ΑΘΗΝΑ
Η Ευρωζώνη μπορεί να λάβει λίγο περισσότερα μέτρα στην κατεύθυνση της επιμήκυνσης των περιόδων αποπληρωμής του ελληνικού χρέους και της αναβολής πληρωμής τόκων του, αλλά δεν θα υπάρξει «ονομαστικό κούρεμα», δήλωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ.
Τόνισε ότι δεν μπορεί να αναφερθεί συγκεκριμένα, αν είναι ρεαλιστικό να συμβεί αυτό που περιέγραψε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην έκθεση του Ιουλίου, ότι δηλαδή για να γίνει βιώσιμο το ελληνικό χρέος, θα πρέπει να παραταθεί κατά 40 χρόνια η περίοδος αποπληρωμής του και κατά 20 χρόνια η περίοδος χάριτος.
«Οι θεσμοί θα αξιολογήσουν τη βιωσιμότητα του χρέους ξανά στην αρχή του επόμενου έτους, λαμβάνοντας υπόψη το τρέχον οικονομικό περιβάλλον. Κατόπιν, θα δούμε τι είναι πραγματικά αναγκαίο», δήλωσε.
Η άποψη αυτή του ΔΝΤ, είπε, δεν έχει συζητηθεί στην Ευρωζώνη ή με το Ταμείο και πρόσθεσε ότι «η ελληνική οικονομία τα πάει καλύτερα τώρα από ότι τον Αύγουστο που συμφωνήθηκε το πρόγραμμα» και ότι τα επιτόκια είναι χαμηλότερα, καθώς ο ESM μπορεί να δανείζει την Ελλάδα με λιγότερο από 1%.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε ότι είναι ενδεχόμενο να δοθεί στην Ελλάδα τμηματικά η ελάφρυνση του χρέους της για να συνδεθεί με όρους πολιτικής που πρέπει να εφαρμόσει μετά τη λήξη του προγράμματος τον Ιούλιο του 2018. «Είναι μία πιθανότητα για να υπάρχουν όροι πολιτικής για μεγαλύτερο διάστημα», είπε, προσθέτοντας:
Ο Ρέγκλινγκ σημείωσε ότι αυτό που θα συζητηθεί για το χρέος «θα βοηθήσει περισσότερο μεσοπρόθεσμα».
«Το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ έως το 2022 είναι μικρότερο από ότι σε πολλές χώρες - μέλη. Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να κάνουμε εδώ. Πρόκειται περισσότερο για το να διασφαλίσουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της μεσοπρόθεσμα. Θα είναι και ένα σημαντικό μήνυμα στις αγορές, ότι δεν πρέπει να ανησυχούν γι' αυτό και ότι μπορεί να επενδύσουν ξανά στην Ελλάδα».
Αναμένει, όπως είπε, ότι το ΔΝΤ θα λάβει μέρος στη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος σε κάποιο χρονικό σημείο το επόμενο έτος, σημειώνοντας ότι η συμμετοχή του μπορεί να είναι πολύ μικρότερη από ότι στο παρελθόν.
«Το ποσό θα είναι μικρό. Δεν είναι, όπως στο πρώτο ελληνικό πρόγραμμα, όταν το ΔΝΤ συνέβαλε το ένα τρίτο. Πιο πρόσφατα, στην Κύπρο ήταν κάτω από 10%».
Πρόσθεσε ότι το Ταμείο περιμένει κάποιες σημαντικές αποφάσεις, όπως τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού και την εξέλιξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους.
Κανένα σενάριο για Grexit
Σε ερώτηση, σε ποια φάση βρίσκεται η Ελλάδα όσον αφορά την προσαρμογή της οικονομίας της, είπε ότι από δημοσιονομικής πλευράς έχουν γίνει τα περισσότερα από όσα χρειάζονταν και ότι και στο μέτωπο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έχουν γίνει αρκετά, προσθέτοντας:
«Υπάρχουν ακόμη αρκετά να γίνουν. Για παράδειγμα, το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα είναι το πιο ακριβό στην Ευρώπη. Κάτι πρέπει να γίνει για αυτό, όλοι συμφωνούν. Η φορολογική διοίκηση πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω».
Τόνισε ότι το σενάριο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ δεν τίθεται τώρα από κανένα. «Τώρα δεν αποτελεί (μία έξοδος από το ευρώ) μέρος σεναρίου κανενός», δήλωσε.
«Από όσα βλέπω από τον Αύγουστο/Σεπτέμβριο, είναι πολύ σαφές ότι η (ελληνική) κυβέρνηση επιθυμεί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις. Δεν είναι πάντα εύκολη η συμφωνία στις λεπτομέρειες, αλλά η κατεύθυνση είναι πάλι πολύ σαφής», δήλωσε.
ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΡΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
Σαφής ότι δεν υπάρχει πλέον ο κίνδυνος «κουρέματος» καταθέσεων στην Ελλάδα, εμφανίστηκε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στους θεσμούς, Ντέκλαν Κοστέλο, επισημαίνοντας ότι -αν και είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί πότε θα αρθούν τα capital controls- εάν μια επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών συνοδευτεί με μία επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι μπορούν να περιοριστούν ταχύτερα.
Μιλώντας στο 26ο Ετήσιο Συνέδριο «Η ώρα της ελληνικής οικονομίας» που διοργανώνει το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο, προανήγγειλε μια νέα ρύθμιση του χρέους με όρους, αλλά δήλωσε αντίθετος στις σκέψεις για αύξηση των εργοδοτικών εισφορών στο πλαίσιο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, λέγοντας πως αυτή δεν θα βοηθήσει στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Ειδικότερα για το ζήτημα του χρέους, δήλωσε ότι «το ζήτημα δεν είναι εάν θα υπάρξει ρύθμιση χρέους, αλλά το πώς και με ποιους όρους».
Για να συνεχίσει, λέγοντας ότι «προφανώς και θα υπάρχουν συνθήκες για τη νέα ελάφρυνση του χρέους: να εφαρμόζει (η κυβέρνηση) πλήρως το πρόγραμμα και να είναι σαφής ως προς τις μακροπρόθεσμες πολιτικές».
Προσέθεσε δε, ότι πρέπει να εξεταστεί η δομή του χρέους, καθώς υπάρχει μεγάλη απαίτηση αποπληρωμής το 2022, και θα πρέπει οι αποπληρωμές να είναι προσιτές σε ετήσια βάση.
«Θα πρέπει να δούμε και πώς μπορούν να ενσωματωθούν και οι αναπάντεχες εξελίξεις. Είναι κρίσιμο να υπάρξει σταθερή κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το πρόγραμμα», επισήμανε.
Σε ερώτηση για τις πληροφορίες για επικείμενη αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, ο κ. Κοστέλο απάντησε ότι η αύξηση των εργοδοτικών εισφορών δεν θα βοηθήσει στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, προσθέτοντας ότι «πρέπει να δούμε το σύνολο της μεταρρύθμισης. Θα δούμε και τη μεταρρύθμιση στη φορολογία εισοδημάτων».
Είπε ότι οι θεσμοί αναμένουν προτάσεις από το υπουργείο Εργασίας οποτεδήποτε, πιθανόν και εντός του Δεκεμβρίου, για να αρχίσει η συζήτηση για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση.
Επίσης ανέφερε ότι «το ελληνικό σύστημα παρέχει αντικίνητρα για να παραμένει κάποιος στην αγορά εργασίας», αλλά διευκρίνισε πως πάρα πολλές οικογένειες έχουν ως μοναδικό εισόδημα μία σύνταξη, «οπότε θα πρέπει να εξετασθεί και αυτό το θέμα».
Ο κ. Κοστέλο εκτίμησε ότι η ελληνική οικονομία αποδείχθηκε πολύ πιο ανθεκτική από ό,τι ανέμεναν οι θεσμοί, με αποτέλεσμα να εκτιμάται ότι η μεταβολή του ΑΕΠ θα κινηθεί εφέτος πέριξ του 0%, ενώ δεν είναι απαραίτητο να είναι αρνητική το 2016.
Για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, αναφέρθηκε στη δεύτερη δέσμη των προαπαιτούμενων, λέγοντας ότι υπάρχουν καθυστερήσεις στο χρονοδιάγραμμα λόγω των εκλογών και αυτά πρέπει να έχουν κλείσει έως τις 11 Δεκεμβρίου.
Από την πλευρά του, μιλώντας στο ίδιο τραπέζι του Συνεδρίου, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στους θεσμούς, Ράσμους Ρίφερ, ανέφερε πως είναι θετικό ότι οι τράπεζες κατάφεραν να καλύψουν τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες μέσω ίδιων πηγών και ότι «πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι ο τρίτος γύρος ανακεφαλαιοποίησης θα είναι και ο τελευταίος». Δήλωσε επίσης, ότι τα «κόκκινα» δάνεια εξακολουθούν να είναι ένα μέρος της κρίσης που δεν έχει αντιμετωπιστεί, με τις τράπεζες να εξακολουθούν να θεωρούν πως τα «κόκκινα» δάνεια αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη.