Έχοντας χρόνια πολλά δίπλα στους Τσαρούχη, Ρίτσο, Μόραλη, Χατζιδάκι, Στράτου, Σαμίου και πολλούς άλλους της πνευματικής Αθήνας της περίφημης γενιάς του ’30, εφάρμοσε στη ζωγραφική του -όπως εύστοχα έχει επισημάνει παλαιότερα η αναπληρώτρια καθηγήτρια Λαογραφίας και Εθνολογίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Χρυσούλα Χατζητάκη Καψωμένου- τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό και μέσω αυτής δημιούργησε ένα τεράστιο και αξιόλογο έργο. Για δεκαετίες ερεύνησε και κατέγραψε ήθη, έθιμα και αντικείμενα της ελληνικής λαϊκής τέχνης και παράδοσης, κυρίως της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας, κι εν συνεχεία με τα πινέλα του τα «αναβίωσε» στους μνημειακών διαστάσεων καμβάδες του. Γάμοι, χοροί, γιορτές, ο εορτασμός του καρναβαλιού, η ζωή των τσιγγάνων, υπαίθρια επαγγέλματα που δεν συναντάμε πια και μουσικοί της παράδοσης πρωταγωνιστούν στα έργα του. Χαρακτηριστικά στους πίνακές του τα λαμπερά χρώματα, ενθουσιώδη, που εγκλωβίζουν τον θεατή στις χαρές της ζωής. Χρώματα που λειτουργούν ως εσωτερική πηγή φωτός για την κάθε σύνθεση. Χρώματα που ο καλλιτέχνης Κλεάνθης Χατζηνίκος αντλούσε από τη λαϊκή τέχνη και εκείνη με τη σειρά της από την ελληνική φύση.
Σχεδιαστής του Τσαρούχη ο Χατζηνίκος, πλάι του στις αναζητήσεις του, στην έρευνα, γνώστης όσο κανείς ίσως της δουλειάς του, με επιρροές από το πνεύμα του, σε μια από τις σπανιότατες συνεντεύξεις του, που μας έδωσε τον Απρίλιο του 2015, μας είπε για τη σχέση τους: «Με τράβηξε σ’ αυτόν η επιλογή του να ζει σαν παρίας από τη στιγμή που αποφάσισε να απαρνηθεί τους μεγαλοαστούς της πρωτεύουσας μέσα στους οποίους είχε γεννηθεί και μεγαλώσει». «Ο Τσαρούχης» μας υπογράμμισε τότε ο Χατζηνίκος «δεν μου δίδαξε την τέχνη, μου είπε τι να κάνω, αλλά χωρίς να μου μιλήσει για τη ζωγραφική και, ως εκ τούτου, δεν μπορώ να θεωρηθώ μαθητής του».
Ενδιαφέρον μάλιστα παρουσιάζουν, και αποτελούν απόδειξη των ικανοτήτων στη ζωγραφική του Χατζηνίκου, τα όσα ο Τσαρούχης έλεγε στις συζητήσεις τους. «Εγώ αγάπησα τη ζωγραφική και έκανα πάρα πολλά πράγματα για να τη μάθω. Εσύ Κλεάνθη, τη ζωγραφική την έχεις από τη γέννα σου, την κουβαλάς στο αίμα σου. Αυτοί που είναι γεννημένοι έτσι, όλα τα πράγματα τα έχουν μέσα τους και τα βλέπουν. Μόνο δεν γνωρίζουν να τα εκφράσουν. Αν, όμως, ασχοληθούν και δουλέψουν, αυτά θα βγουν μόνα τους».
Φιλόσοφος της ζωγραφικής ο Χατζηνίκος, σ’ εκείνη τη συνέντευξη, σε σχετική ερώτησή μας, απάντησε για το τι ήταν γι’ αυτόν η τέχνη της ζωγραφικής «Γραμμές ευθείες, κυρτές και καμπύλες. Επιφάνειες χρωματικές, τονικές συμφωνίες. Θέσεις και αντιθέσεις που διέπονται από το φως. Κινήσεις ζωής εντός της οράσεώς μου, των συναισθημάτων, της ψυχής και του νοός μου. Καταγραφή αριθμών και λέξεων που καλούνται γλώσσα εικαστική. Μετρήσεις και σβησίματα. Βήματα. Να καθορίσω το πνεύμα του λόγου που διέπει την εικόνα. Να παραλληλίσω τον βιωματικό μου κόσμο μ’ αυτόν που διέπεται από την όρασή μου και καλείται ζωή. Μετρήσεις και σβησίματα. Φωνές και σιωπές. Ευχαριστίες και βρισιές. Ψυχογραφήματα. Ματιές στον χώρο να καθορίσω το είναι του, ν’ απεικονίσω, ν’ απεικονιστώ, από αυτό το πνεύμα που διέπει τον λόγο και την εικόνα και καλείται ζωή. Να νοήσω τον κόσμο που με περιβάλλει. Να μιλήσω μαζί του. Ν’ αγαπήσω και ν’ αγαπηθώ. Να απομακρυνθώ για να τον απεικονίσω. Από τη γέννηση στον θάνατο πορεύομαι το φυσικό κάλλος να σχηματίσω. Γραμμές ευθείες, κυρτές και καμπύλες. Επιφάνειες χρωματικές, τονικές συμφωνίες, αντιθέσεις και θέσεις. Ψυχογραφίες που διέπονται από το φως. Μετρήσεις και σβησίματα. Φωνές, σιωπές, ευχαριστίες, βρισιές, πεσίματα και ανορθώσεις. Να συγχωρέσω, να συγχωρεθώ. Να παιδευτώ, να πορευτώ μέσα στην ελληνική παιδεία, στο πνεύμα που διέπει τον λόγο και που καθορίζεται ζωή. Να συναντηθώ, να θεαθώ, να θεοθώ. Απ’ αυτόν που καλείται δίκαιος, αγαθός και Ελλην».
Ο Κλεάνθης Χατζηνίκος προσπάθησε μέσα από τα έργα του να επαναφέρει, όπως έλεγε, τη ζωγραφική στην ελληνική πραγματικότητά της, δηλαδή να είναι παράλληλη με τον κλασικό κόσμο. «Το φως στα έργα μου υπάρχει μέσα στο χρώμα» τόνιζε. «Όλη η ευρωπαϊκή ζωγραφική είναι το φως που πέφτει πάνω στο αντικείμενο. Εδώ, είναι το φως που βγαίνει απ’ το αντικείμενο. Αυτή είναι η ζωγραφική η δικιά μου». Μια ζωγραφική που εκπορεύονταν από την αρχαία Ελλάδα και από τις παραδόσεις μας που μέσω αυτών στοιχεία του αρχαίου μας πολιτισμού μεταφέρθηκαν αυτούσια ή παραλλαγμένα ως σήμερα.
Πέραν της ζωγραφικής, ο Κλεάνθης Χατζηνίκος έγραφε και ποίηση και μάλιστα εξέδωσε το 1982 τη συλλογή ποιημάτων «ΣΑΓΕΠΑΣ» από τις εκδόσεις «Κέδρος».
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως το 1986 ορισμένα ζωγραφικά του έργα σε έκθεση στη Λάρισα θεωρήθηκαν άσεμνα -με πιο χαρακτηριστικό αυτό με την ονομασία «κατωσέντονο»- και του ασκήθηκε δίωξη. Καταδικάστηκε το 1988 και ένα από τα έργα του καταστράφηκε ως τεκμήριο εγκλήματος.
ΑΓΙΑ (ΓΡΑΦΕΙΟ «Ε»)
Του Νίκου Γουργιώτη