Το βιβλίο έχει αφετηρία και διαρκές σημείο αναφοράς τη στοιχειοθετημένη υπόθεση προκλητικής διασπάθισης δημοσίου χρήματος στον Οργανισμό Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΟΕΕΚ), ο οποίος ασκούσε εποπτεία στα δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ). Σε έλεγχο που πραγματοποιήθηκε στον συγκεκριμένο Οργανισμό από οικονομικούς επιθεωρητές, διαπιστώθηκε ότι υψηλόβαθμα στελέχη του, αλλά και στελέχη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Ε.Σ.) και σύζυγοι αυτών επί σειρά ετών εισέπρατταν αποζημιώσεις για υποτιθέμενη διδασκαλία σε κρατικά ΙΕΚ, χωρίς να διαθέτουν το παραμικρό προσόν πρόσληψης και χωρίς να παρέχουν υπηρεσίες. Άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενοι ήταν υπουργοί, τέκνο υπουργού, διευθυντής πολιτικού κόμματος και η σύζυγός του, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του Οργανισμού. Στο βιβλίο τεκμηριώνεται με σοβαρά στοιχεία πως η εμπλοκή των τελευταίων, αλλά και των στελεχών του Ε.Σ., οδήγησε συντεταγμένα στη συγκάλυψη του σκανδάλου και στην ατιμωρησία των υπευθύνων, με κύρια ευθύνη διαδοχικών προέδρων του Δημοσιονομικού Δικαστηρίου της χώρας, που κατονομάζονται από τον συγγραφέα. Ωστόσο, η συγκάλυψη θα ήταν αδύνατη, εάν συγκεκριμένοι υπουργοί και υφυπουργοί οικονομικών δεν λειτουργούσαν ως έμμεσοι συμπαραστάτες του Ε.Σ. διά παραλείψεως επιβαλλόμενων ενεργειών. Το ίδιο ισχύει και για συγκεκριμένους δικαστές της ποινικής δικαιοσύνης. Ωστόσο, το κύριο ζήτημα του βιβλίου δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή η διασπάθιση, ούτε οι καταχραστές, αλλά η ανάδειξη των χρόνιων συστημικών και θεσμικών παθογενειών, της πολυεπίπεδης διαφθοράς του κρατικού μηχανισμού, που έχει παγιωθεί διαχρονικά, μέσω της κομματοκρατίας.
Σημαντική επιτυχία που αφορά στη δομή του βιβλίου είναι το γεγονός ότι καταφέρνει να συνδέσει έναν τεράστιο όγκο τυπικά ψυχρού αποδεικτικού υλικού με διαλείμματα στοχασμών δικανικού λόγου και αισθητικής.
Το βιβλίο μας διδάσκει ότι η ακατάβλητη ατομική προσπάθεια κάθε έντιμου πολίτη ή δημόσιου λειτουργού είναι αναγκαία προϋπόθεση -αν και όχι ικανή από μόνη της- για θεμελιώδεις αλλαγές σε θεσμικό και σε κοινωνικό επίπεδο. Μια τέτοια οπτική ευθύνης θα ήταν ικανή να αλλάξει πολλά στη χώρα, αναβαθμίζοντας σημαντικά την αξιοπιστία της. Ο κ. Μπούτος ως οικονομικός επιθεωρητής υποχρέωσε το Ε.Σ. να ακυρώσει δύο εκθέσεις κατασταλτικού ελέγχου, που αποσκοπούσαν με προκλητικό τρόπο στη συγκάλυψη των υπευθύνων για το σκάνδαλο διασπάθισης δημοσίου χρήματος, γεγονός που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο στα χρονικά του από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα. Ωστόσο, ούτε αυτό αποδείχθηκε αρκετό να ακυρώσει τον στόχο συγκάλυψης του σκανδάλου από το Ε.Σ.
Ο συγγραφέας με τόλμη και επιμονή αποκαλύπτει γυμνή την αθλιότητα και τη διαπλοκή, ξετυλίγοντας το κουβάρι της προκλητικής συγκάλυψης των πρωταγωνιστών ενός τερατώδους σκανδάλου σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού. Είναι βέβαιο ότι το σκάνδαλο ωχριά μπροστά στο ακόμα χειρότερο σκάνδαλο της θρασύτατης συγκάλυψής του.
Στο Επιμύθιο του βιβλίου δεσπόζει μία άκρως αποκαλυπτική μικροοικονομική ανάλυση που αποδεικνύει με αριθμούς τι ακριβώς έχασε η χώρα μας από τη σκανδαλώδη υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος στον ΟΕΕΚ.
Η ακραία θρασύτητα, η αναλγησία και η απίστευτη διαπλοκή πολιτικής και δικαστικής εξουσίας και Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είχε απασχολήσει στην πολύχρονη πορεία της δύστοκης αυτής υπόθεσης αρκετά συχνά τον εγχώριο Τύπο με πρωτοσέλιδα δημοσιεύματα, αλλά και τον ξένο Τύπο (ολοσέλιδο δημοσίευμα της SUDDEUTSCE ZEITUNG), από τα οποία, όμως, δεν ίδρωσε το αυτί κανενός.
Οι εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο δεν ντράπηκαν να υποβάλουν μήνυση στον κ. Μπούτο για συκοφαντική δυσφήμηση και όταν εκείνος το 2015 δικαιώθηκε, τόσο σε ποινικό όσο και σε αστικό επίπεδο, αναγκάστηκαν να παραδεχθούν εγγράφως ότι τον υπολήπτονται και οι ενέργειες και οι δηλώσεις τους ήταν προϊόν πεπλανημένων αντιλήψεων. Πετάει, λοιπόν, τώρα το γάντι ο εξολκέας του σκανδάλου στους πλέον ευυπόληπτους θεσμούς του Έθνους, ωστόσο, είναι βέβαιο ότι κανένας απ’ αυτούς δεν θα τολμήσει να το σηκώσει, επειδή τα τεκμήρια και τα επιχειρήματα του Επιθεωρητή φαίνεται να είναι ακλόνητα.
Το βιβλίο του κ. Μπούτου, που διεκδικεί με αμάχητα τεκμήρια να αφήσει ισχυρό αποτύπωμα και να αφυπνίσει, ανήκει σ’ αυτά που μας θυμίζουν ακόμη, τι είναι τόλμη για έναν δημόσιο λειτουργό και τι είναι τιμή.
Τέλος, εντυπωσιάζει ο πρόλογος του Αρεοπαγίτη ε.τ., κ. Λ. Ρακιντζή, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τονίζει ότι το βιβλίο του κ. Μπούτου μπορεί να αποτελέσει εγχειρίδιο case study για τη μελέτη των παθογενειών του Δημοσίου Τομέα, προτρέποντας να ακολουθήσουμε το παράδειγμά του.
(Η Αναστασία Γαβρίλη είναι προϊσταμένη στο Β’ Τμήμα Συντάξεων του ΕΦΚΑ Αιγάλεω.)