Της Νατάσας Πολυγένη
Πόνος, θλίψη, οργή... Με αυτές τις λέξεις θα μπορούσε να περιγράψει κανείς τα συναισθήματα των Κυπρίων που βλέπουν τον πολιτισμό τους να αφανίζεται μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, λεπτό προς λεπτό. Το κατοχικό καθεστώς σε μια προσπάθειά του να εξαφανίσει το ελληνικό και χριστιανικό στοιχείο από τις κατεχόμενες περιοχές, από το 1974 και μετά, εφαρμόζει μια ισοπεδωτική πολιτική που περιλαμβάνει μόνο λεηλασίες και καταστροφές. Εκκλησίες καταστράφηκαν, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, μνημεία ακόμη και οι τάφοι δεν γλίτωσαν από την οργή των κατακτητών. Ο απολογισμός; Σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή. Όμως όλα αυτά μπορεί να χάθηκαν από τα μάτια όχι όμως και από την καρδιά. Η Κυπριακή Δημοκρατία προσπαθεί με όλα τα μέσα που διαθέτει να διασώσει αλλά και να αναδείξει την πολιτιστική κληρονομιά της κατεχόμενης Κύπρου. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας γεννήθηκε και η έκθεση φωτογραφίας με τίτλο «Ένας πολιτισμός χάνεται» που αυτές τις ημέρες φιλοξενείται στη Λάρισα.
Με αφορμή την έκθεση των φωτογραφιών ο πρόεδρος του Συλλόγου Κυπρίων Λάρισας κ. Ντίνος Αυγουστή παραθέτει στην «Ε» όλα τα στοιχεία που αφορούν στον πολιτιστικό πλούτο της Κύπρου και τα χτυπήματα που έχει δεχτεί.
Η Κύπρος είναι ένας τόπος με μοναδική ιστορία και αρχαίο πολιτισμό που χρονολογείται από το 9.000 π.Χ. και ελληνικός εδώ και τουλάχιστον 3.500 χιλιάδες χρόνια. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, ασπάστηκε τον Χριστιανισμό με αποτέλεσμα να έχει μια από τις σπουδαιότερες συλλογές Βυζαντινής τέχνης. Μεγάλος αριθμός εκκλησιών, ναΐσκων και μοναστηριών που βρίσκονται σε αγροτικές και ορεινές περιοχές της Μεγαλονήσου είναι διακοσμημένες με πολύ παλιά και ανεκτίμητα ψηφιδωτά, τοιχογραφίες και εικόνες. Στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου είναι συνολικά κηρυγμένα, με βάση τον Περί Αρχαιοτήτων Νόμο, 197 μνημεία. Εκατοντάδες άλλα μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι που είχαν εντοπιστεί κατά τη διάρκεια της ετοιμασίας του Προστατευτικού Ευρετηρίου, δεν περιλαμβάνονται στο Νόμο σήμερα αφού η έρευνα δεν ολοκληρώθηκε εξαιτίας της τούρκικης εισβολής. Ως συνέπεια της τουρκικής εισβολής του 1974 και της παράνομης κατοχής του 37% του κυπριακού εδάφους, η πολιτιστική και θρησκευτική κληρονομιά στην περιοχή που δεν βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει υποστεί την πιο βίαιη και συστηματική καταστροφή.
Αναφορικά με τις καταστροφές, τονίζει, ότι αμέτρητα ιστορικά και λατρευτικά μνημεία σε διάφορα σημεία των κατεχομένων περιοχών έχουν καταστραφεί, λεηλατηθεί και υποστεί βανδαλισμούς, έχουν κλαπεί από μουσεία, καθώς και ιδιωτικές συλλογές και έχουν πωληθεί στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με στοιχεία από τις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, περισσότερες από 500 ελληνορθόδοξες εκκλησίες και ξωκλήσια καθώς και 17 μοναστήρια σε πόλεις και χωριά των κατεχόμενων περιοχών έχουν λεηλατηθεί, γίνει επίτηδες αντικείμενα βανδαλισμού και σε μερικές περιπτώσεις κατεδαφιστεί. Μέχρι σήμερα είναι άγνωστο πού βρίσκονται τα εκκλησιαστικά κειμήλια αυτών των ναών, περιλαμβανομένων άνω των 20.000 φορητών εικόνων! Σύμφωνα ακόμα με υπολογισμούς της Κυπριακής Αστυνομίας, πάνω από 60.000 αρχαία αντικείμενα έχουν παράνομα μεταφερθεί σε ξένες χώρες σ’ όλο τον κόσμο από το 1974. Οι πιο σημαντικές και ανεκτίμητες εικόνες περιήλθαν στην κατοχή οίκων δημοπρασίας και πωλήθηκαν παράνομα από εμπόρους τέχνης στο εξωτερικό. Συνολικά 77 εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε τζαμιά, 28 χρησιμοποιούνται από τον τουρκικό στρατό ως αποθήκες, κοιτώνες ή νοσοκομεία, 13 χρησιμοποιούνται ως αποθήκες ή αχυρώνες και άλλες πολλές έχουν μετατραπεί σε κέντρα διασκέδασης ακόμα και σε αποχωρητήρια! Δύο μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η μετατροπή της Εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής στην κατεχόμενη κωμόπολη της Λαπήθου (επαρχία Κερύνειας) σε ξενοδοχείο και καζίνο πολυτελείας και η χρήση του αρμενικού μοναστηριού «Σουρπ Μάγκαρ» (κτισμένο τον Μεσαίωνα) σαν καφετέρια...
Λόγω της τουρκικής εισβολής, όλες οι νόμιμες αρχαιολογικές αποστολές στις επαρχίες Αμμοχώστου, Κερύνειας και Μόρφου είχαν διακοπεί. Δυστυχώς, υπάρχουν αναφορές ότι όλα τα αντικείμενα που εκτίθεντο σε μουσεία στις κατεχόμενες περιοχές, καθώς και όλο το μη καταχωρισμένο υλικό στις αποθήκες ξένων αρχαιολογικών αποστολών επίσης λεηλατήθηκαν κι εξήχθησαν παράνομα στο εξωτερικό. Σε πολλές περιπτώσεις οι κατοχικές δυνάμεις έχουν προκαλέσει την πλήρη καταστροφή μοναδικών θρησκευτικών και αρχαιολογικών χώρων.
Ο ρόλος της Τουρκίας στο παράνομο εμπόριο που διεξάγεται στην κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου φάνηκε σε αριθμό υποθέσεων που η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έφερε ενώπιον του Δικαστηρίου. Η πιο γνωστή υπόθεση με διεθνή αντίκτυπο ήταν η αφαίρεση και παράνομη εξαγωγή των ψηφιδωτών της Κανακαριάς, ένα σπάνιο έργο του 6ου αιώνα. Μετά από αγωγή που κατέθεσε η Εκκλησία της Κύπρου το 1989, το Επαρχιακό Δικαστήριο της Ινδιανάπολης στις Ηνωμένες Πολιτείες, δύο χρόνια αργότερα διέταξε όπως τα ψηφιδωτά επιστραφούν στο νόμιμο ιδιοκτήτη, την Εκκλησία της Κύπρου. Όσον αφορά στους αρχαιολογικούς χώρους της κατεχόμενης Κύπρου, το μεγαλύτερο δείγμα καταστροφής παρατηρείται στα εντοίχια ψηφιδωτά στη Σαλαμίνα, τα οποία έχουν υποστεί τεράστια φθορά.
Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση της Χάγης (1965) καθώς και στη Σύμβαση της UNESCO (1970) «για τους Τρόπους Απαγόρευσης και Παρεμπόδισης της Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταβίβασης Ιδιοκτησίας της Πολιτιστικής Κληρονομιάς», επιμένει να μη συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της που προκύπτουν από αυτές τις συμβάσεις και συνεχίζει τη συστηματική καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου.
Πολλές άλλες Συμβάσεις έχουν υιοθετηθεί για την προστασία της διεθνούς πολιτιστικής κληρονομιάς ή την επιστροφή της στους νόμιμους ιδιοκτήτες. Ανάμεσα σ’ αυτές είναι η Σύμβαση του 1970 για «Τρόπους Απαγόρευσης και Παρεμπόδισης της Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταβίβασης Ιδιοκτησίας Πολιτιστικής Περιουσίας» και η Σύμβαση Unidroit για την Κλοπιμαία ή Παράνομα Εξαχθείσα Πολιτιστική Κληρονομιά, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Βασικών Ελευθεριών μαζί με τα Πρωτόκολλά της, που σχετίζεται με την άρνηση των κατοχικών αρχών να επιτρέψουν στην αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου, ως το νόμιμο ιδιοκτήτη, να έχει πρόσβαση στην περιουσία της, καθώς και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία της
«Δυστυχώς ούτε οι διεθνείς συμβάσεις, όπως αυτή της UNESCO «για τα μέσα απαγόρευσης και παρεμπόδισης της παράνομης εισαγωγής και μεταφοράς ιδιοκτησίας πολιτιστικής περιουσίας» του 1970 και οι απορρέουσες από αυτή συμβατικές υποχρεώσεις της Τουρκίας, η οποία την έχει επικυρώσει, ούτε και η απόφαση της UNESCO του 1980 για την Κύπρο, στάθηκαν ικανές να σταματήσουν την καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. H Τουρκία και το παράνομο κατοχικό καθεστώς περιφρονούν προκλητικά τις διεθνείς αυτές συμβάσεις. Είναι πια πρόδηλο ότι η συνεχιζόμενη και μεθοδική καταστροφή των πολιτιστικών μνημείων στις κατεχόμενες περιοχές και η αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα τους είναι μέρος μιας προσχεδιασμένης πολιτικής για εξαφάνιση κάθε ίχνους ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού και μετατροπή των κατεχομένων σε μια ακόμα τουρκική επαρχία στο πλαίσιο της προσπάθειας για πλήρη τουρκοποίησή τους» προσθέτει μεταξύ άλλων.
Η Κυπριακή Δημοκρατία εργάζεται συστηματικά για την προστασία και τη διατήρηση της θρησκευτικής και πολιτιστικής της κληρονομιάς. Το Τμήμα Αρχαιοτήτων γνωρίζει για τη σταδιακή καταστροφή πολλών αρχαιολογικών χώρων στην κατεχόμενη περιοχή κι έχει επανειλημμένα ζητήσει μέσω των Ηνωμένων Εθνών να επισκεφθεί αυτές τις τοποθεσίες και να διεξάγει τις απαραίτητες εργασίες αποκατάστασης. Δυστυχώς, αυτό δεν κατέστη δυνατό λόγω της άρνησης της υποψήφιας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατοχικής Τουρκίας.
Η ΕΚΘΕΣΗ
Η έκθεση που θα φιλοξενείται στο ΤΕΙ/Λ μέχρι τις 9 Μαρτίου διοργανώνεται από τη Φοιτητική Ένωση Κυπρίων Λάρισας (ΦΕΚΥΛ), το Σύλλογο Κυπρίων ν. Λάρισας και το ΤΕΙ Λάρισας. Στην πρόσφατη εκδήλωση που έγινε για τα εγκαίνιά της, ο αντιπρόεδρος του ΤΕΙ κ. Παντελής Υψηλάντης, ο πρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικού Προσωπικού κ. Γ. Σούλτης, ο αντιπρόεδρος της ΦΕΚΥΛ κ. Ανδρέας Σταυρινίδης και ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Ντ. Αυγουστή, αναφέρθηκαν στη σπουδαιότητα της έκθεσης τονίζοντας ότι μέσα από τις φωτογραφίες διακρίνει κανείς την ερήμωση και την πολιτισμική και όχι μόνο βεβήλωση των μνημείων που βρίσκονται στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, γεγονός που αποτελεί «αγκάθι» για όλη την ανθρωπότητα αφού ο σεβασμός στον πολιτισμό και στη θρησκεία κάθε λαού έπρεπε να είναι αυτονόητος. Η έκθεση ήδη σημειώνει μεγάλη προσέλευση και το κοινό μπορεί να την επισκέπτεται καθημερινά από τις 10 το πρωί έως τη 1 το μεσημέρι.