Αληθινός, όπως και στα έργα του ο γνωστός μουσικοσυνθέτης, στιχουργός, ερμηνευτής, παραγωγός και συγγραφέας Σταμάτης Κραουνάκης σχολιάζει με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο και με το ένστικτο του καλλιτέχνη την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας μας που τον έχει συσσωρεύσει με θυμό, θυμό όμως που του δίνει την αφορμή για τη δημιουργία έργου προτρέποντας μέσα από τη δράση του και τον κόσμο να αφυπνιστεί προκειμένου η παραγωγική σε όλους τους τομείς Ελλάδα να βρει και πάλι τους ρυθμούς της. Με αφορμή την παράσταση «Αχαρνής» του Αριστοφάνη που παρουσιάζει την Παρασκευή το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας στο Κηποθέατρο Αλκαζάρ, ο αγαπητός καλλιτέχνης μιλά για το ρόλο του Δικαιόπολη που ερμηνεύει, για τον «πόλεμο» στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα οι Έλληνες πολίτες και για την ελπίδα που βρίσκεται στην αξία της ανθρώπινης ζωής.
Συνέντευξη στην Κανέλα Κοπάνου
* Κύριε Κραουνάκη, την Παρασκευή θα σας δούμε να ερμηνεύετε το ρόλο του Δικαιόπολη, στην πολιτική κωμωδία «Αχαρνής» με την οποία περιοδεύει φέτος το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Πρόκειται για ένα έργο εξαιρετικά επίκαιρο. Ποιες οι ομοιότητες που σας εξέπληξαν;
«Το έργο είναι γραμμένο μέσα στον πόλεμο, μέσα σε μια απόλυτη αγριότητα η οποία αντιστοιχεί στο σημερινό μας βύθισμα. Στη μελέτη μου για το έργο και την εποχή του, οι αντιστοιχίες που βρήκα στις συμπεριφορές των πολιτικών και του κέντρου εξουσίας του τότε με το τώρα είναι ανατριχιαστικές».
* Θεωρείτε βρισκόμαστε και εμείς σε έναν πόλεμο. Ποια είναι η αιτία κατά τη γνώμη σας;
«Το δι’ ασήμαντον αφορμή κυρίως. Την ώρα που θίγεται δηλαδή ένα μικροοικονομικό συμφέρον, δι’ ασήμαντον αφορμήν, φεύγουν πληθυσμοί και ‘χύνεται αίμα.’ Είναι συνταρακτικό αυτό που γράφει ο Θουκυδίδης για τον Πελοποννησιακό πόλεμο ότι είναι η απαρχή τεραστίων δεινών για την Ελλάδα. Σαν μελετητής του σήμερα και με το ένστικτο του καλλιτέχνη να βοηθάει διαπιστώνω ότι το τοπίο δεν έχει αλλάξει και πραγματικά επικαλούμαι μέσα σε αυτή τη λαϊκή σταύρωση που κάνει η τρόικα στον ελληνικό λαό και το ΔΝΤ αυτή τη στιγμή, την ανοχή των κυβερνήσεων και των αντιπολιτεύσεων και ενίοτε και της σιωπής των υπολοίπων κομμάτων. Έχουμε φτάσει δηλαδή μόνο το ΚΚΕ γραφικά να επαναλαμβάνει τα μοτίβα του».
* Ποιοι είναι οι λόγοι που θυμώνουν τον Δικαιόπολη του σήμερα; Υπάρχουν περιθώρια αλλαγής μέσα από την τέχνη;
«Θα πω αυτό που είπε και ο μεγάλος Γάλλος σκηνοθέτης Γκοντάρ ότι ήρθε ίσως η στιγμή να ζητήσει και η Ελλάδα τα πνευματικά της δικαιώματα για τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Αριστοφάνη, τον Αγγελόπουλο, για ό,τι παίζεται αυτή τη στιγμή στη διεθνή κοινότητα από την Ελλάδα. Μας διαβάζουν τα ξένα πανεπιστήμια και δεν μπορεί να είμαστε τόσο τυχάρπαστοι από τον Εμφύλιο και μετά. Αυτός είναι ο θυμός του Δικαιόπολη. Στην προσπάθειά μου να παντρέψω το θυμό του τωρινού Δικαιόπολη Σταμάτη με τον Δικαιόπολη του Αριστοφάνη βρέθηκα πολλές φορές μετέωρος στην πίστα του εαυτού μου να θρηνώ για τη χώρα μου. Χρειάζεται αφύπνιση θεωρώ, χιούμορ, κάτι που δεν εγκατέλειψε ποτέ τον Έλληνα και εργασία».
* Σε μια χώρα που το ποσοστό ανεργίας προκαλεί μεγάλη ανησυχία κυρίως στους νέους, η εργασία μπορεί να θεωρηθεί και στις μέρες μας προνόμιο και από την άλλη φέρει ευθύνη και ο Έλληνας πολίτης για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται;
«Βεβαίως, είμαστε σε μια χώρα που παράγει τα πάντα. Μην βλέπετε πως κατάντησαν τα προγράμματα της ΕΟΚ και τις υποσχέσεις εκατομμυρίων που δεν ήρθαν ποτέ, που έρχονται κατά το ήμισυ και δεν ευοδώνουν. Από την άλλη, έμαθε και ο Έλληνας να βαριέται. Εγκατέλειψε, τα χωράφια του, εγκατέλειψε τα σπίτια του, πλάκωσε τα τρίπατα, τις πλαστικές διακοπές. Έχουμε δηλαδή πολλή μεγάλη ευθύνη για το πώς μεταχειριστήκαμε τον παραγωγικό μας και εθνικό μας πλούτο».
* Κατά τη γνώμη σας πώς πρέπει να ενεργήσει η κυβέρνηση;
«Πιστεύω, ότι σε αυτό το σημείο, η οποιαδήποτε κυβέρνηση πρέπει να επιβάλλει πολύ αυστηρά μέτρα. Όχι μόνο πτώση των τιμών γιατί κακά τα ψέματα τα χρήματα των συντάξεων είναι στο Λιχτενστάιν, είμαστε οι δεύτεροι στον κόσμο σε καταθέσεις και ο πρωθυπουργός μπορεί να πάρει το κατάλογο και να βάλει τους υπεύθυνους να γυρίσουν τα χρήματα πίσω. Κανείς δεν θέλει να αναλάβει το πολιτικό κόστος. Το οποίο τελικά είναι μια χρυσωμένη καραμέλα. Ο κόσμος όμως δεν είναι χαζός, τη νιώθει τη βία στο πετσί του. Έχουμε υποστεί όλοι μας μια λοβοτομή στο θυμό μας από τη σιχαμένη τηλεόραση».
* Τελευταία παρατηρείται στροφή και πάλι προς το θέατρο από τον κόσμο που μοιάζει να έχει βαρεθεί την πολλή τηλεόραση. Αισθάνεστε ότι το θέατρο μπορεί πραγματικά να αλλάξει και να αφυπνίσει την κοινωνία;
«Βεβαίως ο κόσμος έχει βαρεθεί να βλέπει ειδήσεις με αυτό το παγωμένο χαμόγελο και γι’ αυτό ο κόσμος στρέφεται περισσότερο τελευταία προς το θέατρο. Αυτό το έζησα και προσωπικά μέσα από το θέατρο και την παράστασή μας. Δεν είχα ούτε στα κατάβαθα του υποσυνειδήτου μου καμία φιλοδοξία να παίξω ρόλους. Πάντοτε, σχεδιάζοντας κάτι δικό μου σκεφτόμουνα πάντοτε για τους ρόλους φίλους ηθοποιούς που είναι ικανότατοι. Το μόνο που έκανα τυφλά, ακολουθώντας το παράδειγμα των πρωτεργατών αυτού του είδους, να μπω στην απόλυτη μελέτη, να συγκεντρωθώ πολύ σε αυτό που κάνω και να βάλω όλη μου την ενέργεια σε επιφυλακή για έναν στόχο: στην αφύπνιση του αισθήματος, να μεταχειριστώ την παρουσία μέσα στη συνθήκη αυτή για να κάνουμε δυνατή αφύπνιση στο ελληνικό αίσθημα χωρίς να κάνουμε λαϊκισμό. Άλλωστε αυτός δεν είναι ο ρόλος της τέχνης πάντα; Το θέμα είναι κανείς να κατορθώνει να μεταποιεί αυτόν το θυμό σε ποιητικό έργο. Νομίζω ότι σε αυτή την παραγωγή σε συλλογικό πυρήνα, όλοι μας καταφέραμε να ξεσηκώσουμε την κερκίδα».
* Οπότε στο πρόσωπο του Δικαιόπολη αντανακλούνται οι σημερινοί Έλληνες πολίτες;
«Νομίζω ναι, και στην Επίδαυρο, που τόλμησα να ανοίξω το ενεργειακό μου κέντρο μόλις σιγούρεψα τα πόδια μου στο πάτωμα, σας ορκίζομαι ότι το αισθάνθηκα αυτό, το κρυφό νήμα δηλαδή που μας ενώνει με όλους. Ανταποκρίθηκε ο κόσμος και χωρίς να του δώσουμε φαγητό εξαγοράσιμο με ονοματεπώνυμα».