*Κυρία Παπαγιάννη, πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε το νέο σας βιβλίο. Μιλήστε μας γι’ αυτό…
-Αν θα έπρεπε να πω με μια λέξη το θέμα του βιβλίου, θα έλεγα πως στα «Χρυσά Κουπιά» το θέμα είναι η απώλεια. Αλλά νομίζω πως το πιο σημαντικό σ’ ένα βιβλίο είναι τι θέλεις να πεις, τι θα ήθελες να πάρει μαζί του ο αναγνώστης, κι αυτό είναι πως το μόνο φάρμακο για κάθε απώλεια, για κάθε τραύμα, είναι να συνεχίζεις να κάνεις κουπί, να αρμενίζεις πάντα προς τη ζωή. Στα «Χρυσά Κουπιά», όταν ο μπαμπάς αρρωσταίνει, η μαμά στέλνει τα κορίτσια στον παππού τους που δεν γνωρίζουν, σ’ έναν τόπο που δεν έχουν ξαναπάει ποτέ. Τα κορίτσια σιγά-σιγά θα αγαπήσουν τον καινούργιο τόπο και τους ανθρώπους του που νοιάζονται για τους άλλους. Και μ’ έναν τρόπο θα εξημερωθούν οι φόβοι τους.
Έχοντας μεγαλώσει σε επαρχία -στη Λάρισα και τα καλοκαίρια στον Πλαταμώνα-, αγαπάω τους μικρούς τόπους και μ’ έναν τρόπο τους θεωρώ θεραπευτικούς. Δεν είναι μόνο η φύση, είναι και οι άνθρωποι που μοιράζονταν λύπες και χαρές. Οι πόρτες παλιότερα ήταν πάντα ανοιχτές. Ακούγαμε τον πόνο του άλλου. Στις μεγάλες πόλεις είναι δυσκολότερα.
*Αρα η Λάρισα «υπάρχει» στις ιστορίες σας;
-Λέω πάντα πως ο καθένας είναι οι ιστορίες του. Αυτά που έζησε. Αυτά που μοιράστηκε. Έτσι κι εγώ όταν γράφω ένα βιβλίο είμαι ολόκληρη εκεί. Το από πού έρχομαι και το πού θέλω να πάω. Οι μνήμες μου είναι η προσωπική μου γεωγραφία. Τα παιδικά μου χρόνια είναι πεδιάδες, βουνά, θάλασσες και πόλεις. Είχα την ευτυχία να μεγαλώσω σ’ ένα σπίτι ανοιχτό, που ήταν για μένα πάντα μια μεγάλη αγκαλιά και θα είναι πάντα μαζί με τον τόπο μου η προσωπική μου δεξαμενή.
*Έχετε τιμηθεί με πολλά βραβεία, όπως τα: Βραβείο του Ελληνικού Τμήματος της IBBY, Βραβείο του περιοδικού Διαβάζω, Κρατικό Βραβείο, ενώ είστε υποψήφια για το Διεθνές Βραβείο Hans Christian Andersen 2022. Πώς αισθάνεστε; Τι είναι για σας τα βραβεία;
-Δεν σας κρύβω πως πάντα χαίρομαι με τα βραβεία. Παρ’ όλ’ αυτά δεν ξεχνώ κάτι που έλεγε μια αγαπημένη φίλη, η Μελίνα Καρακώστα: «Κάνουμε βιβλία κι όχι βραβεία». Κάθε φορά στόχος είναι να βρεις τον καλύτερο τρόπο να πεις την ιστορία σου κι όχι το βιβλίο να αποσπάσει βραβεία. Δεν σας κρύβω επίσης πως είμαι πολύ περήφανη που είμαι για δεύτερη φορά υποψήφια του βραβείου που έχει το όνομα του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Θέλω να ευχαριστήσω για άλλη μια φορά το Ελληνικό Τμήμα της IBBY γι’ αυτήν τη μεγάλη τιμή που μου έκανε.
*Ποιο είναι για σας καλό παραμύθι;
-Αγαπώ πολύ τα παραμύθια. Κανένα παραμύθι δεν λέει πως η ευτυχία σε περιμένει σ’ ένα συρτάρι, αντίθετα, λέει πως αν θες να φτάσεις στο ελιξίριο της ευτυχίας, πρέπει να διασχίσεις το σκοτεινό δάσος και να πολεμήσεις όλους τους φόβους σου. Γενικότερα όμως ένα καλό βιβλίο είναι όταν απολαμβάνεις την ανάγνωσή του. Όταν σε ταξιδεύει, όταν καταφέρει να σε παρασύρει στον κόσμο του και μ’ έναν μαγικό τρόπο να νιώσεις ότι μιλάει για σένα. Μπορεί να κάνουμε μεγάλες συζητήσεις για τη φόρμα, τον ρυθμό, την πρωτοτυπία, αλλά αυτό μπορεί να αφορά τους κριτικούς. Για τον αναγνώστη, σημασία έχει τι τον πότισε το βιβλίο που διάβασε, τι θ’ αφήσει στις «τσέπες» του, αυτό που θα τον κάνει να επιστρέφει στις σελίδες του, η συγκίνηση, η παρηγοριά.
*Τι σας εμπνέει;
-Η καθημερινότητα. Πιστεύω πως ένας συγγραφέας δεν μπορεί να είναι αδιάφορος για όσα συμβαίνουν γύρω του. Οι ιστορίες μου ξεκινούν συνήθως από έναν ήρωα. Αλλά μπορεί μια ιστορία να ξεκινήσει από μια ιδέα, μια φράση, μια εικόνα. Ένα μικρό δικό μου «γιατί» σφηνωμένο σε όλα αυτά που είμαι. Από την άλλη έμαθα πως τα θαύματα κρύβονται στις πιο απλές καθημερινές στιγμές. Αυτό μ’ εμπνέει για τα βιβλία, αλλά και για να επιβιώνω από τις δυσκολίες και να προχωρώ. Ψαρεύοντας θαύματα στην καθημερινότητα. Να χωράω σ’ ένα κουτί από σπίρτα και να ονειρεύομαι. Μήπως και η ζωή μας δεν είναι σαν ένα μικρό κουτί από σπίρτα στον μεγάλο κόσμο;
*Το παιδικό βιβλίο -αλλά και το βιβλίο γενικότερα- δέχεται την τρομακτική «πίεση» από τον ηλεκτρονικό / ψηφιακό κόσμο. Πού πιστεύετε ότι θα πρέπει να επενδύσουμε ως χώρα για να αυξηθεί το ποσοστό της παιδικής -και όχι μόνο- αναγνωσιμότητας;
-Οι εποχές αλλάζουν. Θα ήταν αφελές σήμερα να πούμε στα παιδιά πως πρέπει να κλείσουν τους υπολογιστές και να ανοίξουν τα βιβλία. Το ζητούμενο είναι σ’ αυτόν τον καινούργιο κόσμο να συνεχίσουν να απολαμβάνουν όχι μόνο τα βιβλία, αλλά και την τέχνη γενικότερα. Μακάρι να είχα την απάντηση. Είμαι σίγουρη όμως πως όλα τα πράγματα θέλουν προπόνηση. Ας μην τινάζουμε λοιπόν εμείς οι μεγάλοι την ευθύνη από πάνω μας.
Ένα παιδί που το φυτεύουμε μπροστά στην τηλεόραση και μετά στον υπολογιστή, φυσικά δεν έχει σχέση με τα παιδιά που μεγάλωναν στις γειτονιές παίζοντας. Στην παιδική ηλικία γεμίζουμε τις αποθήκες με τα απαραίτητα υλικά για να χτίσουν τα παιδιά μας τα όνειρά τους, τα θέλω τους. Έχοντας μεγαλώσει δύο παιδιά που αγαπούν τα βιβλία, που τρέχουν στα θέατρα κι απολαμβάνουν τις ταινίες σε κινηματογραφικές αίθουσες μαζί με τους φίλους τους, μόνο μια συμβουλή θα είχα να δώσω στους νέους γονείς. Κάντε πράγματα με τα παιδιά σας. Χαρίστε χρόνο στα παιδιά για να πάτε βόλτες, μικρές εξερευνήσεις και μεγάλες περιπέτειες. Τα παιδιά που αγάπησαν από μικρά τα βιβλία, τη φύση, τις εκδρομές δεν τα φοβάμαι. Θα ταξιδεύουν πάντα κι ας έχουν στην πλάτη τους και τον υπολογιστή τους. Δεν πειράζει. Αρκεί να ταξιδεύουν για τη χαρά.
*Σε δύο μήνες σχεδόν συμπληρώνονται δύο χρόνια χωρίς τον Θάνο Μικρούτσικο. Πώς είναι η ζωή χωρίς αυτόν; Κρύβετε ίσως λιγάκι από τον ψυχισμό και τη φιλοσοφία του στο έργο σας;
-Είχα την τύχη να ζήσω πολλά χρόνια δίπλα σ’ έναν σπουδαίο παραμυθά, σ’ έναν μεγάλο δημιουργό κι έναν ακούραστο αγωνιστή της ζωής. Έναν άνθρωπο που μας έμαθε πως η ζωή είναι δώρο και γι’ αυτό δεν πρέπει να σπαταλάμε ούτε στιγμή. Έναν δημιουργό που έκανε τη ζωή του τέχνη και την τέχνη του ζωή. Κι εμάς, την οικογένειά του, μας εφοδίασε για πάντα με το πάθος του και την πίστη του πως μόνο ένας τρόπος υπάρχει, να αγωνίζεσαι, να προχωράς, να ονειρεύεσαι. Ό,τι κι αν κάνω λοιπόν θα ακολουθώ την πυξίδα του Θάνου που αναζητούσε πάντα έναν καλύτερο κόσμο, μια κοινωνία δικαιότερη για όλους.