Είναι ημερολόγια καθημερινών αγροτικών εργασιών, στρατιωτικής θητείας και αντιστασιακών δράσεων, κυρίως στην περιοχή του κάτω Ολύμπου, στη σιδηροδρομική γραμμή των Τεμπών και του παλιού Σιδηροδρομικού Σταθμού Παπαπουλίου, όπου υπηρετούσε ως κλειδούχος.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και την καθημερινή περιγραφή των αγροτικών εργασιών ή των αντιστασιακών γεγονότων ξετυλίγεται η ζωή ενός φτωχού αγροτόπαιδου που μες στον αχό του αντάρτικου ξεσηκωμού και των σαμποτάζ βίωνε τη μοναξιά του νεαρού κλειδούχου, απομονωμένου σ’ έναν μικρό επαρχιακό σιδηροδρομικό σταθμό. Τα ιδανικά του, απλά, συμπυκνώνονταν σε δύο μόνο λέξεις: «Λευτεριά» και «Λαοκρατία». Ο Γιώργος Μπρουζιώτης γεννήθηκε στη Ραψάνη το 1919 και σκοτώθηκε στα Κρούσια, στις αρχές Ιουλίου του 1949.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΡΟΥΖΙΩΤΗΣ
Ο Γιώργος Μπρουζιώτης τελείωσε το διτάξιο ημιγυμνάσιο της Μανιαρείου Σχολής των Αμπελακίων και τον Αύγουστο του 1941 προσλαμβάνεται ως κλειδούχος στους Σιδηρόδρομους Ελληνικού Κράτους (ΣΕΚ), όπου υπηρετεί μέχρι τον Νοέμβριο του 1943. Ως σιδηροδρομικός οργανώθηκε στην Εθνική Αντίσταση και μετά, όταν εγκατέλειψε τον σιδηρόδρομο, υπηρέτησε ως διαχειριστής στην Επιμελητεία του Αντάρτη (ΕΤΑ) Ραψάνης. Στις 8-10-1946, ενώ υπηρετούσε το υπόλοιπο της θητείας του στον ελληνικό στρατό, μαθαίνει την εκτέλεση του μεγαλύτερου αδερφού του Γιάννη Μπρουζιώτη (Μεζούρλο, 30-9-1946) και αυτομολεί στον Δημοκρατικό Στρατό. Μάχεται στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού σχεδόν για τρία χρόνια και στις αρχές Ιουλίου του 1949, κατά τις μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του εθνικού στρατού ανατολικά του Αξιού ποταμού, σκοτώνεται στο ύψωμα Δοβά-Τεπέ των Κρουσίων ορέων, σε ηλικία 30 χρόνων.