Συνέντευξη: Χαρίκλεια Βλαχάκη
"Ο Μάριος από εδώ και πέρα δε λογάριαζε πια, αν κόντευαν να τον εγκαταλείψουν οι δυνάμεις του. Άρχισε να επιταχύνει τον βηματισμό του. Το βλέμμα του το είχε μονίμως καρφωμένο εκεί μακριά, στο πλεούμενο. Με αγωνία προσπαθούσε να εντοπίσει τη σιλουέτα του ευεργέτη του για να ανασάνει.Όταν λαχάνιαζε από την πολλή προσπάθεια που κατέβαλλε, κατά τη διάρκεια της πορείας του, κοντοστεκόταν και καθόταν πάνω στην άμμο ή πάνω στα βότσαλα, να ξαποσταίνει. Μετά σηκωνόταν με μιας και έβρεχε το ξαναμμένο του πρόσωπο με θαλασσινό νερό για να δροσιστεί. Και ύστερα πάλι ορμούσε προς τα μπρος και κατάπινε με ευκολία τις αποστάσεις. Στο διάστημα αυτό φρόντιζε να μην αποχωριστεί τον πίνακα με τα γλαρόνια που προόριζε να δωρίσει στον καπετάνιο. Τον κρατούσε σφιχτά, παραμάσχαλα και πορευόταν και όλο πορευόταν. Λαχάνιαζε και ξελαχάνιαζε και προσπαθούσε να φέρει στον νου του τη μορφή του σκληροτράχηλου καπετάνιου που τόσο, στην αρχή, τον είχε κακοπάρει και δεν ήταν πρόθυμος να τον συνδράμει για να υπηρετήσει τα όνειρά του. Οι αποστάσεις που χώριζαν τον Μάριο από το πλεούμενο όλο και λιγόστευαν. Η γλώσσα του κολλούσε στον ουρανίσκο, τα πόδια του όσο πήγαιναν και βάραιναν και τούτος αντί να κιοτέψει πείσμωνε να φτάσει στον προορισμό του". Aυτός είναι ο Μάριος, ο ήρωας του νέου βιβλίου του λογοτέχνη Γιώργου Ζημιανίτης με τίτλο "Ο,τι απέμεινε" , για το οποίο μας μιλά στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Κύριε Ζημιανίτη, τι αποτελεί για εσάς έμπνευση;
Έμπνευση για μένα είναι ό,τι με αγγίζει εσωτερικά και μου προκαλεί συγκίνηση.
Ποιά ήταν εκείνη η εσωτερική ανάγκη που σας οδήγησε στη συγγραφή του νέου σας βιβλίου;
Στόχος μου ήταν να αναδείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι στη ζωή τους, τις παγίδες που στήνονται στο διάβα τους και τη μάχη που χρειάζεται να δώσουν για να επιβιώσουν.
Πως γεννήθηκε ο ήρωας του βιβλίου σας;
Παρακολουθώντας από κοντά τους υποψηφίους φοιτητές της Σχολής Καλών Τεχνών που πάσχιζαν να σχεδιάσουν όσο καλύτερα μπορούσαν, το έργο που θα τους βοηθούσε να εισαχθούν στη Σχολή.
Πόσο χρόνο δουλέψατε πάνω στο τελευταίο σας μυθιστόρημα;
Χρειάστηκαν σχεδόν 10 χρόνια για να το ολοκληρώσω.
Γυρνώντας την Ελλάδα για τις ανάγκες προώθησης και παρουσίασης του βιβλίου σας, τι είναι αυτό που εισπράττετε από τον κόσμο;
Κυρίως ενθουσιασμό και αναγνώριση.
Δεδομένης της εμπειρίας σας αλλά και της συμβολής σας στη λογοτεχνία, τι ήταν αυτό που σας έκανε να αγαπήσετε τα βιβλία;
Μέσα από τα γραπτά μου κείμενα, ο καθηγητής μου, ο φιλόλογος Τάκης Μπαζακογιάννης διέβλεψε, πως κάποια μέρα θα έγραφα, γι' αυτό με παρότρυνε να διαβάζω λογοτεχνία. Και, πράγματι, αφοσιώθηκα σ' αυτήν. Το πρώτο μου διήγημα το εμπιστεύτηκα στον δημοσιογράφο, τον Δαμιανό Βουλγαράκη και το δημοσίευσε στην εφημερίδα Θεσσαλικά Νέα. Ήμουν τότε 18 ετών, πρωτοετής στην Παιδαγωγική Ακαδημία.
Τα διηγήματά σας βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε αφηγήσεις του παρελθόντος. Αναπολείτε τα χρόνια που πέρασαν;
Ναι, αλλά όχι μόνον. Βασίζονται επίσης σε προσωπικές εμπειρίες και οραματισμούς. Και ποιος δεν αναπολεί τα χρόνια που πέρασαν, όταν αυτά συνοδεύονται από ευχάριστες αναμνήσεις;
Πώς ορίζετε την λογοτεχνία;
Λογοτεχνία είναι η δια του λόγου έκφραση ιδεών, καταστάσεων και συναισθημάτων.
Με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, τι πιστεύετε ότι έχει αλλάξει σήμερα στον τρόπο γραφής;
Είναι βεβαιωμένο πως σήμερα οι συγγραφείς προτιμούν τον ωμό ρεαλισμό και όχι τον μαγικό ρεαλισμό του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Ποιά είναι τα κριτήρια για ένα καλό βιβλίο;
Να έχει γλαφυρό ύφος, αλληλουχία στα νοήματα, γλώσσα ρέουσα, καταληπτή και να είναι πλούσιο σε σχήματα λόγου (μεταφορές, παρομοιώσεις κλπ.).
BIO: Ο Γιώργος Η. Ζημιανίτης γεννήθηκε στη Λάρισα, όπου και κατοικεί. Εργάστηκε ως δάσκαλος. Είχε την επιμέλεια της λογοτεχνικής σελίδας της εφημερίδας "Ελευθερία" Λάρισας. Διήυθυνε το περιοδικό "Λαρισαϊκά Γράμματα". Είναι τακτικό μέλος της Εθνικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού "Γραφή", που εκδίδεται από τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Λαρισαίων. Έχει εκδόσει τις συλλογές διηγημάτων: "Μορφές" (1967), "Ενδοστροφή" (1974). Το 1986 κυκλοφόρησε από το περιοδικό "Νέα Σκέψη" σε δύο εκδόσεις το μυθιστόρημα "Χωρίς Φραγμό". Το 1989 εξέδωσε τα διηγήματα "Σιγανή Βροχή" (Λαρισαϊκά Γράμματα). Διηγήματά του δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς στις λαρισαϊκές εφημερίδες: "Ελευθερία" και "Ημερήσιος Κήρυκας". Πήρε το τρίτο βραβείο Πεζογραφίας από το Δήμο Λάρισας το 1972, χρυσό μετάλλιο της Academie Internationale de Lutece (1979) για την "Ενδοστροφή" και του απονεμήθηκε το τρίτο "Ροδίνειο" βραβείο της εφημερίδας "Αμαρυνθιακά νέα" (1989) για το διήγημά του "Να θυμάσαι Αλέξανδρε!".