2016: Βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα. Η πρόοδος, η τεχνολογία και τα επιστημονικά επιτεύγματα έφθασαν τόσο ψηλά τον σύγχρονο άνθρωπο, που πλέον έπαψε να «βλέπει», τα αποτελέσματα της οικονομικής και ηθικής παγκόσμιας κρίσης. Έπαψε να «συναισθάνεται» και ενοχλείται αισθητικά από την ένδεια, τον ανθρώπινο πόνο και τα καραβάνια των πονεμένων ψυχών της προσφυγιάς. Οι Ευρωπαϊκοί διπλωματικοί συσχετισμοί αποτελούν το εκτελεστικό απόσπασμα αθώων πολιτών του κόσμου. Του κόσμου ΜΑΣ! Το θέατρο, μέσα από την μεστή, συνήθως ψυχαγωγική και αμερόληπτα καταγγελτική του «γλώσσα», προσφέρει την ουσιαστική οπτική του φαινομένου της ζωής και του κόσμου.
H διαχρονική «γλώσσα» του θεάτρου:
Η τέχνη του θεάτρου, ανέκαθεν αποτελούσε το διαχρονικότερο γλωσσικό και εκφραστικό μέσο «συνομιλίας». Έργα μεγάλων θεατρικών συγγραφέων, των περασμένων αιώνων παρουσιάζονται και σήμερα με την ίδια ζέση, την ίδια ανταπόκριση και το ίδιο «άγγιγμα» της επικαιρότητας. Κι αυτό γιατί η θεματολογία τους, σε συνδυασμό με την διάλεκτο- «γλώσσα», που χρησιμοποιούν, αγγίζουν τις βαθύτερες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα έργα των Μ. Μπρεχτ και Χ. Πίντερ φέρει ειπείν, καλύπτουν την κοινωνική και πολιτική ύπαρξη του ανθρώπου, καθώς και των Μ. Μπέκετ και Ε. Ιονέσκο που επικεντρώνονται σε αμιγώς υπαρξιακές αναζητήσεις. Ως εκ τούτου, η θεατρική «γλώσσα», δεν μένει σε επιφανειακές αναλύσεις γεγονότων ή καταστάσεων, αλλά ανιχνεύει την ουσία των πραγμάτων, καταγράφει την εποχή της, διαπαιδαγωγεί και διασκεδάζει. Η δυναμική του θεατρικού λόγου ξεπερνά την ιστορική καταγραφή των πραγμάτων και υπερτερεί λόγω του συναισθήματος που εκπέμπει. Η «γλώσσα» του θεάτρου έχει διττό χαρακτήρα. Εν πρώτοις καλύπτει έννοιες όπως η επιβίωση, η διαφθορά, η αναζήτηση της αλήθειας, οι κοινωνικές σχέσεις και δομές, η λειτουργία του πολιτεύματος, οι ατομικές ελευθερίες και τα δικαιώματα του ατόμου εν σχέση με την υπόστασή του. Τα έργα των Αριστοφάνη, Ίψεν, Γκόγκολ, όπως και των σύγχρονων σπουδαίων Ελλήνων συγγραφέων, των Ψαθά, Σακελλάριου, ακόμα και νεοτέρων, του Μουρσελά και τόσων άλλων, όχι απλά αποτυπώνουν τις αγωνίες του ανθρώπου, (με κωμωδίες ή τραγωδίες), αλλά νοηματοδοτούν την ζωή του. Επομένως ο θεατρικός λόγος, με την βοήθεια του τρίπτυχου ηθοποιοί- κείμενο- σκηνοθέτης, καθιστά αναγκαία την ύπαρξη του, για ένα βασικό λόγο. Έχει τα στοιχεία της μίμησης, Αναπαρίσταται δηλαδή επάνω στη σκηνή, η κατάσταση, η «συνθήκη», του κάθε έργου. Παραγράφεται ο παράγοντας της περιγραφικής επισκόπησης γεγονότων και υποκαθίσταται από την -τρόπον τινά-, «ρεαλιστική», ανταπόδοση. Έτσι η «γλώσσα» του θεάτρου, γεννά τον λυγμό, το γέλιο, το δάκρυ, την καταγγελία, την «πτώση» και την «ανύψωση».
Η δεύτερη συντεταγμένη του θεατρικού λόγου, περιλαμβάνει τα μηνύματα των έργων, που δεν συνίστανται στην εκφορά του λόγου. Είναι η παύση, η σιωπή, ο αναστεναγμός, ο ψυχικός πόνος, το χαμόγελο. Τα βαθύτερα δηλαδή εκφραστικά μέσα- εργαλεία των θεατρικών έργων, που ενισχύουν την δυναμική της «γλώσσας» του θεάτρου. Η ενσάρκωση των ρόλων δίνει μιαν άλλη δυναμική στο θεατρικό κείμενο. Βοηθάει στην «ρήξη» με το επιβεβλημένο, το ανούσιο και το ιδιοτελές, το φτηνό «εικαστικό», υπερτερεί έναντι της ξύλινης «γλώσσας» του οικονομικού, πολιτικού η κοινωνικού τομέα. Η διαφορά εν τέλει μεταξύ του θεατρικού λόγου και άλλων ρητορικών «αναλύσεων», επικεντρώνεται στο ότι μιλάμε για όρους ψυχικής αναζήτησης και ταυτότητας και για «ανέγγιχτα» ψελλίσματα.
Στέλιος Ντικούλης, ηθοποιός