Για την παράσταση της Χρυσούλας Χρήστου η κριτικός Λογοτεχνίας Αριστέα Τσάντζου έγραψε:
Γραμμένα για το ραδιόφωνο, τα μονόπρακτα του Κοκτώ, γρήγορα κατέκτησαν την «αβάν γκαρντ» σκηνή του Παρισιού. Στην Ελλάδα, η Έλλη Λαμπέτη το 1971, είναι η πρώτη που ερμηνεύει τους μονολόγους του Κοκτώ, λέγοντας χαρακτηριστικά, πως ήταν οι πιο δύσκολοι ρόλοι που υποδύθηκε ποτέ.
«Μαγικά» στα Μονόπρακτα, συγχέεται το φαίνεσθαι και το είναι. Το αντικείμενο και η αντανάκλασή του στον καθρέφτη, η ψευδαίσθηση και το αληθινό. Αν και πρόκειται για τρεις διαφορετικές ιστορίες, υπάρχει εσωτερικό δέσιμο που οφείλεται στην συγκροτημένη ποιητική σκέψη του Κοκτώ. «Είμαι», λέει ο συγγραφέας/ ηθοποιός, «ένας ψεύτης που λέει πάντα αλήθεια», προσδιορίζοντας συγχρόνως με αυτόν τον τρόπο την θεατρική φύση, την ποιητική του τέχνη. Στο «Πανηγύρι» το παιχνίδι του φαίνεσθαι/είναι, αρχίζει δυναμικά: η γυναίκα-ηθοποιός υποδύεται τον άντρα και ο άντρας βάφει λευκό το πρόσωπο του από την άχνη των λουκουμάδων. Μάσκα, ή καθρέφτης ή και αποκάλυψη μαζί. Βρίσκεται σε λούναπαρκ, γεμάτο κόσμο, κυνηγά την κοπέλα που ερωτεύτηκε απόλυτα. Εκείνη ωστόσο εμφανίζεται και εξαφανίζεται μες το πλήθος. «Πώς σε λένε;», ρωτάει, μα εκείνη δεν του αποκαλύπτει: «θα σου πω πιο μετά». Ό,τι δεν έχει όνομα, υπάρχει; Ο μεγάλος έρωτας είναι ουτοπία;
Στην «Ανθρώπινη φωνή», πριν ακόμα αρχίσει η παράσταση, βλέπουμε την ηθοποιό να ξεντύνεται, να αλλάζει ρούχα στο βάθος της σκηνής-ευρηματική επιλογή της Χρήστου, να ξαφνιάσει εκ νέου τον θεατή αμφισβητώντας κατά κάποιο τρόπο τον τόπο: είμαστε στη σκηνή ή στο καμαρίνι; Το μονόπρακτο θα παιχτεί πίσω από κουρτίνα, ως θέατρο σκιών. Διαγράφεται η σιλουέτα της γυναίκας/ηθοποιού, σαν βυθισμένη στο νερό, στην άλλη πλευρά του καθρέφτη. Ακούγεται μόνο η δική της φωνή να μιλά στο τηλέφωνο με τον αγαπημένο. Το καλώδιο σηματοδοτεί την επικοινωνία, που γίνεται προβληματική, και στο τέλος το μέσο της αυτοκαταστροφής.
Στην «Ψεύτρα», η ερμηνεία της Χρυσούλας Χρήστου πλησιάζει περισσότερο το πνεύμα τού Κοκτώ από ό,τι η Έλλη Λαμπέτη. Αν και κρατά τον θηλυκό τίτλο «Η Ψεύτρα» («Ο Ψεύτης», στο πρωτότυπο του Κοκτώ) εντούτοις η ηθοποιός υποδύεται τον άντρα. Φορά γυαλιά, καπέλο και μοιάζει να κρύβεται ενώ «φαίνεται» επί σκηνής: «λέω ψέματα, κι αν λέω ψέματα ότι λέω ψέματα, άρα λέω την αλήθεια». Ευρηματικός ρητορικός μονόλογος που γρήγορα θα περάσει από την ηθοποιό στον θεατή, για να αμφισβητηθεί και η δική του ιδιότητα. Άραγε ο κόσμος κατά πόσο μπορεί να κρίνει; Είναι αρμόδιος να κρίνει; Εξαιρετική η Χρυσούλα Χρήστου, προσαρμόζει με τη διπλή ιδιότητα του σκηνοθέτη-ηθοποιού σφαιρικά το έργο στο απόλυτο σήμερα. Χρησιμοποιεί την τεχνολογία της κινηματογραφικής εικόνας, του ήχου, αλλά και μπαλόνια, ομπρέλες, γυαλιά για να δημιουργήσει ένα παράξενο κόσμο σε άσπρο-μαύρο. Σαν ακροβάτης ανεβοκατεβαίνει σκάλες, καρέκλες, παίζοντας ανάμεσα σε μαύρες σκιές ή δεσμίδες φωτός, δημιουργώντας δυνατές εικόνες που εντυπώνονται μέσα μας.