Μια εξαιρετική επιστολή – κριτική, έλαβαν οι συντελεστές του «Θεσσαλικού Θεάτρου», από την κ. Βάσα Σολωμού – Ξανθάκη, τη σπουδαία λογοτέχνιδα και δημιουργό της νουβέλας «Ο Γάμος», που παρουσιάζεται με μεγάλη επιτυχία στο «Θέατρο του Μύλου». Τον «Γάμο» όπως είναι γνωστό, διασκεύασε σε θεατρικό έργο και σκηνοθέτησε ο Κώστας Τσιάνος. Στην επιστολή της αναφέρονται τα εξής: «Αγαπητέ μου ανεκτίμητε Κώστα Τσιάνο. Το έκαμες πάλι το θαύμα σου! Έφτασα να παρακολουθώ τον ίδιον τον αφηγηματικό μου λόγο μέσα απ΄ το δικό σου τελετουργικό όραμα, ενσαρκωμένο σε ανεξίτηλη θεατρική πράξη. Έξοχη η παράσταση...! Καλύτερη και ωριμότερη ανάμεσα στις τρεις εκδοχές τελικά. Το επίτευγμα απίστευτο. Η σύμπτωση των δύο γυναικών ηθοποιών στη μία, εμβληματική ηρωίδα, τη Λενάκη. Δεν το φανταζόμουν ποτέ αυτό στο θέατρο να γίνεται. Η νεαρή Λενάκη , η Γεωργία Γεωργόνη, σε καθηλώνει και μόνο με την εμφάνισή της στη σκηνή. Τι πλάσμα! Την ερωτεύεσαι αμέσως και πριν φανεί ακόμα η εσωτερική της θηριώδης συγκρότηση. Η μεγάλη Λενάκη κυριαρχεί φυσικά με τη δύναμη της αφήγησής της αλλά και με την αέναη, «μητρική» θα την έλεγα φροντίδα της να υποστηρίζει συνεχώς σκηνικά «τη μικρή». Οι δύο μαζί φτάνουν στο τέλος στο απίθανο αποτέλεσμα να μοιάζουν ακόμα και φυσιογνωμικά. Αυτή είναι η δική σου μαγεία να σκηνοθετείς. Μου έλειψε βέβαια σε μερικές κορυφαίες τραγικές στιγμές η φωνή της Άννας Βαγενά, αλλά η επιτυχία του νέου εγχειρήματός σου συγχωρεί τις επί μέρους απώλειες. Τι ωραίος στιβαρός Έλληνας ο Νικόλας, ο Στέργιος Νένες! Ζηλεύω που δεν τον είχα φανταστεί τόσο τέλειο, όταν έγραφα την ιστορία αυτή. Η μορφή του το στήσιμό του, η απορία του, η χαρά του, οι φυσικές του αντιδράσεις, η επιθυμία του να μην λιποτακτήσει τελικά στα δύσκολα, τον κάνουν έναν ακαταμάχητο λαϊκόν άντρα. Άμ η Τασία, η ελαφροΐσκιωτη, «το φαινόμενο»! Έχω μιαν όμορφη πληροφορία γι΄αυτήν την νεαρή ύπαρξη, την Δανάη Eπιθυμιάδη, πως ένας Αμπελακιώτης συγγενής μου, καθηγητής του Πολυτεχνείου Αθηνών σήμερα, ο Κώστας ο Συρμακέζης, που ταξίδεψε μαζί μας για την παράσταση, βγήκε κλαίγοντας από το «Θέατρο του Μύλου», λέγοντας μεταξύ των άλλων: «Να, η θεία μου η Ελένη! Έτσι ήταν! Καλλιτέχνις! Ονειροπαρμένη και παρεξηγημένη!» - Για την πολύ αγαπητή μου Πόπη Πελτεκοπούλου, δεν λέω τίποτα. Απλώς ευχόμουν, πριν έρθουμε να σας δούμε στη Λάρισα, να είναι αυτή και πάλι η θείτσα Βαγγελή. Και ήταν! Καλύτερη από ποτέ. – Εκείνη που με εξέπληξε όμως ήταν η πεθερά της Λενάκης. Ούτε εγώ που τη σκιτσάριζα τότε στο βιβλίο μου ούτε εσύ που την παρουσίασες στις προηγούμενες δύο άλλες εκδοχές φανταζόμασταν πως έπαιζε έναν τόσο χρωματιστό ρόλο στο έργο. Αυτό σίγουρα οφείλεται στην ίδια την ηθοποιό Μαίρη Σαουσοπούλου. Ήταν σαν να έφτασε στη σκηνή εκείνη ακριβώς τη στιγμή, κατευθείαν από κάποιο ορεινό ή καμπίσιο χωριό, να πει αυτά που ήθελε να πει, αυθεντική, φορτσάτη και αψεγάδιαστα ατόφια.
Πλούτισε την υπόθεση με δύο τρεις λιτές χειρονομίες και εκφράσεις του προσώπου της. Υπήρξε μια δυνατή θεατρική πινελιά! Ο πατέρας, ιδίως σε σκηνικό διάλογο με τον μπαρμπέρη, Γρηγόρη Ποιμενίδη, έκτακτος. Οι δυό τους θύμιζαν με «τις μάσκες» των ίδιων των προσώπων, τους ήρωες αρχαίας τραγωδίας. Οι ηθοποιοί Ζωή Μουκούλη, Άρης Λάσκος (σε πολλαπλούς ρόλους) και ο Βασίλης Γιαβρής (επίσης σε διπλό ρόλο) αντάξιοι του εγχειρήματος. Τι πολύς κόσμος επάνω στη σκηνή, Κώστα. Σαν να ήταν ένα χωριό ολόκληρο! Ολοζώντανο χωριό, με τα βάσανά του, τις γνήσιες τελετές του, τις ιερές χαρές του, τις ιδιοτροπίες του, τα ξεσπάσματά του, την αιώνια σοφία του να ισοκρατεί καρδιά και νού και μνήμη και φυσικά με τον κοινοτάρχη του, τον μάγο, να κανοναρχεί την αρμονία του.
Ευχαριστώ, Κώστα, ευχαριστώ εσένα τον μάγο αλλά και «Το χωριό σου», το θεατρικό, που τιμήσατε πάλι πλουσιοπάροχα τη γραφή μου. Διάβασέ τους, σε παρακαλώ, αυτό μου το γράμμα και μετέφερε τις θερμές ευχαριστίες μου σ΄όλους , χωρίς ποτέ να ξεχνώ και το «πίσω» θέατρο , τους τεχνικούς, τους τραγουδιστές, τους αφανείς γενικά συντελεστές και φυσικά την αναντικατάστατη πάλι Ιωάννα Παπαντωνίου. Το «Θεσσαλικό Θέατρο» με λίγα λόγια».