«ΣΕΡΡΑ – Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ». Ο κορυφαίος λογοτέχνης της γενιάς του, όπως έχει χαρακτηριστεί από το αναγνωστικό κοινό και έγκριτους δημοσιογράφους, αποτυπώνει αριστοτεχνικά την ψυχή του Ποντιακού Ελληνισμού στις 640 σελίδες του μυθιστορήματός του, που ξεκινάει το 1915 ενόψει του εκτοπισμού των Αρμενίων απ’ την Τραπεζούντα. Στο παρασκήνιο της μυθοπλασίας ιχνογραφείται ο Πόντος μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών, η ομογενοποίηση των φυλών με συνδετικό κρίκο μα και άλλοθι τη θρησκεία, ο φόβος, η μισαλλοδοξία και ο εθνικισμός που ενσπείρουν οι Νεότουρκοι και στη συνέχεια οι Κεμαλιστές, η καθημερινή ζωή στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, οι διώξεις των Ελλήνων επί Στάλιν, τα στρατόπεδα εργασίας στη Σιβηρία και οι στέπες του Καζακστάν με αφόρητους καύσωνες το καλοκαίρι και σφοδρό ψύχος τον χειμώνα, οι πόθοι, τα πάθη και τα δεινά των Ποντίων.
«Αννα, σορόρ»
Συγγραφέας: Μαργκερίτ Γιουρσενάρ,
μετάφραση του Σπύρου Γιανναρά
Το «Αννα, σορόρ» («Αννα, αδερφή μου» στην ελληνική μετάφραση) γράφτηκε σε διάστημα μερικών εβδομάδων την άνοιξη του 1925, κατά τη διάρκεια παραμονής της Γιουρσενάρ στη Νάπολη και ξαναδουλεύτηκε το 1935. Ο τίτλος παραπέμπει στον Ελ Γκρέκο, ως έμμεση αναφορά στον σπασμωδικό και τρεμάμενο τρόπο του μεγάλου ζωγράφου από το Τολέδο, σαν μια λαμπάδα που αναλίσκεται πολύ γρήγορα. Όπως λέει η συγγραφέας, με το βιβλίο «γεύτηκα για πρώτη φορά το υπέρτατο προνόμιο του μυθιστοριογράφου, το να χάνεσαι ολόκληρος μέσα στους χαρακτήρες σου ή να αφήνεις να σε στοιχειώνουν». Πρόκειται για έναν έρωτα ανάμεσα σε έναν αδερφό και μια αδερφή, δηλαδή για ένα είδος «υπέρβασης, το οποίο είθισται να εμπνέει τους ποιητές που καταπιάνονται με μια οικειοθελή πράξη αιμομιξίας. Από την Αναγέννηση ως τα χρόνια μας με το θέμα έχουν ασχοληθεί μεγάλοι συγγραφείς όπως ο Τζων Φορντ, ο Μοντεσκιέ, ο Μπάυρον, ο Σατωβριάνδος, ο Γκαίτε, ο Τόμας Μανν και πολλοί άλλοι. Ίσως να μπορούμε να πούμε πως για τους ποιητές εξελίχθηκε γρήγορα σε σύμβολο όλων των ερωτικών παθών, τα οποία ξεσπούν με ακόμα μεγαλύτερη βιαιότητα, καθώς πλέον ούτε συγκρατούνται ούτε τιμωρούνται, αλλά ούτε και κρύβονται».
Για ένα τανγκό στη Σμύρνη
Συγγραφέας: Γιώτα Γουβέλη
Ένας μεγάλος έρωτας στην αγκαλιά
της Ιστορίας
Ανήμερα του Ευαγγελισμού του 1917, ο παπα-Κυριάκος ψάλλει το ανάθεμα «στον προδότη Βενιζέλο», ενώ η νεαρή Λευκιώ, προσφυγοπούλα από τη Σμύρνη μετά τους πρώτους διωγμούς στη Μικρασία, ακούει να ψιθυρίζουν ένα συνταρακτικό νέο: η μάνα του καλού της, η τρομερή Καλογρίβαινα, έπεσε του θανατά από τη φονική επιδημία που θέριζε την περιοχή. Η Καλογρίβαινα, με λυσσαλέα έχθρα για τις «παστροσμυρνιές» που εγκαταστάθηκαν κατατρεγμένες στα μέρη τους, ήταν το αξεπέραστο εμπόδιο στον έρωτα των δύο παιδιών. Και τώρα έβγαινε από τη μέση. Ομως, την κρίσιμη στιγμή το κακό συμμαχεί με τη μοίρα και το γαϊτανάκι των δραματικών εξελίξεων φέρνει τη Λευκιώ αντιμέτωπη με το φάσμα της κρεμάλας. Πάνω στην αγωνία της να σωθεί, η Λευκιώ θα συρθεί σε άλλους τόπους, στο σκοτάδι και στην ατίμωση, ενώ η βοή του πολέμου πλησιάζει. Ονειρική Σμύρνη, μεγαλοαστική Αθήνα, δημοτικιστές, καθαρευουσιάνοι, σοσιαλιστές, Μικρασιατική εκστρατεία, οι κομβικοί σταθμοί του πεπρωμένου της. Και το όνειρο για ένα τανγκό με τον αγαπημένο της στο Και της Σμύρνης, ο φωτεινός της φάρος μέσα στη θύελλα.