Το θέατρο του παραλόγου έχει την τιμητική του και θα την έχει όταν τελειώσει όλο αυτό. Ο ρεαλισμός θα μας θυμίζει, ίσως, την κανονικότητα που ζούσαμε και που διακόπηκε τόσο απότομα. Οι νέες μορφές επαφής που αναπτύσσονται θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό και την τέχνη μας, το θέατρο. Ελπίζω, πως όταν όλο αυτό τελειώσει οι άνθρωποι να συγκινούνται περισσότερο από τη ζωντανή αυτή τέχνη που γεννιέται και πεθαίνει στο σήμερα και στο τώρα. Να περιμένουμε το τρίτο κουδούνι να ξεκινήσει μία παράσταση και να μην θέλουμε να χτυπήσει, για να χαρούμε περισσότερο τη συνύπαρξή μας δίπλα-δίπλα πριν χαμηλώσουν τα φώτα της «πλατείας». Η κάθε παράσταση ξεκινάει από τη στιγμή που εισερχόμαστε στο θέατρο και καθόμαστε στη θέση μας. Το είχαμε ξεχάσει αυτό, είχαμε ξεχάσαμε βασικά πράγματα γι’ αυτό ασχολούμασταν με τα κινητά μας, γελούσαμε, σαχλαμαρίζαμε κ.λπ. μέχρι να χαμηλώσουν τα φώτα. Ελπίζω να ξανά ορίσουμε τη θεατρική πράξη λοιπόν από το μηδέν, να συγκινηθούμε από τις ανάσες και τον ιδρώτα της σκηνής ως θεατές σε τέτοιο βαθμό που να θελήσουμε να πιάσουμε το χέρι του διπλανού μας. Αυτό ελπίζω, αυτό θα ήθελα να δω και να βιώσω όταν επιστρέψουμε στην κανονικότητα. Γιατί θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα και είναι στο χέρι μας να την ορίσουμε εξαρχής σε κάθε πτυχή της κοινωνικής μας ζωής με βάση αυτά που είχαμε ξεχάσει, καθώς αν κάτι φαίνεται ήδη από όλη αυτή την κατάσταση είναι ότι είχαμε χαθεί εμείς ως άνθρωποι, ως κοινωνικά όντα, ως δημιουργοί και ως κοινωνοί της φαντασίας, της εξέλιξης και της δημιουργικότητας. Όλα αυτά φαίνονται ήδη από την 10η μέρα χωρίς χειραψίες, αγκαλιές, ανάσες και συνύπαρξη. Έχουμε δρόμο μπροστά μας.
Υπάρχει πολύ υλικό αυτές τις μέρες γύρω μας, υλικό σπάνιο με το οποίο μπορούμε να δώσουμε μία άλλη διάσταση στη θεατρική πράξη την επόμενη μέρα γιατί όπως λέει και ο Άμλετ, «Η τέχνη δεν ανέχθηκε ποτέ ό,τι είναι έξω από το μέτρο της και πάντα το θέατρο σήκωνε ψηλά έναν καθρέφτη για να κοιτάζεται η φύση». Να υψώσουμε αυτόν τον καθρέφτη λοιπόν, να εκθέσουμε με την πρώτη ευκαιρία όλο αυτό που συμβαίνει, να παρουσιάσουμε στο τώρα και το σήμερα όλη αυτή τη συσσώρευση ενέργειας και την έλλειψη επαφής. Το παράλογο είναι παράλογο όχι γιατί δεν το έχουμε βιώσει και άλλες φορές, άλλωστε μην ξεχνάμε ότι ζούμε στην εποχή της αντιστροφής των εννοιών όπου το παράλογο είναι φυσιολογικό και το αντίστροφο, αλλά επειδή τώρα είναι πιο κοντά από ποτέ και το βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας.
Βλαδίμηρος: Λοιπόν τι θα κάνουμε;
Εστραγκόν: Τίποτα. Το φρονιμότερο.
Β. : Ας περιμένουμε να δούμε τι θα μας πει.
Εστ.: Ποιος;
Β.: Ο Γκοντό.
Εστ.: Καλή ιδέα.
(Αποσπάσματα από το "Περιμένοντας τον Γκοντό" του Σάμιουελ Μπέκετ)
Ο Ηρακλής Τζαφέτας είναι ηθοποιός του Θεσσαλικού Θεάτρου, ιδρυτής του θεατρικού εργαστηρίου +Πλην.
Από τον Ηρακλή Τζαφέτα