δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ένα έγκλημα, έναν φόνο, ούτε και να είμαστε δέσμιοι της υποκρισίας της συγχώρεσης. Η ζωή μάς ζητά να συμφιλιωθούμε με το γεγονός, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να πορευτούμε...» τονίζει σήμερα στην «Ε» ο Λαρισαίος δάσκαλος και συγγραφέας Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου με τίτλο «Συμφιλίωση» (εκδόσεις «Μεταίχμιο»). Ο Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου, που κατοικεί στο Ηράκλειο της Κρήτης, μιλάει για το βιβλίο, τη συμφιλίωση, που ενώ είναι καθολικό ζητούμενο παραμένει όνειρο ανεκπλήρωτο, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις καταστροφικές συνέπειές του, τη Λάρισα, το Ηράκλειο και τη... Χάλκη, αλλά και τη φιλαναγνωσία. Ο κ. Χατζηκωνσταντίνου αναφερόμενος στο δέον γενέσθαι, ώστε να ενισχυθεί η αγάπη των μαθητών για τα βιβλία, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «...οι δάσκαλοι να γίνουν τα παραδείγματα για τους μαθητές τους, διαβάζοντας οι ίδιοι και να εξοικονομούν χρόνο να μοιράζονται με τους μαθητές τους τις εντυπώσεις από ένα βιβλίο».
Συνέντευξη στον Θανάση Αραμπατζή
• Κύριε Χατζηκωνσταντίνου, μιλήστε μας για τη «Συμφιλίωση»...
«Η συμφιλίωση» είναι ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην εποχή μας. Ο Ορέστης, ένας γιατρός στα χρόνια της κρίσης, φεύγει από τη χώρα μας αναζητώντας δουλειά στη Γερμανία, όπου και προσλαμβάνεται σε ένα νοσοκομείο του Μόναχου. Εκεί η σχέση που αναπτύσσει με τον Γερμανό διευθυντή της Κλινικής θα τον οδηγήσει σε αναψηλάφηση του οικογενειακού του παρελθόντος και -άθελά του- σε αναψηλάφηση και του οικογενειακού παρελθόντος του Γερμανού εργοδότη του. Δηλαδή, έχουμε ένα παρόν που ακόμη δεν έχει τακτοποιήσει τις εκκρεμότητές του με το παρελθόν. Το «Λευκό Ρόδο», που αναφέρεται στο βιβλίο, ήταν μια οργάνωση που αποτελείτο από Γερμανούς αντιφρονούντες φοιτητές που αντιστάθηκαν στη ναζιστική λαίλαπα ξεκινώντας από το πανεπιστήμιό τους. Αυτή η πτυχή έχει άμεση σχέση με τη «Συμφιλίωση», γιατί βρίσκεται στην αφετηρία της υπόθεσης που ξεδιπλώνεται καθώς αποκαλύπτονται οι αλήθειες που αυτοί που τις έζησαν στα χρόνια του πολέμου τις κράτησαν για τον εαυτό τους μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Ακόμα πρέπει να προσθέσω ότι στο βιβλίο υπάρχει μια κρητική ιστορία από τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενσωματωμένη στην ιστορία - κορμό του βιβλίου, που θεωρώ ότι είναι από τα καλύτερα κομμάτια του βιβλίου.
ΚΟΡΩΝΙΔΑ
• Σε μια εποχή με έντονες πολώσεις η λέξη συμφιλίωση αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία, παρ’ όλα αυτά μοιάζει με όνειρο ανεκπλήρωτο...
-Η έννοια της συμφιλίωσης είναι συνεχώς μπροστά μας. Από τα μικρά και καθημερινά μέχρι τα πολύ σοβαρά ζητήματα με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι. Πάντα με απασχολούσε το πρόβλημα της συμφιλίωσης στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, όχι μόνο της ίδιας εθνότητας, του ιδίου ή και διαφορετικού φύλου, όταν οι αφορμές και οι διαμάχες μεταξύ τους είναι πάρα πολλές, αλλά και η συμφιλίωση μεταξύ ατόμων διαφορετικής εθνότητας. Η συμφιλίωση βέβαια αποκτά μεγαλύτερη σημασία, όταν τους χωρίζει το «αίμα». Οι ήρωες του βιβλίου, θύτες και θύματα, παλεύουν με τους εφιάλτες τους μέχρι να συμφιλιωθούν με τον εαυτό τους, επειδή πρώτα απ’ όλα επιθυμούν μια βαθιά μεταμόρφωση της δικής τους ζωής. Η συμφιλίωση με τον «άλλο», ιδίως μετά από ένα τραυματικό γεγονός, είναι μια προσωπική και πολλές φορές επώδυνη διαδικασία στην οποία ενυπάρχει η πρόθεση να βγει το άτομο από τον κύκλο της μνησικακίας, χωρίς όμως να προϋποθέτει τη συγχώρεση ούτε τη λήθη όσων συνέβησαν. Κι αυτό αποτελεί κύριο στοιχείο του βιβλίου μου. Η συμφιλίωση αποτελεί την κορωνίδα της ανθρώπινης εξέλιξης. Σίγουρα δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ένα έγκλημα, έναν φόνο, ούτε και να είμαστε δέσμιοι της υποκρισίας της συγχώρεσης. Η ζωή μάς ζητά να συμφιλιωθούμε με το γεγονός, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να πορευτούμε. Αυτό νομίζω ότι απηχεί κεντρικά το βιβλίο μου.
ΟΥΚΡΑΝΙΑ
• Το βιβλίο σας έχει ως φόντο και καμβά μια μαύρη περίοδο για την ανθρωπότητα, τον Β’ Παγκόσμιο. Τα «απότοκά» του ακουμπάνε και την εποχή μας;
-Φαίνεται ότι δεν «βάλαμε μυαλό» και σήμερα ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν πόλεμο, τα χαρακτηριστικά του οποίου είναι το ίδιο σκληρά και απάνθρωπα. Καθημερινά βλέπουμε εικόνες που δεν τιμούν την «πολιτισμένη» Ευρώπη. Μάλλον «οι ισχυροί της γης» φαίνεται να μην πήραν το μάθημά τους από τον Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Γηραιά Ήπειρος βιώνει ακόμα έναν πόλεμο, που εκτός από τον θάνατο, φέρνει τη διάλυση και την καταστροφή της Ουκρανίας από την επίθεση της Ρωσίας. Οι συνέπειες αυτού του πολέμου -οικονομικές, ανθρωπιστικές- θα συμπαρασύρουν και τους λαούς της υπόλοιπης Ευρώπης. Τα δεινά του πολέμου για μία ακόμα φορά τα επωμίζονται οι αδύναμοι, και όσο κοινότοπο ακούγεται, όσο θα διαρκεί ο πόλεμος, οι λαοί θα βιώνουν τις φρικτές συνέπειές του.
ΧΑΛΚΗ
• Λαρισαίος που κατοικεί στην Κρήτη ή Κρητικός πια; Παρακολουθείτε τα της γενέτειρας τεκταινόμενα; Πώς βλέπετε την πόλη;
-Γεννήθηκα στη Χάλκη. Στη Λάρισα έζησα τα γυμνασιακά μου χρόνια, τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πορεία μου. Μέσα από αντίξοες συνθήκες, η περίοδος των σπουδών μου συνέπεσε με τη σκληρή περίοδο της Χούντας, στο 2ο Γυμνάσιο Αρρένων, όπου είχαμε αξιόλογους καθηγητές που μας εμφύσησαν την αγάπη στα γράμματα. Έχω πολύ καλούς φίλους στην πόλη και ποτέ δεν έπαψα να την επισκέπτομαι και να ενδιαφέρομαι γι’ αυτή. Παρακολουθώ όσα διαδραματίζονται στην πόλη και χαίρομαι για όλα εκείνα που προωθούν την ευημερία και την πρόοδο της πόλης. Στα είκοσι χρόνια της συγγραφικής μου ζωής, για όλα μου τα βιβλία, μετά το Ηράκλειο, η δεύτερη στάση γινόταν στη Λάρισα και παρουσιάζονταν από πνευματικούς ανθρώπους της πόλης. Πρέπει να σημειώσω εδώ ότι συμμετείχα με διηγήματά μου στην πολύ σπουδαία προσπάθεια που έκανε η «Ελευθερία» να παρουσιάσει σε ένθετά της στα τέλη της δεκαετίας του 2000 και αρχές του 2010 τους λογοτέχνες της πόλης και της περιοχής. Όσο για το Ηράκλειο και την Κρήτη είναι ο τόπος που αγαπώ και έχω επιλέξει να ζήσω με την οικογένειά μου. Ζω σαράντα περίπου χρόνια στο Ηράκλειο και έχω αφιερώσει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ερευνητικής και συγγραφικής μου δουλειάς στην ιστορία του νησιού, το οποίο αγαπώ και θαυμάζω. Το τελευταίο μου έργο «Όταν Συλλογιέμαι την Κρήτη - Ψηφίδες Ιστορίας και πολιτισμού» (2018, εκδ. Μεταίχμιο) παρουσιάστηκε με επιτυχία στη Δημοτική Πινακοθήκη της Λάρισας σε συνεργασία με τον Δήμο Λαρισαίων και αρωγό τον Σύλλογο Κρητών της πόλης.
ΔΑΣΚΑΛΟΙ
• Με χρόνια στην εκπαίδευση ως δάσκαλος και τώρα συγγραφέας, δεν θα μπορούσα να μη σας ρωτήσω για το αν διαβάζουν τα παιδιά, αλλά και πώς το σχολείο θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τη φιλαναγνωσία;
-Δυστυχώς το αναγνωστικό ενδιαφέρον των νέων είναι μικρό, τουλάχιστον όσο διαρκεί η σχολική τους ζωή. Οι νέοι από πολύ μικρή ηλικία είναι δύσκολο να ξεφύγουν από τα κινητά τηλέφωνα, το facebook κι όλα εκείνα τα εντυπωσιακά γραφήματα στα παιχνίδια που βρίσκουν στις σελίδες του διαδικτύου. Κάποιοι από τους μαθητές που έχουν λογοτεχνικά ερεθίσματα από το σχολείο και τους γονείς τους σίγουρα θα οδηγηθούν στον δρόμο της λογοτεχνίας.
Όσο για το ερώτημά σου με ποιον τρόπο μπορεί το σχολείο να ενισχύσει τη φιλαναγνωσία, εκείνο που μπορώ να πω είναι ότι οι δάσκαλοι να γίνουν τα παραδείγματα για τους μαθητές τους, διαβάζοντας οι ίδιοι και να εξοικονομούν χρόνο να μοιράζονται με τους μαθητές τους τις εντυπώσεις από ένα βιβλίο. Να επισκέπτονται τη βιβλιοθήκη του σχολείου τους, να διαβάζουν μαζί, όχι για να τους εξετάσουν, αλλά για να νιώσουν τη χαρά της ανάγνωσης.
Κλείνοντας νιώθω την ανάγκη να σε ευχαριστήσω εσένα προσωπικά αγαπητέ Θανάση για την προθυμία σου να κάνουμε αυτήν τη συζήτηση από την πρώτη στιγμή που πήρες στα χέρια το βιβλίο και φυσικά να ευχαριστήσω και την «Ελευθερία» που στηρίζει τις πνευματικές προσπάθειες των Λαρισαίων κι όχι μόνο...
Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου γεννήθηκε το 1956 στη Χάλκη Λάρισας. Είναι συνταξιούχος δάσκαλος και τα 35 τελευταία χρόνια ζει στο Ηράκλειο. Το 1995 συμμετείχε στη συντακτική ομάδα του βιβλίου Ιστορία της Κρήτης για το Δημοτικό σχολείο. Έχει εκδώσει τις συλλογές διηγημάτων «Το μονόστηλο» (2001) και «Terra Santa» (2004), τα μυθιστορήµατα «Τετράδια ονείρων» (2006) και «Ετούτο είν’ ωκεανός» (2013) και το παιδικό «Ήλιε µου παραμυθά» (2011). Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο έχει κυκλοφορήσει σε επιμέλειά του το «Ημερολόγιο 2010: Κρήτη - Ένα καράβι τρικάταρτο».