Πανευρωπαϊκή πρωταθλήτρια συνεχίζει να είναι η Ελλάδα στη φορολόγηση της ενέργειας, και ειδικά του φυσικού αερίου, θέμα που καίει τη βιομηχανία. Αναδεικνύοντας το ζήτημα του υψηλού ενεργειακού κόστους που πλήττει την ελληνική βιομηχανία, η ειδησεογραφική ιστοσελίδα EurΑctiv που ειδικεύεται σε θέματα γύρω από την ΕΕ, διαπιστώνει ότι ακριβώς εξαιτίας της υψηλής φορολογίας οι τρέχουσες τιμές του φυσικού αερίου στη χώρα μας, παρά την αισθητή μείωσή τους λόγω της βουτιάς του πετρελαίου, παραμένουν 33% υψηλότερες από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Σε σύγκριση με τη γειτονική Βουλγαρία και την Τουρκία, η τιμή του φυσικού αερίου που προορίζεται για την ελληνική βιομηχανία είναι υψηλότερη κατά 42% και 72% αντίστοιχα. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι και οι τρεις γειτονικές χώρες εισάγουν φυσικό αέριο σχεδόν στην ίδια τιμή χονδρικής.
Αιτία της κάκιστης ελληνικής επίδοσης, η υψηλή φορολογία. Δίχως μείωση της φορολογίας στην ενέργεια, όλες οι άλλες ενέργειες υποστήριξης της βιομηχανικής δραστηριότητας, όπως η σύσταση υπουργείου υπό τη Θεοδώρα Τζάκρη, θα αποτελέσουν ασπιρίνη σε καρκινοπαθή. Στην Ελλάδα, ο ΕΦΚ στο φυσικό αέριο που προορίζεται για βιομηχανική χρήση και ηλεκτροπαραγωγή συνεχίζει να είναι μακράν ο υψηλότερος στην Ευρώπη. Στα επίπεδα των 5,4 ευρώ/μεγαβατώρα, ο φόρος αυτός είναι διπλάσιος από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, δεκαπλάσιος του προβλεπόμενου από τη σχετική Οδηγία ελάχιστου επιτρεπόμενου ορίου για επαγγελματική χρήση και πενταπλάσιος του ελάχιστου ορίου που επιτρέπεται για μη επαγγελματική χρήση. Ως αποτέλεσμα ο φόρος προσαυξάνει κατά 27% το κόστος του φυσικού αερίου, περιορίζοντας σημαντικά τα όποια οφέλη από τη μείωση των διεθνών τιμών του. Κοινοτικά στελέχη αναγνωρίζουν ότι η φορολογική πολιτική της Ελλάδας στο αέριο έρχεται σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή Οδηγία του 2003, η οποία ορίζει τα φορολογητέα ενεργειακά προϊόντα και τις χρήσεις για τις οποίες έχουν φορολογηθεί.