Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις τα χρήματα των προϋπολογισμών επαρκούν μέχρι τον Σεπτέμβριο με αποτέλεσμα και οι δύο διοικήσεις να ζητήσουν την προηγούμενη εβδομάδα αύξηση του ορίου αγορών από την 5η ΥΠΕ και να βρίσκονται σε στάση αναμονής των αποφάσεων του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργου Χουλιαράκη.
Την προηγούμενη εβδομάδα στη διάρκεια της καθιερωμένης μηνιαίας συνάντησής τους στη Λάρισα, οι διοικητές των νοσοκομείων της 5ης ΥΠΕ ζήτησαν από την υπεύθυνη των οικονομικών θεμάτων υποδιοικήτρια κ. Βιβή Ζαζά αύξηση του ορίου αγορών προκειμένου να αντιμετωπίσουν σειρά θεμάτων που αφορούν στη λειτουργία των νοσοκομειακών ιδρυμάτων και κυρίως στον χώρο του φαρμάκου.
Συγκεκριμένα, η αναπληρώτρια διοικήτρια του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου κα Ανθή Χαλιβέρα ζήτησε αύξηση του ετήσιου προϋπολογισμού κατά 10 εκατ. ευρώ (από 50,3 εκατ. σε 60,3 εκατ. ευρώ) και ο αναπληρωτής διοικητής του Γενικού Νοσοκομείου κατά 3 εκατ. ευρώ (από 13,4 εκατ. σε 16,4 εκατ. ευρώ) προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις αυξημένες ανάγκες τους με την κα Ζαζά να επισημαίνει ότι και η 5η ΥΠΕ βρίσκεται σε στάση αναμονής των αποφάσεων του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες αναμένονται μέχρι το τέλος της εβδομάδας.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της «Ε» η κα Ζαζά υπογράμμισε ότι αυτή τη στιγμή δεν υφίσταται πρόβλημα και τα αιτήματα των διοικητών προκύπτουν από την ανησυχία τους ότι δεν επαρκούν τα χρήματα των προϋπολογισμών μέχρι το τέλος του χρόνου.
Ενδεικτική είναι άποψη της κας Χαλιβέρα ότι δεν είναι δυνατό να διατηρηθούν οι δαπάνες του νοσοκομείου στα περυσινά επίπεδα, που κινείται και ο φετινός προϋπολογισμός, όταν όλοι οι δείκτες παρουσιάζουν ανοδική πορεία, όπως οι επισκέψεις, ο αριθμός των χειρουργείων και η αντιμετώπιση των ογκολογικών περιστατικών –οι χημειοθεραπείες εκτιμάται ότι θα κινηθούν φέτος στις 15 χιλιάδες έναντι 12 χιλιάδων την περυσινή χρονιά.
ΣΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ
Από την πλευρά της η Λαϊκή Συσπείρωση Θεσσαλίας με ανακοίνωσή της καλεί τη διοίκηση του ΓΝΛ, της 5ης ΥΠΕ και το Υπουργείο Υγείας, να δώσουν άμεσα λύση στο σοβαρό πρόβλημα που παρουσιάζεται με δική τους ευθύνη, για την κανονική αγορά και διάθεση όλων των φαρμάκων στους ασθενείς που τα χρειάζονται.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση «το πρόβλημα που δημιουργήθηκε, σχετίζεται με την έλλειψη ενός σημαντικού μέρους των χρημάτων που απαιτούνται σε μηνιαία και ετήσια βάση για την κάλυψη όλης της φαρμακευτικής δαπάνης του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, με αποτέλεσμα κάθε μήνα στο τελευταίο δεκαήμερο περίπου, να υπάρχει αδυναμία αγοράς φαρμάκων, λόγω έλλειψης χρημάτων.
Πιο συγκεκριμένα, ο προϋπολογισμός της διοίκησης του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, προβλέπει για το 2019 το ποσό των 6.080.000 ευρώ για τη φαρμακευτική δαπάνη και με απόφαση της διοίκησης δεσμεύεται κάθε μήνα το ποσό των 508.000 ευρώ (δωδεκατημόριο).
Η φαρμακευτική δαπάνη όμως δεν είναι στατικό μέγεθος, αλλά έχει μη προβλέψιμες διακυμάνσεις και ως εκ τούτου από τις αρχές του έτους η μηνιαία πραγματική δαπάνη κυμαίνεται περί τις 600.000 ευρώ.
Η διακύμανση της φαρμακευτικής δαπάνης ειδικά στην ογκολογία, επηρεάζεται π.χ. λόγω της νέας έγκρισης και ένταξης στον θετικό κατάλογο καινοτόμων φαρμάκων υψηλού κόστους ή λόγω της αύξησης του ρυθμού προσέλευσης για αντιμετώπιση αρρώστων με νοσήματα που η θεραπεία τους έχει μεγαλύτερο κόστος και εμπλέκει νεότερα ακριβά φάρμακα όπως π.χ. αντισώματα ανοσοθεραπείας.
Ετσι για τον Ιούνιο διατέθηκε στο φαρμακείο του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας το ποσόν των 380.000 ευρώ (μειωμένο σε σύγκριση με το προβλεπόμενο δωδεκατημόριο με στόχο την προοδευτική μείωση της υπέρβασης). Το ποσόν για τον Ιούνιο, όπως ήταν αναμενόμενο, ήδη εξαντλήθηκε και δεν υπάρχουν χρήματα για την αγορά φαρμάκων ως το τέλος του μήνα.
Τις μεγαλύτερες επιπτώσεις αυτών των περιορισμών υφίσταται το Τμήμα Κλινικής Ογκολογίας και οι καρκινοπαθείς άρρωστοι υπό θεραπεία, δεδομένου ότι το Ογκολογικό λόγω του υψηλού κόστους των αντικαρκινικών φαρμάκων και των βιολογικών παραγόντων καλύπτει το 50% περίπου της φαρμακευτικής δαπάνης του ΓΝΛ.
Αποτέλεσμα της έλλειψης χρημάτων για προμήθεια φαρμάκων είναι οι αναβολές θεραπειών αρρώστων με καρκίνο προς το τέλος κάθε μήνα, ή η χορήγηση ελλιπούς θεραπείας (π.χ. χορήγηση 3 εκ των 4 φαρμάκων του σχήματος χημειοθεραπείας).
Στα τέλη Μαΐου, ελλιπώς ή με αναβολή χορηγήθηκαν οι συνεδρίες χημειοθεραπείας σε 30 και πλέον αρρώστους, ενώ για την επομένη εβδομάδα θα αναβληθούν πλήρως ή θα χορηγηθούν με ελλείψεις φαρμάκων οι θεραπείες 50 αρρώστων.
Η χορήγηση της χημειοθεραπείας στον προβλεπόμενο βάσει του σχήματος θεραπείας χρόνο, είναι εκ των ων ουκ άνευ και αποτελεί επείγουσα ιατρική υπηρεσία, λόγος για τον οποίο εξ άλλου η αντικαρκινική θεραπεία χορηγείται και σε περίπτωση απεργίας από προσωπικό ασφαλείας.
Η άνευ ιατρικού λόγου αναβολή θεραπείας ή η τροποποίηση του θεραπευτικού πρωτοκόλλου μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες για το επιδιωκόμενο θεραπευτικό αποτέλεσμα» καταλήγει η ανακοίνωση.
Του Δημ. Κατσανάκη