Τα κατειλημμένα καθίσματα (ή και γενικώς τα καθίσματα) θα είναι πολύ λιγότερα στην πλατεία και οι θεατές θα έχουν τη δυνατότητα να βγουν από την αίθουσα όποια στιγμή θελήσουν, αφού τα διαλείμματα θα πρέπει μάλλον να καταργηθούν, προς αποφυγή συνωστισμού.
Αυτά τουλάχιστον είναι τα πλάνα των υπεύθυνων στο Berliner Ensemble, το θέατρο που ίδρυσε στα 1949 ο Μπέρτολ Μπρεχτ, δίπλα στον ποταμό Spree. Την περασμένη εβδομάδα αφαιρέθηκαν τα 500 από τα 700 καθίσματα από την κεντρική αίθουσα παραστάσεων, ώστε να εξασφαλιστούν οι αποστάσεις 1,5 μέτρου που απαιτούν οι κυβερνητικές οδηγίες. «Θα μπορούσαμε απλώς να μπλοκάρουμε κάποια καθίσματα ή να αφαιρέσουμε ολόκληρες σειρές, αλλά θα φαινόταν ερειπωμένο», δήλωσε στον Guardian ο καλλιτεχνικός διευθυντής Oliver Reese. Αντ’ αυτού, αφαιρέθηκαν από κάθε σειρά τα περισσότερα καθίσματα, ενώ από όσα παρέμειναν, το 70% είναι σε δυάδες και τα υπόλοιπα μονά. «Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που θα αγκιστρωθεί στη συναισθηματική μνήμη των ανθρώπων», λέει ο Reese. «Θα είναι μια καινούρια εμπειρία, με καινούργια τελετουργικά». Λιγότεροι θεατές ωστόσο σημαίνει και λιγότερα έσοδα, ζημία την οποία τα θέατρα και ιδιαίτερα οι μικρές θεατρικές σκηνές ευελπιστούν να καλύψουν μέσω κρατικών επιδοτήσεων.
ANAΓΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Η πανδημία επηρεάζει και τις παραγωγές. Ένα καινούριο θεατρικό έργο του Βέλγου σκηνοθέτη Luk Perceval αναβλήθηκε για περισσότερο από έναν χρόνο στο συγκεκριμένο θέατρο, καθώς απαιτούσε την ταυτόχρονη παρουσία πάρα πολλών θεατών επί σκηνής. Μια άλλη παραγωγή του Μάκβεθ κόπηκε, καθώς το σενάριο ήθελε ηθοποιούς να φιλιούνται, ενώ η κοινωνική αποστασιοποίηση θα είναι το ίδιο δύσκολο να επιτευχθεί και στα παρασκήνια. Γι’ αυτόν τον λόγο, όταν το θέατρο Schaubühne ανοίξει τον Οκτώβριο στο Βερολίνο, μετά από μακροχρόνια ανακαίνιση, θα ξεκινήσει με έναν μονόλογο του Ελβετού σκηνοθέτη Milo Rau και μία παράσταση ενός ατόμου, βασισμένη στο αριστούργημα του Χένρικ Ίψεν, Πέερ Γκυντ. Έχοντας διαβάσει βιογραφίες του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου, Thomas Ostermeier, διατηρεί την αισιοδοξία του πως το κοινό θα επιστρέψει, μόλις οι πόρτες ανοίξουν. «Μεταξύ του 1603 και του 1610, το London Globe έκλεισε επανειλημμένα για ολόκληρους μήνες, εξαιτίας της βουβωνικής πανώλης. Παρ’ όλα αυτά εκείνη ήταν χρυσή περίοδος για το θέατρο. Αισιοδοξώ πως τα θέατρα θα επιβιώσουν και σε αυτήν την πανδημία. Ο πόθος για μία κοινή εμπειρία, για να γελάσουμε μαζί και να αναπνεύσουμε μαζί, δεν είναι κάτι που μπορείς να ακυρώσεις ή να αντικαταστήσεις με το live stream».