Όπως ανέφερε ο κ. Βλασταράκος «το Σχέδιο Νόμου βρίσκεται στην αντίθετη κατεύθυνση από τις διαχρονικές και πάγιες θέσεις του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, οι οποίες συνίστανται σε:
-Ελεύθερη επιλογή ιατρού από τον πολίτη, αξιοποίηση ολόκληρου του ιατρικού προσωπικού και ιατρική λειτουργία, μέσα από θεραπευτικά και διαγνωστικά πρωτόκολλα.
-Συλλογικές συμβάσεις του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου και των κατά τόπους Ιατρικών Συλλόγων, με κατά πράξη και περίπτωση αμοιβή του ιατρού κι όχι με πάγια αντιμισθία, όπως προβλέπει το Νομοσχέδιο.
-Οικογενειακός ιατρός, είτε ως δημόσιος λειτουργός, ή ως συμβασιούχος με τον ΕΟΠΥΥ, με αμοιβές του μεν δημόσιου λειτουργού σύμφωνα με το μισθολόγιο ΕΣΥ, του δε ιδιώτη ιατρού, κατά πράξη και περίπτωση, αλλά και με πρόσθετο μπόνους, σύμφωνα με τα αποτελέσματα που έχει. Ο οικογενειακός ιατρός (Γενικής Ιατρικής, Παθολόγος, Παιδίατρος), πρέπει να αποτελεί δικαίωμα και όχι υποχρέωση κάθε πολίτη. Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος είναι κατηγορηματικά αντίθετος με τον οικογενειακό ιατρό ως «gatekeeper».
Είναι αντίθετος με την εκχώρηση ιατρικών πράξεων σε άλλους επαγγελματίες υγείας.
Θεωρεί απαραίτητο τον εθνικό σχεδιασμό για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ο οποίος θα έχει προοπτική, πέραν των διαφόρων κυβερνήσεων».
Επίσης ο πρόεδρος τόνισε πως: «η χώρα μας παράγει ιατρούς ειδικοτήτων, οι οποίοι προσφέρουν υπηρεσίες στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Πρέπει να αξιοποιηθούν, να συμβληθούν -όσοι το επιθυμούν- με τον ΕΟΠΥΥ με αμοιβή κατά πράξη και περίπτωση, μέσα από συλλογική σύμβαση με τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο και τους κατά τόπους Ιατρικούς Συλλόγους και όχι με πάγια αντιμισθία, όπως προβλέπεται στο Νομοσχέδιο.
Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στις νησιωτικές, ακριτικές και δυσπρόσιτες περιοχές, με κίνητρα οικονομικά και όχι μόνο.
Απαραίτητη προϋπόθεση θεωρείται η ηλεκτρονικοποίηση του συστήματος, με τη δημιουργία ηλεκτρονικής κάρτας υγείας κάθε πολίτη και ατομικού ηλεκτρονικού φακέλου, ώστε να μην υπάρχει προκλητή ζήτηση».