Παρουσιάστηκε χθες στο Γαλλικό Ινστιτούτο το νέο βιβλίο της Έλενας Χουζούρη με τίτλο «Πατρίδα από Βαμβάκι». Θέματα του… παρελθόντος που αναφέρονται στους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες της Τασκένδης, αφηγούνται στον αναγνώστη, μέσα από τη μυθιστορηματική γραφή της συγγραφέα, μια σειρά ανθρώπινων ιστοριών που προκαλούν έντονο το ενδιαφέρον τόσο από τη γρήγορη εναλλαγή εικόνων όσο και συναισθημάτων. Για τη δημιουργία του νέου της βιβλίου μίλησε στην «Ε» η συγγραφέας Έλενα Χουζούρη και δημοσιογράφος της ΕΡΤ της οποίας κύριο αντικείμενο αποτελεί το βιβλίο.
Συνέντευξη στην Κανέλα Κοπάνου
* Κυρία Χουζούρη, το νέο σας βιβλίο, μιλά, μέσα από τον ήρωά σας, για τους Έλληνες πρόσφυγες, οι οποίοι μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον ελληνικό εμφύλιο δημιούργησαν στην Τασκένδη ελληνική κοινότητα. Τι σας έδωσε την αφορμή για τη συγγραφή του;
-Το γεγονός ότι ξεριζώθηκαν τόσοι χιλιάδες Έλληνες μετά την κατάρρευση του Γράμμου στο τέλος Αυγούστου το 1949, η αίσθηση της απώλειας, του ξεριζωμού, η τραγικότητα όλης αυτής της κατάστασης έδωσαν την αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου η οποία ενισχύθηκε και από μια προσωπική βάση: την ιστορία του ήρωα, του γιατρού, φυσικά με μυθοπλαστικές διαστάσεις, που βασίζεται στην προσωπική ιστορία του θείου μου, του γιατρού Στέφανου Χουζούρη, που όντως φεύγει και πηγαίνει στην Τασκένδη. Αυτό όμως είναι το μόνο πραγματικό γεγονός.
* Το βιβλίο σας βασίζεται σε ιστορικά στοιχεία. Πώς η μυθιστορηματική τεχνική «πλέκει» τα γεγονότα;
-Αντιμετωπίζω την ιστορία με έναν μεταμοντέρνο τρόπο. Υπάρχει μια εύκολη συνήθεια που έχει δημιουργηθεί τον τελευταίο καιρό να βάζουμε μια ταμπέλα με τη λέξη ‘ιστορικό’ σε ο,τιδήποτε έχει σχέση με το παρελθόν. Εγώ διαφωνώ. Αυτό που κάνω στα βιβλία μου είναι να συνομιλώ με το παρελθόν μέσα από ‘επινοημένα’ ντοκουμέντα και με την παρουσία τη δική μου, του συγγραφέα δηλαδή, που συνεχώς ‘αναφέρει’ στον αναγνώστη ότι αυτό που διαβάζει δεν είναι αληθοφανές. Μπορεί κάποια γεγονότα να έχουν συμβεί και άλλα όχι. Δηλαδή υπενθυμίζω συνέχεια στον αναγνώστη ότι αυτό είναι μια κατασκευή.
* Οι Έλληνες πρόσφυγες μετά την μεταπολίτευση, άρχισαν να επαναπατρίζονται. Είχατε την ευκαιρία να μιλήσετε με κάποιους που είτε επέστρεψαν είτε ήταν από τους λίγους που απόμειναν στην Τασκένδη;
-Βέβαια, μίλησα με πολλούς πριν γράψω το βιβλίο, έκανα μεγάλη έρευνα. Μίλησα με πολλούς παππούδες και γιαγιάδες, όπως λέω, οι περισσότεροι από τους οποίους επέστρεψαν στην Ελλάδα από το 1974 και μετά. Στηρίχτηκα πάρα πολύ σε δικές τους μαρτυρίες και συζήτησα με τους ελάχιστους που έχουν απομείνει στην Τασκένδη. Ήθελα να δω πώς ήταν η πόλη που ζούσαν, τι έβλεπαν, ποια ήταν τα χρώματά της, πώς ήταν ο αέρας που ανέπνεαν. Πάντα ταξιδεύω στις χώρες και στις πόλεις για τις οποίες γράφω. Ο θείος μου βέβαια δεν ζει πια. Λίγες φορές τον είχα δει.
* Θα μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες το βιβλίο σας;
-Το βιβλίο κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο. Σε ό,τι αφορά στη μετάφραση υπάρχει ενδιαφέρον από μεγάλο σέρβικο οίκο αλλά και από γερμανικούς εκδοτικούς οίκους.
* Γράφετε ποίηση, δοκίμιο, και κριτική λογοτεχνίας ενώ εργάζεστε ως δημοσιογράφος στην ΕΡΤ στον τομέα του πολιτισμού με κύριο αντικείμενο το βιβλίο ενώ συνεργάζεστε με τη «βιβλιοθήκη» της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία». Το ενδιαφέρον σας συγγραφή υπήρχε ανέκαθεν ή ήταν κάτι που προέκυψε μέσω της επαγγελματικής σας ιδιότητας;
-Ναι το αντικείμενό μου είναι ο πολιτισμός και το βιβλίο. Το ενδιαφέρον για τη συγγραφή γεννήθηκε μέσα μου στην ηλικία των οχτώ χρόνων. Σε ό,τι αφορά στις εξελίξεις στο βιβλίο είμαι αισιόδοξη. Δηλαδή ακόμα και το γεγονός ότι κυκλοφορούν αυτά τα light σινερομάντζα αλλά διαβάζονται κατά κόρον αλλά δεν είναι λογοτεχνία. Αλλά ακόμη και αυτό σημαίνει ότι υπάρχει η ανάγκη και η αγάπη για ανάγνωση. Το μόνο κακό που βρίσκω ότι αντίθετα με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι εκδότες διαχωρίζουν τα βιβλία λέγοντας ότι κάποιο βιβλίο είναι light λογοτεχνία. Οι Άγγλοι λόγου χάρη λένε, αυτό είναι literature (λογοτεχνία) ή αυτό είναι fiction φαντασία. Όλα μπλέκονται και ο αναγνώστης δεν μπορεί να δημιουργήσει κριτήρια για το τι επιλέγει.
* Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει θεωρείτε τις πωλήσεις των βιβλίων;
-Δεν είμαι αρνητική. Πιστεύω ότι ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες κρίσης στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα, το βιβλίο μπορεί να υποχωρήσει κάπως αλλά οι άνθρωποι που αγαπούν το βιβλίο δεν θα το αποχωριστούν. Αυτή δεν είναι μόνο δική μου γνώμη αλλά είναι και γνώμη των εκδοτών.