Στη συνέντευξη Τύπου μίλησαν ακόμα η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεσσαλικού κ. Κυριακή Σπανού, ο σκηνοθέτης της παράστασης Αλέξανδρος Νικόλαος Μπαλαμώτης, ο σκηνογράφος Γιάννης Κατρανίτσας, ο Ευριπίδης Μπέκος που είναι υπεύθυνος για τη μουσική και τον ηχητικό σχεδιασμό, η βοηθός σκηνοθέτη Τζένη Μαράβα, οι δύο ηθοποιοί Αντώνης Κυριακάκης και Γιώργης Βασιλόπουλος και η αντιπρόεδρος του Θεσσαλικού Ζωή Καλαφάτη.
Ο Πάνος Σάπκας σημείωσε χαρακτηριστικά ότι: «Φιλοσοφία και στόχος της Πειραματικής Σκηνής είναι ένα θέατρο που να επιδρά στην κοινωνία, να αντανακλά το σήμερα, να συνομιλεί με ό,τι συμβαίνει στη ζωή μας.
Σε μια Πειραματική Σκηνή, το κλασικό μπολιάζεται με το σύγχρονο, εμπλουτίζεται με νέα αισθητικά ρεύματα του εγχώριου αλλά και του διεθνούς θεάτρου, δίνει βήμα σε νέους ανθρώπους να εκφραστούν με νέους τρόπους, όχι τους καθιερωμένους, μιλά πρόσωπο με πρόσωπο με την εποχή μας, γίνεται πεδίο αλληλεπίδρασης για ό,τι μας ταλανίζει, για ό,τι μας απασχολεί.
Έτσι και τώρα, δεν θα δούμε έναν Στρίντμπεργκ όπως θα τον έκανε ο Αλέξης Μινωτής, αλλά όπως τον έκανε ο Αλέξανδρος Μπαλαμώτης, Λαρισαίος ταλαντούχος ηθοποιός και σκηνοθέτης, που έχει ξανασυνεργαστεί με το Θεσσαλικό θέατρο, με την Παιδική του Σκηνή, σε μια υπέροχη παράσταση “Ο κύριος Τιμόθεος και το χαμένο πετράδι της γνώσης”.
...Αναστοχασμός, επαναπροσδιορισμός, κριτική στάση, ανατρεπτική διάθεση, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά της παράστασης, τόσο στη φόρμα όσο στο νόημα, προσφέροντας καινούργιες σκέψεις για το θέατρο και τον ρόλο του στην κοινωνία. Είμαστε πολύ χαρούμενοι κι ελπίζουμε να γίνει αφορμή για ώσμωση και να προσελκύσει και νεανικό κοινό που είναι το κατεξοχήν κοινό για μια πειραματική ανάγνωση, εκδοχή, εμπειρία».
ΜΙΚΡΟ ΕΘΝΙΚΟ
«Η Πειραματική είναι η σκηνή που έχει την περισσότερη τόλμη, και την ανάγκη να την επαναπροσδιορίζεις από παράσταση σε παράσταση ακριβώς γιατί ο χαρακτήρας της δεν είναι ποτέ στατικός» σημείωσε η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεσσαλικού κ. Κυριακή Σπανού στην αρχή της τοποθέτησής της. «Είναι η αιχμή του δόρατος για το Θεσσαλικό σαν ένα θέατρο ρεπερτορίου που το ρεπερτόριό του το κάνει ένα μικρό Εθνικό. Ρεπερτόριο με παιδική, με κεντρική, με πειραματική και με καλοκαιρινή σκηνή» τόνισε χαρακτηριστικά.
ΥΒΡΙΔΙΚΟ ΘΕΑΜΑ
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Αλέξανδρος Μπαλαμώτης σημείωσε ότι: «Είναι μια πολύ δύσκολη περίοδος για το θέατρο και για όλους μας. Είναι σημαντικό οι άνθρωποι που ασχολούμαστε μ’ αυτό να μην μας κυριεύει ο φόβος και να προσπαθούμε να κάνουμε τη δουλειά μας όσο μπορούμε και να επικοινωνούμε τις ιδέες μας. ...Είναι ένα υβριδικό θέαμα που παίζει με ζωντανή κάμερα και με θέατρο μαζί.
Πρέπει να σας ομολογήσω ότι είμαι επηρεασμένος από τη δασκάλα μου στη σκηνοθεσία, την Κέιτι Μίτσελ, με την οποία έκανα το μεταπτυχιακό μου στη σκηνοθεσία, και ασχολείται πάνω από 20 χρόνια με το «ζωντανό σινεμά» που είναι ένα είδος υβριδικής τέχνης, θεάτρου και σινεμά. Η δουλειά είναι καθαρά ομαδική και χωρίς έναν από τους συντελεστές δεν θα είχε γίνει η δουλειά όπως θα παρουσιαστεί».
Ο Γιάννης Κατρανίτσας με τη σειρά του τόνισε ότι «Είναι πολύ σημαντικό που μας δίνεται το βήμα για να κάνουμε μία τέτοια «υβριδική» παραγωγή στο Θεσσαλικό. Προσπαθήσαμε να ανιχνεύσουμε μία νέα γλώσσα, για να αποδώσουμε ένα κλασικό έργο. Και είναι πολύ σημαντική η αναζήτηση του Αλέξανδρου Μπαλαμώτη πάνω στο έργο αυτό: το πώς δηλαδή ανανεώνουμε αυτά τα έργα και τα επανατοποθετούμε με μια νέα οπτική. ...Ολο το σκηνικό έπρεπε να δομηθεί ώστε να εξυπηρετηθεί το νέο μέσο, αυτή η κινηματογραφική γλώσσα παράλληλα με τη θεατρική γλώσσα».
Παίρνοντας τη σκυτάλη ο Ευριπίδης Μπέκος τόνισε ότι «Η παράσταση λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα της ήταν για μένα ένα δύσκολο πρότζεκτ για να καλυφτεί μουσικά. Η μουσική σαν αισθητική πατάει σε δύο βασικούς πυλώνες: σε κάποια κλασικά στοιχεία, όμως δεν λείπουν και κάποια πιο πειραματικά ηχοχρώματα. ...Το μουσικό αποτέλεσμα αποτυπώνει αυτό που ενδεχομένως έχει η μουσική να δώσει σε μια θεατρική παράσταση: να δώσει δηλαδή τη διάσταση που δεν μπορεί να αποτυπωθεί, αυτό που υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού και των συντελεστών και του κοινού.
ΟΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ
Ο ηθοποιός Αντώνης Κυριακάκης από την πλευρά του ανέφερε ότι «Ο γυναικείος ρόλος ήταν σαν «φάντασμα». Εκεί επικεντρωθήκαμε, να βρούμε τη βιογραφία του γυναικείου ρόλου και να την υπερασπιστούμε. Η παράσταση δεν μένει απλά σε ένα ερωτικό τρίγωνο, ή μια απάτη. Είναι μια πολιτική θέση που αφορά όχι μόνο το γυναικείο φύλο, αλλά μια ευρύτερη λογική που έχει αυτή η ανώριμη αντρική διάθεση. Η τοξική διάθεση δηλαδή που οι προεκτάσεις της φτάνουν μέχρι τον πόλεμο που έχουμε σήμερα. Μια κριτική ματιά πάνω στον τρόπο που ο άντρας αντιλαμβάνεται τα πράγματα», ενώ ο έτερος ηθοποιός της παράστασης, Γιώργης Βασιλόπουλος, σημείωσε ότι «Δουλέψαμε πολύ στοχευμένα και πολύ μεθοδικά. Αναμετρηθήκαμε με τον ίδιο μας τον εαυτό. Προσωπικά έκανα μεγάλη αυτοκριτική για να μπορέσω να καταλάβω κατ’ αρχάς και να διανοηθώ αυτό που είχε γράψει ο Στρίντμπεργκ το 1890 και τελικά πόσο έχει μπολιαστεί η τοξική αρρενωπότητα στη σημερινή κοινωνία».
Η Τζένη Μαράβα ευχαρίστησε τον Αλέξανδρο Μπαλαμώτη και όλη την ομάδα για τη συνεργασία, ενώ η Ζωή Καλαφάτη ανέφερε ότι η παράσταση θα οδηγήσει τον θεατή να μπει στη θέση του άλλου, να ωριμάσει συναισθηματικά και να διεισδύσει ακόμη πιο πολύ στην πολυπλοκότητα των ανθρωπίνων σχέσεων.
Θ.Α.