Η «Ε» με τη «βοήθεια» της κόρης του Χαρίλαου και της Ισμήνης Σακελλάριου, Φανής Σακελλαρίου, αλλά και ενός άλλου σπουδαίου Λαρισαίου, του Μάκη Λαχανά, κάνει γνωστά τα πρόσωπα πίσω από τα έργα, τους ανθρώπους που ενέπνευσαν τον Φιλόλαο και έγιναν -ο ένας άκον και η άλλη εκούσα- τα πρώτα μοντέλα του.
ΙΣΜΗΝΗ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Όπως μας πληροφορεί η κ. Φανή Σακελλαρίου: «Τα δύο έργα εικονίζουν το ίδιο πρόσωπο με διαφορά δεκαετίας. Πρόκειται για το πορτρέτο λαρισινής φίλης του γλύπτη, της Ισμήνης Σακελλαρίου.
Το πρώτο, γύψινο, δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της φοίτησης του καλλιτέχνη στην ΑΣΚΤ, πιθανότατα κατά τη διετία 1947-1949 που υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στη Λάρισα. Πρόκειται για έργο ρεαλιστικό, που αποδίδει με πιστότητα τα χαρακτηριστικά του εικονιζόμενου προσώπου, σύμφωνα με τις αρχές του κλασικισμού του 19ου αι. Αυτή ήταν η τάση που κυριαρχούσε ακόμη τότε στην Ελλάδα και διδασκόταν στην ΑΣΚΤ. Πρότυπα πάντα η κλασική και ρωμαϊκή αρχαιότητα.
Η σοβαρότητα του προσώπου αποδίδει τόσο το πνεύμα του κλασικισμού όσο και το ήθος (τον χαρακτήρα) του συγκεκριμένου ανθρώπου. Ωστόσο, ιδωμένο από το πλάι (προφίλ) το έργο αποδίδει τη δροσιά και την τρυφερότητα της νέας γυναίκας που εικονίζει.
Το δεύτερο έργο δημιουργήθηκε περίπου μια δεκαετία αργότερα, γύρω στο 1959-60 (ο Φιλόλαος είχε υποσχεθεί στη φίλη του να της φτιάχνει το πορτρέτο κάθε δέκα χρόνια). Ο καλλιτέχνης είναι πια εγκατεστημένος στο Παρίσι και έχει απομακρυνθεί εντελώς από τον ακαδημαϊσμό της ΑΣΚΤ στρεφόμενος σε νέες αναζητήσεις στο πνεύμα του μοντερνισμού.
Το έργο είναι καμωμένο από σφυρήλατο σίδερο, τεχνική που χρησιμοποιούσε αυτήν την περίοδο ο γλύπτης πειραματιζόμενος με διάφορα μέταλλα (μολύβι, σίδερο) πριν καταλήξει στον ανοξείδωτο χάλυβα. Η απεικόνιση της μορφής δεν είναι πια ρεαλιστική. Η αφαίρεση είναι φανερή και θυμίζει τα κυκλαδικά ειδώλια. Ο καλλιτέχνης έχει διατηρήσει μόνο τα βασικά χαρακτηριστικά του μοντέλου του: τη μύτη και τον κότσο.
Κοιτάζοντας το έργο κατενώπιον (en face) παρατηρούμε πως παρουσιάζει μια ελαφρά στροφή προς τα αριστερά του θεατή και μια κλίση, που του προσδίδει μια κάποια ασυμμετρία. Όπως αναφέρει ο ίδιος, δουλεύοντας αυτήν την εποχή ένα γυναικείο πορτρέτο σε σίδερο -ίσως αυτό για το οποίο μιλάμε- έβλεπε πως το υλικό δεν υπάκουε στην απόδοση των κυρτών επιφανειών, καθώς ανέπτυσσε από την ίδια του τη φύση μια φυγόκεντρη τάση. Αποφάσισε τότε να σεβαστεί το υλικό του και να ακολουθήσει από κει και πέρα στα έργα του αυτήν την τάση, καθώς μάλιστα θεώρησε πως έδινε πιο ενδιαφέρουσες φόρμες.
Στο συγκεκριμένο έργο αυτή η περιστροφική, έκκεντρη κίνηση συντελεί, ώστε να αποδίδεται το ύφος και το ήθος (ο χαρακτήρας), το γενικότερο «στήσιμο» του συγκεκριμένου προσώπου. Η προ δεκαετίας νέα γυναίκα έχει φτάσει πια σε μια ωριμότητα γεμάτη αυτοπεποίθηση και περήφανη αξιοπρέπεια. Έτσι, παρά την αφαιρετική του απόδοση, το έργο τελικά είναι πράγματι ένα πορτρέτο».
Ο ΛΙΑΠΚΙΝ
Ο Μάκης Λαχανάς στο τεύχος 18 του περιοδικού «Σπαρμός» μας ενημερώνει ότι: «Η προτομή έγινε απ’ τον Φιλόλαο Τλούπα Λαρισαίο γλύπτη, σήμερα διεθνώς γνωστός απλά ως Φιλόλαος, που ζει στο Παρίσι. Ο Φιλόλαος Λώλος, όπως τον λέγαμε τότε, το 1942, δεν είχε μπει ακόμη στη Σχολή Καλών Τεχνών, ήταν στο Γυμνάσιο. Αυτή η γενιά είχε έναν μεγάλο κύκλο, από τον αδελφό του τον Τάκη Τλούπα, τον Ζαρίμπα, τον Μάνο Ισμηρίδη (γιο του οφθαλμίατρου Σταμπολίδη στο βιβλίο), τον Λεωνίδα Ριζόπουλο, τον Φήκα, τον Καραγάτση και τον Παπαζιάκα τον Γιάννη. (Ο εκδότης του περιοδικού ήταν μικρότερος και δυστυχώς δεν εγένετο δεκτός στον κύκλο).
Όλη η συντροφιά είχε αποφασίσει να κάνει μια έκπληξη στον Καραγάτση. Την προτομή του Ζωντανού μοντέλου του Λιάπκιν. Ο Φιλόλαος τα κατάφερνε με τα χαρακτηριστικά. Επέμενε, όμως, να έχει και μια φωτογραφία, για ν’ αποδώσει κυρίως τη στραπατσαρισμένη ρεμπούμπλικα του Νταβίντωφ. Ο Νταβίντωφ ήταν απλησίαστος. Ο Τάκης Τλούπας δεινός φωτογράφος, μεγάλος καλλιτέχνης – τον φωτογράφησε δίχως να πάρει χαμπάρι ο Νταβίντωφ, σε μια στιγμή όταν βρισκόταν απέναντι από τη Νέα Αγορά, μπροστά στο μαγαζί του Γαζέτα, όπου σήμερα είναι το κατάστημα των αδελφών Μιλτ. Τζιότζιου. Ο Φιλόλαος έφκιασε την προτομή από λάσπη του Πηνειού δεν υπήρχε τότε πηλός - και την έψησαν στον φούρνο του Σοφοκλή Τσουγένη. Το όνομα το ‘γραψαν στα ρούσσικα, ρωτώντας πώς γράφεται έναν Ελληνορώσσο παπουτσή. Η προτομή στάλθηκε στην Αθήνα στον Ζαρίμπα, ο οποίος την έδωσε στον Καραγάτση όταν βρίσκονται στο ανθοπωλείο του Φλεριανού. Τον ευχαρίστησε πολύ αυτό το έργο και θέλησε να το πάρει μαζί του. Ο Βουζούκης, όμως, τον παρακάλεσε να την αφήσει για λίγο στα ράφια του μαγαζιού. Έπειτα ο Καραγάτσης την ξέχασε. Έπεσε κι έσπασε το μπορ της ρεμπούμπλικας. Το πήρε ξανά ο Ζαρίμπας και το ‘φερε στη Λάρισα πίσω. Πέθανε κι ο Καραγάτσης, κι έτσι η μικρή προτομή βρίσκεται στη συλλογή του κ. Γιώργου Ζαρίμπα».
Θ.Α.