηγορία και μάλιστα αφορούν ευτελή ποσά, την ώρα που οι πραγματικοί καταχραστές παραμένουν στο απυρόβλητο, συνεχίζουν να ασκούν εξουσία και καλύπτονται από το σύστημα. Είναι σαν να βάζουμε στο κόσκινο, σουσάμι, ρύζι, ρεβίθια και καρύδια και αφού κοσκινίσουμε, επιχειρούμε να μαζέψουμε και να ενοχοποιήσουμε τους ψιλούς σπόρους, που πέρασαν και όχι τους χοντρούς που έμειναν στο κόσκινο.
Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση, θλιβερές πρωτοβουλίες όπως αυτή του βουλευτή Λάρισας της Ν. Δημοκρατίας Χρ. Κέλλα που παρουσίασε το πάγωμα των αργιών, για δύο εβδομάδες, που ούτως ή άλλως ήταν παράνομο και δραματοποιούσε το καθεστώς ομηρίας των γιατρών, ως λύση και προσωπική επιτυχία, δείχνουν χαρακτηριστικά, το επίπεδο ευθύνης με το οποίο αντιμετωπίζουν τα πράγματα οι κρατούντες.
Από την άλλη οι γενικόλογες, αποστεωμένες από την ουσία και τα γεγονότα, μακριά από το διάλογο με τους εργαζόμενους και τους συνδικαλιστικούς τους εκπροσώπους, ανακοινώσεις και δηλώσεις συμπαράστασης στους διωκόμενους, από την πλειοψηφία των φορέων και των αντιπολιτευόμενων κόμματων, δεν προοιωνίζουν την ουσιαστική και υπεύθυνη αντιμετώπιση των ζητημάτων. Στις μέρες που ζούμε απαιτείτε ουσιαστική, υπεύθυνη, συλλογική και δυναμική προσέγγιση και δράση» καταλήγει η κ. Σωτηράκου.