Χαρακτηριστική είναι πρόσφατη μελέτη στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό British Medical Journal που έδειξε ότι οι ασθενείς χρόνιων παθήσεων είναι ικανοί να συγκεντρώνουν τεράστια χρηματικά ποσά για τη χρηματοδότηση ερευνών εναλλακτικής ιατρικής μέσω crowdfunding (χρηματοδότησης από το πλήθος ή διαδικτυακή χρηματοδότηση).
Ταυτόχρονα, η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής έχει αυξηθεί, ενώ οι ασθενείς συχνά καταφεύγουν σε συμπληρώματα ξοδεύοντας τεράστια ποσά, ακολουθώντας συμβουλές του οικείου περιβάλλοντός τους, ή μη διασταυρωμένων πληροφοριών δημοσιευμένων στο διαδίκτυο. Όμως, όπως ισχύει για τα φάρμακα, έτσι και για τα συμπληρώματα, η θεραπευτική δράση τους πρέπει πρώτα να δοκιμαστεί σε καλά σχεδιασμένες κλινικές μελέτες, έτσι ώστε να τεκμηριωθεί η χρήση τους και αποτελεσματικότητά τους στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων παθήσεων.
Για παράδειγμα, η χρήση της κουρκουμίνης, ουσίας που παραδοσιακά χρησιμοποιείται στην ινδική κουζίνα αλλά και στην εναλλακτική ιατρική σε ασιατικές χώρες, έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια από ασθενείς πολλών παθήσεων, κυρίως ιδιοπαθών φλεγμονωδών παθήσεων του εντέρου (ΙΦΝΕ) λόγω της αντιφλεγμονώδης και ανοσοκατασταλτικής της δράσης. Τα πιο διαδεδομένα ΙΦΝΕ αποτελούν η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα, όπου η αντιφλεγμονώδη δράση της κουρκουμίνης πιστεύεται ότι καταστέλλει την εμφάνιση εξάρσεων των νοσημάτων. Όσον αφορά στην ελκώδη κολίτιδα, το ερευνητικό ενδιαφέρον για την αποτελεσματικότητα της κουρκουμίνης στην αντιμετώπιση εξάρσεων φαίνεται ότι ξεκίνησε περί το έτος 2000, όμως, η συστηματική αξιολόγηση όλων των κλινικών δοκιμών πραγματοποιήθηκε μόλις πρόσφατα.
Μια τέτοια εμπεριστατωμένη προσπάθεια δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nutrients, εξειδικευμένο σε θέματα διατροφής, από την ομάδα του κ. Δημήτρη Μπόγδανου, αναπληρωτή καθηγητή Παθολογίας και Αυτοάνοσων Παθήσεων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, διευθυντή της Κλινικής Ρευματολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, πρ. επισκέπτη καθηγητή στο King’s College του Λονδίνου. Ο κ. Μπόγδανος και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν τη μέθοδο της μετα-ανάλυσης για να αξιολογήσουν τις σχετικές μελέτες έτσι ώστε να τεκμηριώσουν ή να απορρίψουν την αποτελεσματικότητα της κουρκουμίνης στην ύφεση της ελκώδους κολίτιδας.
Για την εκπόνηση της μελέτης, αρχικά τέθηκαν κριτήρια αναζήτησης κλινικών μελετών που έχουν δημοσιευτεί σε διεθνείς βάσεις δεδομένων με έγκυρα επιστημονικά άρθρα. Στη συνέχεια αντλήθηκαν τα αποτελέσματα από τις μελέτες και μετα-αναλύθηκαν, δηλαδή συνδυάστηκαν και αναλύθηκαν στατιστικά. Μία ουσιαστική παράμετρο αποτέλεσε η άντληση δεδομένων μόνο από κλινικές μελέτες που συνέκριναν την αποτελεσματικότητα των συμπληρωμάτων κουρκουμίνης έναντι placebo (ομάδα ασθενών που λάμβαναν την ίδια χρονική περίοδο σκευάσματα ίδιας εμφάνισης αλλά χωρίς περιεχόμενη κουρκουμίνη, δηλαδή ψευδοφάρμακο)». Όπως επισημαίνει η κ. Γραμματικοπούλου «ένα σημαντικό στοιχείο που ξεχωρίζει τη μελέτη αυτή από άλλες ανάλογου αντικειμένου είναι ότι αναζητήθηκαν κλινικές μελέτες και σε βάσεις δεδομένων από την Ασία, όπου η χρήση της εναλλακτικής ιατρικής και η αντιμετώπιση χρόνιων παθήσεων με φυσικά συστατικά όπως η κουρκουμίνη είναι εξαιρετικά διαδεδομένη».
Η μετα-ανάλυση των κυρίων Μπόγδανου, Γραμματικοπούλου και των συνεργατών τους καταλήγει στο συμπέρασμα ότι με βάση τα έως τώρα δημοσιευμένα δεδομένα, τα συμπληρώματα κουρκουμίνης δε φαίνεται να είναι αποτελεσματικά στο να οδηγήσουν σε και/ή να διατηρήσουν ύφεση (υποχώρηση συμπτωμάτων) σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα.
Όπως δηλώνει ο κ. Μπόγδανος «έναν περιορισμό της παραπάνω μετα-ανάλυσης αποτέλεσε το σχετικά μικρό σύνολο κλινικών δοκιμών που πληρούσαν τα κριτήρια. Από τις πολυάριθμες μελέτες, μόλις τρεις μελέτες ήταν σχεδιαστικά επαρκείς και δυνητικά αξιολογίσιμες. Το γεγονός αυτό κατάφωρα καταδεικνύει από την μία την έλλειψη μελετών στη συγκεκριμένη «θεραπεία», και από την άλλη ότι «σκόρπια» άρθρα στο διαδίκτυο που ενθαρρύνουν τη χρήση της κουρκουμίνης στην ελκώδη κολίτιδα δε βασίζονται ούτε καν στον ελάχιστο αριθμό κλινικών δοκιμών που απαιτούνται για να τεκμηριώσουν τη χρήση συμπληρωμάτων κουρκουμίνης ως συμπλήρωμα διατροφής». Και συνεχίζει τονίζοντας ότι «σε κάθε περίπτωση, και πριν καταδικάσουμε την ευεργετική δράση συμπληρωμάτων διατροφής πρέπει να αναμένουμε αποτελέσματα περισσότερων κλινικών δοκιμών έτσι ώστε να επιβεβαιωθεί ή να απορριφθεί περαιτέρω η χρήση της κουρκουμίνης στην ελκώδη κολίτιδα».
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ευρήματα της μετανάλυσης επιλέχθηκαν από τη βάση δεδομένων τoυ National Institute for Health and Care Excellence (NICE) της Μ. Βρετανίας, ώστε να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση της κλινικής σημασίας της κουρκουμίνης.
Η σχετική ερευνητική εργασία είναι διαθέσιμη δωρεάν στον ιστοχώρο του περιοδικού Nutrients, στο διαδίκτυο: https://www.mdpi.com/2072-6643/10/11/1737. Αντίγραφό της μπορούν να προμηθευούν όσοι το επιθυμούν και μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (bogdanos@med.uth.gr).
Περισσότερες πληροφορίες για το ερευνητικό έργο της επιστημονικής ομάδας του κ. Μπόγδανου μπορείτε να βρείτε στον ιστότοπο www.autorheumatology.com
Δημήτριος Π. Μπόγδανος